Η θεωρία του σπερματικού λόγου στη θεολογία του Ιουστίνου

St. Justin the Philosopher Martyr Ιουστίνος
Τοιχογραφία από Ιερά Μονή Μεγάλου Μετεώρου, (από εδώ)

Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου

Ένα δυνατό κείμενο αγαπητοί μου αναγνώστες, με ξεκάθαρη και ορθόδοξη δέουσα γλώσσα και γραφή. Ευχαριστούμε πολύ τον θεολόγο κ. Αντώνη Νάσιο, (ΜΑ. Θεολογίας), για την πρώτη δημοσίευση του κειμένου -Σοφία Ντρέκου 21 Ιανουαρίου 2014 στις 9:34 μ.μ.- «Η θεωρία του σπερματικού λόγου στη θεολογία του Ιουστίνου», στην Αέναη επΑνάσταση.

Ταύτην [δλδ. Χριστιανική πίστη] μόνην εὕρισκον 
φιλοσοφίαν ἀσφαλῆ τε καὶ σύμφορον.

Ο χριστιανισμός είναι η μόνη αληθινή 
και συμφέρουσα φιλοσοφία. 
[Διάλογος προς Τρύφωνα, VIII:1]

Η θεωρία του σπερματικού λόγου στη θεολογία του Ιουστίνου
Αντώνης Νάσιος, Θεολόγος, ΜΑ. Θεολογίας

Στα μέσα του δευτέρου αιώνα μ.Χ., μια ομάδα συγγραφέων με παιδεία και φιλοσοφική κατάρτιση ανέλαβε την υπεράσπιση της χριστιανικής πίστεως έναντι των ψευδών κατηγοριών που αποτελούσαν και τη βασική αιτία των διωγμών.

Ο σημαντικότερος απ' αυτούς είναι ο Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς (πιθ. 100 - περ. 165 μ.Χ.) [1], ο οποίος ανέλαβε το δύσκολο έργο της εναρμόνισης του Χριστιανισμού με την ελληνική φιλοσοφία.

Παρά τη μεταστροφή του στον Χριστιανισμό, ο Ιουστίνος αποδεχόταν τον χαρακτηρισμό φιλόσοφος, «φιλόσοφε χαίρε»[2], ενώ εξακολουθούσε να φέρει τον φιλοσοφικό τρίβωνα σε ένδειξη της παλαιάς του ιδιότητας.

Ο Ιουστίνος δε θεώρησε ποτέ τη θύραθεν φιλοσοφία και γνώση ως ψεύδος και πλάνη. Πιστεύει ότι οι αλήθειες των φιλοσόφων προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από τον προφητικό λόγο, τον οποίο γνώριζαν και αξιοποίησαν ορισμένοι φιλόσοφοι.[3] Επίσης, υποστηρίζει ότι και οι προ Χριστού φιλόσοφοι στους στοχασμούς τους περιέχουν αλήθειες, οι οποίες έχουν φανερωθεί σ' αυτούς ως «σπέρματα ἀληθείας».[4]

Σχετικά με τη θεωρία του σπερματικού λόγου, η ορολογία δεν είναι χριστιανική. Προέρχεται από το λεξιλόγιο της Στωϊκής φιλοσοφίας και τη χρησιμοποίησε ο Ιουστίνος για απολογητικούς σκοπούς, μιας και ο Μάρκος Αυρήλιος στον οποίο απευθύνονταν ην Β' Απολογία ήταν οπαδός της Στωϊκής φιλοσοφίας.[5] Σύμφωνα με τη διδασκαλία των Στωϊκών, ο σπερματικός λόγος νοείται είτε ως ο παγκόσμιος και καθολικός θείος λόγος, είτε ως επί μέρους λόγος. Ως παγκόσμιος και καθολικός λόγος ενυπάρχει μέσα στην ύλη, συνιστώντας την ενδοκόσμια εκείνη δύναμη, τη θεία αρχή, που δημιουργεί, διαπερνά και εμψυχώνει όλα τα επί μέρους όντα. Εφόσον ο κόσμος είναι μια έλλογη ενότητα, είναι φυσικό και τα επί μέρους οργανικά μέλη του να έχουν τους δικούς τους σπερματικούς λόγους, οι οποίοι περιέχονται στον καθολικό θείο λόγο. Στον άνθρωπο ο σπερματικός λόγος είναι η ίδια του η ψυχή.
Έτσι ο άνθρωπος απεικονίζει ουσιαστικά ολόκληρο τον κόσμο, όντας ο ίδιος ένας μικρόκοσμος, εφόσον όλος ο κόσμος νοείται ως σώμα που εμψυχώνεται και συνέχεται από τον καθολικό και παγκόσμιο λόγο. Έργο των σπερματικών λόγων είναι να διασφαλίζουν την ταυτότητα των ανεικειμένων μέσα από την μεταβολή των όντων, όπως και το ανθρώπινο σπέρμα έχει την ιδιότητα να παράγει όντα όμοια μ’ εκείνο από το οποίο προήλθε το σπέρμα

Αυτό που παρατηρούμε είναι ότι στον Στωϊκισμό οι σπερματικοί λόγοι έχουν κυρίως φυσιοκρατικό χαρακτήρα και αποτελούν τις αρχές της γενέσεως, της συντηρήσεως και της λογικής ανελίξεως των όντων, ενώ παράλληλα έχουν πανθεϊστικό χαρακτήρα, κάτι που χαρακτηρίζει ολόκληρη τη στωϊκή φιλοσοφία.[6]

Η περί σπερματικού λόγου διδασκαλία του Ιουστίνου παρουσιάζει διαφορές έναντι της αντίστοιχης διδασκαλίας των Στωϊκών. Πρέπει να αποκλείσουμε την ιδέα ότι κατά τον Ιουστίνο ο σπερματικός λόγος αποτελεί απορροή του καθολικού Λόγου, όπως συμβαίνει με τη Στοά. Επίσης, πρέπει να αποκλείσουμε και την εκδοχή ότι ο σπερματικός λόγος αποτελεί μέρος της ανθρώπινης ψυχής, το λογιστικό. Για τον Ιουστίνο ο σπερματικός λόγος σχετίζεται με τον Λόγο του Θεού, όπως γίνεται λόγος και στον πρόλογο του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου. 

Ο σπερματικός λόγος είναι εκείνη η επενέργεια του Λόγου του Θεού, με την οποία φωτίζοντας τη διάνοια των ανθρώπων, την ανυψώνει και την καθοδηγεί στην μερική ανεύρεση της αλήθειας.[7]
  • Ο Ιουστίνος θέτει στον εαυτό του το εξής ερώτημα˙εφόσον ο Χριστιανισμός περικλείει όλη την αλήθεια και εμφανίστηκε στη γη πριν 150 έτη, όλοι όσοι έζησαν πριν τον Χριστό, δεν μετείχαν στην αλήθεια;
Και η απάντηση που δίνει είναι: «Τόν Χριστόν πρωτότοκον τοῦ Θεοῦ ἐδιδάχθημεν καί προεμηνύσαμεν λόγον ὄντα, οὗ πᾶν γένος ἀνθρώπων μετέσχε ˙ καί οἱ μετά λόγου βιώσαντες Χριστιανοί εἰσι, κἄν ἄθεοι ἐνομίσθησαν, οἷον ἐν Ἕλλησι μεν Σωκράτης καί Ἡράκλειτος καὶ οἱ ὅμοιοι αὐτοῖς, ἐν βαρβάροις δὲ ᾿Αβραὰμ καὶ Ανανίας καὶ ᾿Αζαρίας καὶ Μισαὴλ καὶ ᾿Ηλίας καὶ ἄλλοι πολλοί, ….ὥστε καί οἱ προγενέστεροι ἄνευ λόγου βιώσαντες, ἄχρηστοι καί ἐχθροί τῷ Χριστῷ ἦσαν καί φονεῖς τῶν μετά λόγου βιωσάντων».[8]

Πάντοτε η ανθρωπότητα μετείχε της αποκαλυπτικής ενέργειας του Λόγου. Η ενέργεια αυτή δεν εμφανίστηκε για πρώτη φορά με τη σάρκωση του Υιού, αλλά και την έλευσή Του στον κόσμο, η ενέργεια φώτιζε τους ανθρώπους. Όσοι απ αυτούς, όχι μόνο τους άνδρες της Π.Δ. που δέχθηκαν την αποκάλυψη του άσαρκου Λόγου, αλλά και τους φιλόσοφους που καθοδηγούνταν από το σπερματικό θείο λόγο, έζησαν σύμφωνα με τις επιταγές της λογικής τους φύσης ήταν Χριστιανοί και κατ' επέκταση δεκτικοί της σωτηρίας.[9]

Κατά τον Ιουστίνο, σε ορισμένους φιλοσόφους υπήρξε μια ατελέστερη μορφή αποκάλυψης δια των σπερμάτων του Λόγου, «διά τό ἔμφυτον παντί γένει ἀνθρώπων σπέρμα τοῦ Λόγου».[10] Η αποκάλυψη εδώ έχει καταχρηστική έννοια. Δηλαδή, δεν πρόκειται για αποκάλυψη με την κύρια έννοια του όρου, αλλά για ένα είδος φανέρωσης του Θεού στους φιλοσόφους και κυρίως σ΄ εκείνους που είχαν τις προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο. Η αλήθεια που διδάσκουν οι φιλόσοφοι είναι αποσπασματική, τμηματική και εκφράζει μόