Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου
Οι κανόνες της Εκκλησίας μας, είναι κείμενα φωταγωγικά. Σε αυτούς είναι καταγεγραμμένη όλη η εμπειρία των Θεοφόρων Πατέρων. Αποτελούν την θεραπευτική της Εκκλησίας μας, η οποία διαχρονικά όπου κι αν εφαρμοστεί, σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, θα έχει πάντα το ίδιο αποτέλεσμα. Τον αγιασμό του λαού. Είναι κι αυτό είναι επιστήμη!
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του πρωτοπρεσβυτέρου
Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου που έγινε στον Ιερό Ναό
του Αγίου Δημητρίου του ομωνύμου προαστίου Αθηνών,
Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2009 (floga.gr)
«Σεβαστοί πατέρες, χριστεπώνυμο πλήρωμα της καθ' ημάς Ορθοδόξου Eκκλησίας. Είναι σύνηθες όταν χρειαζόμαστε πνευματική τροφοδοσία, και καλά κάνουμε, να διαβάζουμε κάποια κείμενα, κάποια βιβλία και να τρεφόμαστε από τα λόγια του Χριστού μας και των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας. Πολύ ωραίο είναι αυτό το πράγμα. Αλλά έχω παρατηρήσει που δεν είναι σύνηθες, μέσα σ' αυτήν την πνευματική μας αναζήτηση για πνευματική τροφοδοσία, ν' ανοίξουμε καμιά φορά και να διαβάζουμε τα πρακτικά των Οικουμενικών Συνόδων.
Έχουμε λοιπόν στις Οικουμενικές Συνόδους τους Όρους, που είναι τα δόγματα, και έχουμε και τους Κανόνες, το πώς [δηλαδή] θα θεραπεύσουμε αυτό που δεν πάει σωστά.
Θα μου πείτε, μα άλλο πράγμα να διαβάζεις ένα κείμενο ζωντανό, όπου παίρνεις πνευματική τροφή και άλλο να διαβάζεις τα πρακτικά των Οικουμενικών Συνόδων. Γι' αυτό ακριβώς το λόγο, για να φύγει αυτή η πόλωση από το νου μας, αυτή τη βραδιά πολύ σύντομα θα προτείνω κι αυτή την πάρα πολύ ουσιαστική μέθοδο πνευματικής τροφοδοσίας μέσα από τους Όρους και τους Κανόνες της Εκκλησίας μας και δη θα μείνω στο θέμα το πώς οι Κανόνες της Εκκλησίας μας θεραπεύουν.
Να το τονίσω αφετηριακά χρησιμοποιώντας λόγια των Πατέρων της Εκκλησίας μας.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης λέει ομιλώντας για τους Κανόνες -προσέξτε οι Όροι είναι τα δόγματα και οι Κανόνες είναι το πώς θα θεραπεύσουμε αυτό που δεν ζούμε σωστά- λέει: «όπως αν θεραπευθείη παν αρρώστημα ψυχικόν»[1]. Γι' αυτό υπάρχουν οι Κανόνες, για να γιατρέψουμε κάθε αρρώστημα ψυχικό, και παραλληλίζει τη μελέτη των Κανόνων και την εφαρμογή τους ως ιατρική μεθοδολογία.
Προσέξτε, για να σας βοηθήσω να σας πω κάτι πολύ ουσιαστικό· λέω, Όροι και Κανόνες. Όροι είναι τα δόγματα. Τα δόγματα είναι αλήθειες· αλλά τα δόγματα είναι αλήθειες οι οποίες αποκαλύπτονται από τον Θεό για να βιωθούν, δεν αποκαλύπτονται απλώς για να γίνουν γνωστικά αντικείμενα μελέτης. Παράδειγμα: μας αποκαλύπτει ο Θεός την αγάπη Του μέσα από το δόγμα της αγίας Τριάδας. Ασύλληπτο, μυστήριο, κι όμως το αποκαλύπτει Εκείνος. Δεν το αποκαλύπτει για να πούμε ότι ξέρετε εμείς ξέρουμε πολλά πράγματα, ξέρουμε τα δόγματα. Το αποκαλύπτει για να το ζήσουμε.
Πώς θα το ζήσουμε; Το προσεγγίζουμε βέβαια το μυστήριο, ένας ο Θεός και ταυτόχρονα είναι τρείς, Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα· βλέπετε υπάρχει ενότητα, υπάρχει αγάπη και ταυτόχρονα υπάρχει η ελευθερία και η διάκριση των προσώπων. Να λοιπόν, τι μαθαίνουμε από το δόγμα της αγίας Τριάδος: ενότητα και αγάπη αλλά ταυτόχρονα πρόσωπο. Αυτό στη ζωή μας πώς εφαρμόζεται; Πάρτε μια οικογένεια, ένα μοναστήρι. Απαραίτητο είναι να λειτουργήσουν ως κοινόβιο, να υπάρχει ενότητα και αγάπη αλλά ταυτόχρονα όλοι που μετέχουν σ' αυτό το κοινόβιο θα έχουν την προσωπική τους ελευθερία που δεν θα καταπατηθεί και δεν θα εξοντωθεί. Άνθρωποι χωρίς πρόσωπο δεν είναι άνθρωποι.
Έρχεται λοιπόν εδώ ο Κανόνας, όταν αυτό δεν βιώνεται σωστά, να το διορθώσει με κάποια θεραπευτική μέθοδο. Δεν εφαρμόζουμε το δόγμα, αυτό μας βλάπτει γιατί δεν ζούμε σωστά. Έρχεται λοιπόν ο Κανόνας να πει ποια είναι η θεραπευτική μεθοδολογία· άρα μιλάμε για κάτι πολύ σπουδαίο.
Ένας από τους μεγάλους και σοφούς ερμηνευτές των Κανόνων της Εκκλησίας μας, ο σοφός ιερομόναχος Ματθαίος Βλάσταρης, σε ένα κείμενό του που το λέει Προθεωρία του Συντάγματος, των Κανόνων δηλαδή, λέει το εξής «ουκ αν τις αμάρτοι κοινόν προσειπών ιατρείον, εκάστοις των νοσούντων κατάλληλα κεραννύντας[2]»[3]. Λέει ότι αν υπάρχει αμαρτία υπάρχει και ιατρείο και μπορούμε με κατάλληλα φάρμακα που θα δώσουμε στον άρρωστο να θεραπευτεί.
Και μάλιστα μέσα στο χώρο της ανατολικής αυτοκρατορίας, τόσο πολύ κατάλαβαν το κάλλος το θεραπευτικό των Κανόνων της Εκκλησίας μας και των Οικουμενικών Συνόδων που πήραν πολύ μεγάλοι αυτοκράτορες και έκαναν τους Κανόνες νόμους. Παραδείγματος χάρη, ένας Κανόνας μιας Νεαράς του Ιουστινιανού, το 545, ορίζει τα εξής: «Θεσπίζομεν τοίνυν», ορίζουμε λοιπόν, «τάξιν νόμων επέχειν τους αγίους εκκλησιαστικούς κανόνας», να είναι ως νόμοι, «τους υπό των αγίων Συνόδων εκτεθέντας ή βεβαιωθέντας τουτέστι… και τα δόγματα καθάπερ τας θείας Γραφάς δεχόμεθα και τους κανόνας ως νόμους φυλάττομεν»[4]. Έρχεται λοιπόν και βλέπει ότι υπάρχει εδώ ένα φάρμακο και λέει το κράτος μου, ο πολίτης μου αυτό το φάρμακο το χρειάζεται, και το κάνει νόμο του.
Αυτό όμως δεν σημαίνει πως πρέπει να θεωρούμε ότι οι Κανόνες είναι κρατικοί νόμοι.
Κι υπήρξε μια μικρή σύγχυση τότε και έρχεται ένας μεγάλος άγιος της Εκκλησίας μας, ο άγιος Ιωάννης ο Σχολαστικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος για να ξεχωρίσει αυτή τη σύγχυση που με καλή διάθεση οι αυτοκράτορες έβαλαν, αλλά θεωρήθηκαν που οι Κανόνες είναι νόμοι του κράτους, που επιβάλλονται με μέτρα βίας, αστυνομίας και οποιασδήποτε εκφράσεως που εφαρμόζει το κράτος.
Για να ξεκαθαρίσει τα πράγματα σε ένα βιβλίο που λέγεται «Συναγωγή» λέει ότι οι Κανόνες αποτελούν νόμους θείους, όχι πολιτικούς «νόμους τινάς και κανόνας, ου πολιτικούς αλλά θείους» και οι θεσπίσαντες τους κανόνες απέβλεπον δι᾽ αυτών διά την σωτηρίαν των πλημμελούντων και όχι την τιμωρίαν διά βασάνων όπως επιβάλλουν οι πολιτικοί νόμοι. «Ουκ ώοντο δειν ώσπερ οι πολιτικοί νόμοι τους πλημμελούντας αικίζεσθαι»[5], δεν πρέπει να τιμωρούνται όπως [ορίζουν] οι πολιτικοί νόμοι.
Η διαφορά μεταξύ των ιερών Κανόνων και των κρατικών νόμων είναι λοιπόν σαφής και η μικρή σύγχυση που επήλθε ξεκαθαρίζεται ξεκινώντας από τον Ιωάννη τον Σχολαστικό και από άλλους Πατέρες κι έτσι η διδασκαλία του Ιωάννη του Σχολαστικού είναι καθοριστική για να καταλάβουμε τους Κανόνες.
Είναι λοιπόν οι Κανόνες εφαρμογή των Δογμάτων κι αν δεν εφαρμόζονται τα Δόγματα πρέπει να θεραπεύσουμε. Θα σας διαβάσω δύο κομμάτια από το Γεροντικό της Εκκλησίας μας γιατί υπάρχουν δύο πράγματα σε μια θεραπευτική. Υπάρχει μια πληγή που γιατρεύεται - αν έχουμε έναν καρκίνο έρχεται ο χειρούργος κόβει τον καρκίνο, μας θεραπεύει. Ο καρκίνος έφυγε αλλά η πληγή παραμένει ανοικτή και θέλει κάποιους μήνες ή χρόνια για να κλείσει. Άλλο λοιπόν το ότι ο Θεός συγχώρεσε τώρα, αν έχω μετάνοια κι ο καρκίνος έφυγε, κι άλλο πως επειδή ακριβώς υπάρχουν πληγές ανοικτές πρέπει να εφαρμοστούν και θεραπευτικές μέθοδοι μακροχρόνιες πολλές φορές ή βραχυχρόνιες, που είναι τα επιτίμια της Εκκλησίας μας.
Ακούστε μια ιστορία από τον αββά Ποιμένα: Αδελφός ηρώτησε τον αββά Ποιμένα λέγων, «εποίησα αμαρτίαν μεγάλην και θέλω μετανοήσαι τρία έτη» - έκανα αμαρτία και θέλω τρία χρόνια να μετανοήσω. Λέγει αυτώ ο Αββάς «πολύ είναι» και είπε ο αδελφός «άντε ώς ένα χρόνο να μετανιώσω» και είπε ο γέρων «πολύ είναι». Οι δε παρόντες που ήταν γύρω έλεγαν «άντε έως τεσσαράκοντα ημερών» και πάλι είπε ο γέροντας «πολύ είναι». Είπε δε ο γέρων «εγώ λέγω ότι εάν μετανοήσει ο άνθρωπος από όλη την καρδίαν του κι από όλη τη διάνοιά του γι' αυτό που έκανε, τότε ο Θεός, και πολύ είναι σε τρείς μέρες, τον δέχεται», και «πολύ είναι» λέει.
Ο αββάς Ποιμήν το είπε αυτό και σε κάποιο άλλο σημείο πάλι του Γεροντικού, ο αββάς Σισώης λέει κάτι αντίστοιχο: Ρώτησαν τον αββά Σισώη, λέγοντες· «εάν πέση αδελφός, ου χρείαν έχει μετανοήσαι ενιαυτόν;» - Μήπως χρειάζεται ένα χρόνο για να μετανιώσει; Ο δε [ο αββάς Σισώης] είπε· «είναι σκληρός αυτός ο λόγος». Αφού δε απεκρίθη ομοίως στις ερωτήσεις έξι μήνες, σαράντα μέρες, πόσο; Κατέληξε και είπε ο αββάς Σισώης· «πιστεύω γαρ τω Θεώ ότι ολοψύχως εάν μετανοήση ο τοιούτος και εις τρείς ημέρας δέχεται αυτόν ο Θεός και πολύ είναι πάλι λέγω».
Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός συγχωρεί τους μετανοούντας, το ξέρετε όλοι, αλλά η θεραπευτική αγωγή, κατά τα μέτρα της αρρώστιας, θέλει κάποιο χρόνο.
Έτσι λοιπόν οι Κανόνες της Εκκλησίας διαπιστώνουν τι συμβαίνει, τι αρρώστια υπάρχει μέσα στο σώμα της Εκκλησίας κατά τα ανθρώπινα μεγέθη, πώς θα θεραπευτεί το όργανο το οποίο βλάπτεται. Είναι άρρωστο το στομάχι μου, έχει μια αρρώστια, η ιατρική θεραπεύει πρώτα το στομάχι αλλά θεραπεύει χωριστά και το κάθε κύτταρο. Όλο λοιπόν το σώμα της Εκκλησίας εκεί που αρρώστησε να θεραπευτεί και το κάθε κύτταρο που είμαστε εμείς να θεραπευτούμε.
Να λοιπόν η πρώτη βασική και αφετηριακή προοπτική των Κανόνων: η θεραπευτική, καμιά σχέση με τιμωρία αλλά με ιστορίες κάλλους, [και] μελετώντας τα δόγματα της Εκκλησίας μας και τους όρους μαθαίνουμε την αλήθεια του Χριστού μας, μαθαίνουμε πώς θα τα εφαρμόσουμε κι αν κάνουμε λάθος και δεν τα εφαρμόσουμε τότε να εφαρμόσουμε τη θεραπευτική.
Θα κάνουμε τώρα το εξής: θα σας δώσω ένα μικρό εργαστηριακό υπόδειγμα. Έχω μπροστά μου τις γνωστές Οικουμενικές Συνόδους, δεν μπορώ φυσικά στα λίγα λεπτά που έχω μπροστά μου να τις μελετήσω όλες. Θα πάρω επιλεκτικά μερικές από αυτές και θα πάρω μερικούς Κανόνες και θα σας δείξω εργαστηριακά πώς, ας πούμε η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος, ασχολήθηκε με αυτά τα θέματα και πώς οι Κανόνες που έβγαλε είχαν σχέση το πώς αυτό το δόγμα θα βιωθεί στη ζωή μας.
Να αρχίσω να λέω παραδείγματα. Παίρνω την Α' Οικουμενική Σύνοδο, εκεί απ' ό,τι ξέρουμε όλοι μελετήθηκαν από τους Πατέρες τα μεγάλα τριαδολογικά θέματα για την αγία Τριάδα, υπήρχαν αιρέσεις, υπήρχε ο αρειανισμός και τα μελέτησαν. Το είπα πριν από λίγο η ενότητα και η διάκριση κι αυτό το εφάρμοσα πριν από λίγο στη ζωή μας.
Τι σχέση έχει τώρα με αυτό ο τρίτος Κανόνας, και δεν έκαναν και πολλούς είκοσι Κανόνες περίπου έκανε η Α' Οικουμενική Σύνοδος, μέσα σε αυτούς τους είκοσι που είπα υπάρχουν δεκάδες θέματα.
Ο τρίτος Κανόνας ομίλει για ένα λάθος τρόπο ζωής. Τότε υπήρχαν οι λεγόμενοι συνείσακτοι, κάποιες γυναίκες που πήγαιναν και ζούσαν σε ξεχωριστούς χώρους, δεν λέω που ήταν αμαρτωλή η πράξη που έκαναν αλλά επειδή δεν μετείχαν σε μία κοινότητα, σε μια οικογένεια ας πούμε ή σε ένα μοναστήρι, διέσπασαν την ενότητα. Βλέπετε η οικογένεια είναι κοινόβιο, το μοναστήρι είναι κοινόβιο, ποιος ο σκοπός τους; Να πάμε στον Χριστό. Πώς θα πάμε; Διά της αγάπης, διά της ταπεινώσεως, ό,τι κάνει η Αγία Τριάδα. Αν διασπαστεί αυτή η ενότητα χρειάζεται θεραπεία.
Παίρνει λοιπόν η Α' Οικουμενική Σύνοδος το θέμα των συνεισάκτων και το διατυπώνει τριαδολογικά, δεν λέει ηθικολογία, ότι είναι κακό να είναι αυτές οι γυναίκες εκεί πέρα μέσα, και μπορεί να μην έκαναν και τίποτε κακό, αλλά σπάζει την ενότητα που υπάρχει σε ένα χώρο. Και τότε το απαγορεύει για λόγους θεραπευτικούς εφαρμόζοντας την τριαδολογία.
Ένας άλλος Κανόνας, ο τέταρτος Κανόνας λέει ότι για να χειροτονηθεί κάποιος επίσκοπος πρέπει να υπάρχουν τρεις επίσκοποι για να τον χειροτονήσουν. Απόλυτη τριαδολογία. Θα λέγατε δεν έχει τη χάρη ένας επίσκοπος για να τη μεταδώσει για να γίνει κάποιος επίσκοπος; Λέει όχι τρεις επίσκοποι, ακριβώς η εφαρμογή της τριαδολογίας στην Α' Οικουμενική Σύνοδο.
Και φυσικά ένας άλλος Κανόνας πολύ γνωστός βέβαια, ο Κανών δεκαπέντε, που λέει ένας κληρικός δεν μπορεί να μεταβαίνει από μια εκκλησία σε μια άλλη εκκλησία. Είσαι σε μια ενορία κάνεις αυτά που κάνεις, αυτά είναι τα όριά σου, δεν μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις στη διπλανή ενορία. Εδώ εφαρμόζεται το δόγμα της αγίας Τριάδας.
Στα πρόσωπα της αγίας Τριάδας δεν υπάρχει σύγχυση. Ο Πατήρ είναι πατήρ, ο Υιός είναι υιός και το άγιο Πνεύμα είναι άγιο πνεύμα. Πώς υπάρχει ο Πατήρ; Υπάρχει αγεννήτως, ο Υιός υπάρχει γεννητώς και το άγιο Πνεύμα υπάρχει εκπορευτώς.
Υπάρχει λοιπόν μια διάκριση, αυτό δεν μπορεί να συγχυστεί. Η ευθύνη τους είναι εδώ σε αυτά τα όρια. Δεν μπορείς να πας παρακάτω, να κάνεις ένα γάμο, ένα μυστήριο χωρίς την άδεια του επισκόπου ή του εφημερίου του οικείου, γιατί θεωρείς πως είσαι καλύτερος από τους άλλους. Στην αγία Τριάδα δεν υπάρχει καλύτερος ή χειρότερος, δεν υπάρχει κανένας που κάνει καλύτερο, υπάρχει αλληλοπεριχώρηση, υπάρχει η ταπείνωση, υπάρχει αγάπη.
Κι έτσι βλέπετε τόσο πρώιμα, το 325, για να μην καταστρατηγηθεί μέσα στο σώμα της Εκκλησίας, στην εκκλησιολογία μας, το τριαδολογικό δόγμα δεν επιτρέπει τον ιερέα, κι ας είναι άγιος, ας είναι προορατικός, να πάει να κάνει ένα μυστήριο παρακάτω χωρίς την άδεια του οικείου επισκόπου, για να μη νομίσει πως είναι σπουδαίος κι είναι καλύτερος από τους άλλους.
Κάτι τέτοιο συμβαίνει και με τον τελευταίο Κανόνα της Α' Οικουμενικής Συνόδου τον εικοστό, που λέει κάτι πρακτικό. Λέει ότι δεν πρέπει τις Κυριακές και την περίοδο της Πεντηκοστής να γονατίζουμε. Αυτό [φαίνεται] πολύ πρακτικό. Δεν είναι καθόλου πρακτικό. Η Εκκλησία είναι σώμα και κανένας δεν κάνει ό,τι θέλει κι όταν λέει η Εκκλησία να νηστεύουμε κάθε Τετάρτη και Παρασκευή λειτουργούμε ως σώμα. Δεν θα πεις εγώ θα νηστεύω Τρίτη και Πέμπτη.
Λειτουργείται το σώμα, η ενότητα η τριαδολογική του δόγματος της αγίας Τριάδας. Θα πεις εγώ έχω ευσέβεια, τώρα γίνεται η Λειτουργία, τα σα εκ των σων, θέλω να γονατίσω και να κλάψω· ο Κανόνας λέει όχι, ξέρω πως είσαι ευσεβής «μη κλίνειν γόνυ» την Κυριακή και την Πεντηκοστή. Ως τώρα αν το ακούσατε αυτό ποτέ θα θεωρήσατε πως είναι μια ιδιοτροπία, μια ηθικιστική αντίληψη. Καθόλου· είναι πρακτική εφαρμογή του δόγματος γιατί σε αυτό το χώρο που λέγεται Εκκλησία δεν κάνεις ό,τι θέλεις.
Να πάμε πάλι δειγματοληπτικά στη Β' Οικουμενική Σύνοδο όπου συνεχίστηκαν τα θέματα τα τριαδολογικά αλλά μπήκαν και τα πιο έντονα εκκλησιολογικά. Να σκεφτείτε που οι τελευταίες γραμμές του Συμβόλου της Πίστεώς μας «εις μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν» προσετέθησαν τότε στη Β' Οικουμενική Σύνοδο γιατί ενεφύησαν πολλά προβλήματα εκκλησιαστικά.
Να ένα: ο τρίτος Κανόνας της Β' Οικουμενικής Συνόδου που λέει για τον Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, που έχει τα πρεσβεία τιμής στα άλλα πατριαρχεία μετά τον της Ρώμης επίσκοπον. Τα πρεσβεία τιμής είναι μια τριαδολογία. Είναι επίσκοποι, κανείς δεν είναι καλύτερος από τον άλλο, δεν υπάρχει πρεσβείο υπεροχής ή εγωισμού, υπάρχει πρεσβείο τιμής αλλά κανείς δεν είναι καλύτερος από τον άλλο· διατηρείται η τριαδολογία.
Ή λέει στον Κανόνα έξι πόσο κακό πράγμα είναι κάποιος να κατηγορεί τον επίσκοπο της περιοχής του, πόσο κακό πράγμα είναι; Αν είναι λέει κάτι το οποίο υπάρχει, θα εφαρμόσεις το λόγο του κατά Ματθαίον ευαγγελίου του Χριστού μας «ειπέ τη Εκκλησία». Αλλά δεν μπορείς εσύ να σηκώνεις κεφάλι, να κάνεις τον έξυπνο και να διασπάς την ενότητα της Εκκλησίας. Γιατί την ώρα που κατηγορείς ευκαίρως ακαίρως τον επίσκοπο, κι αν έχεις κάτι να το πεις «τη Εκκλησία» στο αρμόδιο όργανο της Εκκλησίας όπου πρέπει να το πεις, διασπάς την ενότητα γιατί ο επίσκοπος εκφράζει την ενότητα της Εκκλησίας μας ως ορατό σημείο της παρουσίας του Χριστού μας. Βλέπετε εφαρμογή δογμάτων είναι αυτό.
Ή πάλι να πάμε στην Δ' Οικουμενική Σύνοδο όπου εκεί έχουμε τα πολύ μεγάλα θέματα τα Χριστολογικά, πώς ενώθηκε η θεία με την ανθρώπινη φύση, ασυγχύτως, αδιαιρέτως, υπάρχουν όρια εκεί, έρχεται το θείο με το ανθρώπινο και το ανθρώπινο δεν εξαφανίζεται δεν λιώνει εμπρός στην παρουσία του Θεού· ασυγχύτως και αδιαιρέτως.
Λέει ο τρίτος Κανόνας, μιλάει για τους κληρικούς ή τους μοναχούς οι οποίοι δεν πρέπει να αναλαμβάνουν ποτέ κοσμικές φροντίδες, να συσχηματιστούν με πράγματα του κόσμου, να κάνουν εμπόριο, να κάνουν αγοραπωλησίες, να διαχειρίζονται κτήματα γιατί το έργο τους είναι διακονικό. Προσέξτε ακόμα και οι Λευίτες στην Παλαιά Διαθήκη δεν είχαν κλήρο, δεν είχαν δική τους γη, απλώς ήταν για να λειτουργούν τον Θεό. Μια εξαίρεση δίνει ο Κανόνας, αν υπάρχουν ορφανά πρέπει εκεί ο επίσκοπος, ο εφημέριος ή μοναχός στην περιοχή που βρίσκεται το ορφανό να κοιτάξει μην του κλέψουν την περιουσία για να μην αδικηθεί. Απαραίτητο είναι τότε να αναλάβει αυτή την κοσμική ευθύνη από φιλανθρωπία· βλέπετε η εφαρμογή του χριστολογικού δόγματος.
Να πάμε πάλι δειγματοληπτικά στη Β' Οικουμενική Σύνοδο όπου συνεχίστηκαν τα θέματα τα τριαδολογικά αλλά μπήκαν και τα πιο έντονα εκκλησιολογικά. Να σκεφτείτε που οι τελευταίες γραμμές του Συμβόλου της Πίστεώς μας «εις μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν» προσετέθησαν τότε στη Β' Οικουμενική Σύνοδο γιατί ενεφύησαν πολλά προβλήματα εκκλησιαστικά.
Να ένα: ο τρίτος Κανόνας της Β' Οικουμενικής Συνόδου που λέει για τον Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, που έχει τα πρεσβεία τιμής στα άλλα πατριαρχεία μετά τον της Ρώμης επίσκοπον. Τα πρεσβεία τιμής είναι μια τριαδολογία. Είναι επίσκοποι, κανείς δεν είναι καλύτερος από τον άλλο, δεν υπάρχει πρεσβείο υπεροχής ή εγωισμού, υπάρχει πρεσβείο τιμής αλλά κανείς δεν είναι καλύτερος από τον άλλο· διατηρείται η τριαδολογία.
Ή λέει στον Κανόνα έξι πόσο κακό πράγμα είναι κάποιος να κατηγορεί τον επίσκοπο της περιοχής του, πόσο κακό πράγμα είναι; Αν είναι λέει κάτι το οποίο υπάρχει, θα εφαρμόσεις το λόγο του κατά Ματθαίον ευαγγελίου του Χριστού μας «ειπέ τη Εκκλησία». Αλλά δεν μπορείς εσύ να σηκώνεις κεφάλι, να κάνεις τον έξυπνο και να διασπάς την ενότητα της Εκκλησίας. Γιατί την ώρα που κατηγορείς ευκαίρως ακαίρως τον επίσκοπο, κι αν έχεις κάτι να το πεις «τη Εκκλησία» στο αρμόδιο όργανο της Εκκλησίας όπου πρέπει να το πεις, διασπάς την ενότητα γιατί ο επίσκοπος εκφράζει την ενότητα της Εκκλησίας μας ως ορατό σημείο της παρουσίας του Χριστού μας. Βλέπετε εφαρμογή δογμάτων είναι αυτό.
Ή πάλι να πάμε στην Δ' Οικουμενική Σύνοδο όπου εκεί έχουμε τα πολύ μεγάλα θέματα τα Χριστολογικά, πώς ενώθηκε η θεία με την ανθρώπινη φύση, ασυγχύτως, αδιαιρέτως, υπάρχουν όρια εκεί, έρχεται το θείο με το ανθρώπινο και το ανθρώπινο δεν εξαφανίζεται δεν λιώνει εμπρός στην παρουσία του Θεού· ασυγχύτως και αδιαιρέτως.
Λέει ο τρίτος Κανόνας, μιλάει για τους κληρικούς ή τους μοναχούς οι οποίοι δεν πρέπει να αναλαμβάνουν ποτέ κοσμικές φροντίδες, να συσχηματιστούν με πράγματα του κόσμου, να κάνουν εμπόριο, να κάνουν αγοραπωλησίες, να διαχειρίζονται κτήματα γιατί το έργο τους είναι διακονικό. Προσέξτε ακόμα και οι Λευίτες στην Παλαιά Διαθήκη δεν είχαν κλήρο, δεν είχαν δική τους γη, απλώς ήταν για να λειτουργούν τον Θεό. Μια εξαίρεση δίνει ο Κανόνας, αν υπάρχουν ορφανά πρέπει εκεί ο επίσκοπος, ο εφημέριος ή μοναχός στην περιοχή που βρίσκεται το ορφανό να κοιτάξει μην του κλέψουν την περιουσία για να μην αδικηθεί. Απαραίτητο είναι τότε να αναλάβει αυτή την κοσμική ευθύνη από φιλανθρωπία· βλέπετε η εφαρμογή του χριστολογικού δόγματος.
Το ίδιο πράγμα λέει ο έβδομος Κανόνας, μπορεί να σας φανεί παράδοξο, κληρικός ή μοναχός μη στρατευέσθω, το ξέρουμε αυτό να μην πηγαίνει στο στρατό. Όχι γιατί κρίνει ή δεν κρίνει το στρατό. Άλλο είναι το διακόνημά του, γιατί όταν θα πας στο στρατό θα έχεις εχθρούς, είσαι με μια μερίδα και η Εκκλησία δεν είναι με καμιά μερίδα, η Εκκλησία είναι με όλους και αγαπάει τους πάντες κι ο Χριστός πεθαίνει γι' αυτούς που τον σταυρώνουν. Σοφός ο Κανόνας και δεν γίνεται σύγχυση πολύ μεγάλων πραγμάτων, σύγχυση του ήθους της Εκκλησίας μας με το κράτος που αγαπούμε, δεν γίνεται σύγχυση με τίποτε και δεν υπάρχει ποτέ εχθρός σε αυτήν την ιστορία.
Κατά την ίδια έννοια υπάρχει κάτι που δεν το φανταζόμαστε.
Ο Κανόνας ένδεκα λέει ότι πρέπει να δίνονται ειρηνικές επιστολές. Τι είναι αυτές οι επιστολές; Είναι πολύ απλό· υπάρχει εδώ στην ενορία ένας φτωχός και ζητάει φαγητό, κάνετε ό,τι μπορείτε αλλά δεν καλύπτεστε και λέτε να μη βοηθήσει και η πλαϊνή ενορία; Για να μη γίνει αυτός [ο φτωχός] περιπλανώμενος ζήτουλας και σπάσει την ενότητα της ενορίας, προσέξτε τώρα, μπορεί να πάει πλάι να ζητήσει αφού εδώ του δώσουν χαρτί που λέγεται ειρηνική επιστολή· κι ασχολείται με αυτό το θέμα η Δ' Οικουμενική Σύνοδος που λύνει το θέμα το χριστολογικό. Αντιμετωπίζει μια τρομερή αίρεση και για να παραμείνει το κάλλος του προσώπου του φτωχού, για να μη γίνει περιπλανώμενος ζήτουλας και να έχει και ο άλλος σεβασμό στο πρόσωπο του να πει «έχω ανάγκη», να του πει ο παππούλης «τόσο μπορώ, πάρε αυτή την επιστολή που λέγεται ειρηνική επιστολή, να έχεις αξιοπρέπεια», να μην συγχυστεί το πρόσωπο του φτωχού με τη φτώχια του.
Όποιος μελετήσει αυτούς τους Κανόνες βρίσκει αυτά τα καταπληκτικά πράγματα και φυσικά λέει στον Κανόνα δέκα οκτώ, περί συνομωσίας κληρικών κατά των οικείων επισκόπων. Δεν είναι απλώς μια κατάκριση του επισκόπου. Περί συνομωσίας κληρικών, κι έχουν δίκιο, κάνουν μια ομάδα λοιπόν και κάπου διαμαρτύρονται. Ποιοι είναι αυτοί; Συγχωρέστε με γι᾽ αυτό που θα πω αλλά είναι πολύ ουσιαστικό, εδώ ο Κανόνας είναι ουσιαστικός. Κανείς δεν μπορεί να κάνει δική του ομάδα στην Εκκλησία. Αυτό λέγεται εταιρεία. Ποιος του δίνει το δικαίωμα; Έχουμε Εκκλησία, έχουμε ιερά Σύνοδο, έχουμε μια Ιεραρχία, όποιος έχει παράπονο θα πάει στην Εκκλησία. Κανείς δεν μπορεί να συμπτύξει δική του ομάδα για πολύ καλούς σκοπούς και να κάνει αυτή τη διαμαρτυρία ως ομάδα. Ποιος ηγείται της ομάδας; Δεν υπάρχει επίσκοπος, αρχιεπίσκοπος, ιερά Σύνοδος, Ιεραρχία; Ποιος ηγείται αυτών των ομάδων;
Πρόσφατα κυκλοφόρησε ένα κείμενο το οποίο μιλούσε για ομολογία πίστεως. Δεν κρίνω το κείμενο, κρίνω το ήθος του. Πώς αυτή η ομάδα συνετάγη; Πώς δεν έλαβε γνώση η εμπειρία της γνώμης της ιεράς Συνόδου; Των οικείων ιεραρχών; Υπάρχουν ομάδες έτσι που επαναστατούν και ξεσηκώνονται; Τότε υπάρχει σύγχυση στην Εκκλησία κι αυτό διαταράσσει το δόγμα της Δ' Οικουμενικής Συνόδου.
Τελειώνοντας, πηγαίνοντας στην Στ' Οικουμενική Σύνοδο, όπου σε αυτή την Στ' Σύνοδο έγινε κουβέντα για τα θέματα του μονοθελητισμού, μεγάλη αίρεση ήταν τότε, λέγαν που ο Χριστός είχε και θείο και ανθρώπινο θέλημα ή όχι; Και είπαν μερικοί αιρετικοί ότι δεν μπορεί να έχει και ανθρώπινο θέλημα αφού το θείο θέλημα επικρατεί. Και όχι οι Πατέρες της Εκκλησίας κτύπησαν το μονοθελητησμό, είχε κι ανθρώπινο θέλημα ήταν τέλειος άνθρωπος. Είναι το θέμα του θελήματος, της προσωπικότητας, πώς στην Εκκλησία μέσα έχεις το δικαίωμα να πεις στο Θεό δεν θέλω. Μπορεί να είναι κακό αυτό αλλά είσαι ελεύθερος.
Λέει ο Κανόνας ας πούμε, να μην έρχονται σε γάμου κοινωνία οι ιερείς μετά την ιεροσύνη τους, γιατί; Να αποκτήσουνε βούληση, από πριν να ξέρουν, να έχουν θέλημα σωστό, καλλιεργημένο για να γίνουν κληρικοί. Δεν μπορούν μετά να αλλάζουν γνώμη όποτε εκείνοι θέλουν.
Και το ίδιο πράγμα συμβαίνει στον επόμενο Κανόνα, τον ένατο της Στ' Οικουμενικής Συνόδου που λέει ένα πρακτικό, ότι δεν πρέπει να πηγαίνουν στα καπηλειά ή να έχουν καπηλειά οι κληρικοί. Στο καπηλειό τι γίνεται; Μεθύσι, γίνεται γλέντι, τι γίνεται; Θολώνεται ο νους, κι αντί να θεραπεύσω τον αμαυρωμένο νου, το θέλημα δηλαδή να το στρέψω στο Θεό, το αμαυρώνω. Κι έρχεται ο Κανόνας να πει ένα τόσο ηθικό πράγμα και κρύβει μέσα του το δόγμα. Το δόγμα να μην πέσουμε στο μονοθελητισμό, ένα λάθος θέλημα. Να μην έχεις κι ανθρώπινο θέλημα; Αλλά να είναι καθαρό το θέλημα.
Το ίδιο λέει ο δέκατος Κανόνας περί της τοκογλυφίας και ακόμη η ηλικία των πρεσβυτέρων και των διακόνων πότε να χειροτονηθούν, εικοσιπέντε ο διάκονος όχι κάτω από τα τριάντα ο πρεσβύτερος. Να αποκτήσουν ώριμο θέλημα, να μην αλλάζουν κάθε μέρα θέλημα, είναι η αίρεση του μονοθελητισμού.
Και φυσικά εδώ πέρα, σ' αυτό το χώρο της Στ' Οικουμενικής Συνόδου, είναι κάτι πάρα πολύ ωραίο. Ομιλεί για τα μοναστήρια, πώς πάει ένας σε μοναστήρι, πάει λοιπόν γίνεται δόκιμος, είναι ο Κανόνας σαράντα ένα της Στ' Οικουμενικής Συνόδου, λέει κάθεται εκεί περίπου τρία χρόνια και πρέπει να εκφράσει το θέλημα του, ελεύθερος να γίνει μοναχός. Τρία χρόνια δεν είναι αρκετά για να δούμε αν πέτυχε; Ακούστε τι λέει ο Κανόνας, το 'χω πει κι άλλες φορές και μάλιστα μερικοί αδελφοί μοναχοί μού λένε πού το βρήκες; Δεν το βρήκα εγώ, μάλλον το βρήκα αλλά πασίγνωστο είναι, είναι ο σαράντα ένα Κανόνας της Στ' [Οικουμενικής] Συνόδου που λέει να μείνει τρία χρόνια, και μετά λέει, μετά τα τρία χρόνια ακούστε «εφ' έτερον ενιαυτόν» για ένα χρόνο, «έξωθεν προσκατερείν της εγκλείστρας». Να βγει από το μοναστήρι, κάπου έξω να βγει, να δούμε το θέλημα του θα λειτουργήσει ή μέσα στο μοναστήρι τού έκαναν πλύση εγκεφάλου; Είναι τρομερό, τρία χρόνια δεν είναι αρκετά και τον πετάει έξω από το μοναστήρι, έξω της εγκλείστρας, για να ελέγξει το θέλημα αν έχει καλλιεργηθεί σωστά.
Αν αυτά δεν είναι θεραπευτικά και δεν είναι πνευματικά, τι είναι τα πνευματικά; Αν αυτά δεν είναι εφαρμογή του δόγματος, πώς θα ζήσουμε την αλήθεια της Εκκλησίας μας;
Τα δόγματα είναι αλήθεια κι η αλήθεια είναι προορισμένη να βιωθεί. Το δόγμα είναι βίωση της αλήθειας. Κι όπου δεν βιώνεται, έρχεται η Εκκλησία με τους Κανόνες της, όχι με διατάξεις νομοθετικές κι αστυνομικές ή υπουργικές αποφάσεις, να θεραπεύσει τη μη εφαρμογή του δόγματος που είναι η απώλειά μας. Γι' αυτό τόλμησα σ' αυτό το χώρο αυτών των ημερών, όπου εδώ σε αυτό το χώρο λειτουργείται η αγάπη του Χριστού μας, οι ολονυκτίες, οι Λειτουργίες, πανέμορφες ομιλίες πνευματικές, να κάνω μια παρεμβολή τέτοιου είδους, ενός θέματος που θα το νομίζατε νομοκανονικό, νόμοι, διαταγές, αποφάσεις, σκληρά πράγματα τίποτα άλλο.
Προτείνω λοιπόν τα δόγματα της Εκκλησίας μας, οι Κανόνες της Εκκλησίας μας να αγαπηθούν από το λαό μας και να βιωθούν ως μέτρα θεραπευτικά.»
Παραπομπές
[1]. Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, Κανών Α', Πηδάλιον, εκδ. "ΑΣΤΗΡ", Αθήνα 1976, σελ. 651.
[2]. Τα φάρμακα
[3]. Ματθαίου Βλαστάρεως, Σύνταγμα κατά στοιχείον, Σύνταγμα των θείων και ιερών κανόνων υπό Ράλλη-Ποτλή, τόμ. Στ', Αθήνα 1859, σελ. 4.
[4]. Ιουστινιανού, Νεαρά ρλα', Περί εκκλησιαστικών κανόνων και προνομίων, Corpus Juris Civilis, τόμ. 3, Βερολίνο 1959, εκδ. Weidmannsche Verlagsbuchhandlung, σελ. 654ε.
[5]. Αγίου Ιωάννου Σχολαστικού, Συναγωγή κανόνων εκκλησιαστικών εις Ν' τίτλους, G. Voel - H. Justel, «Bibliotheca juris canonici veteris», Παρίσι 1661, σελ. 499-500.
†. 01. Σα 16-01-2016, ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ:
Η ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ
†.02 ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ.
Σα 23-01-2016, ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ:
1ος ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου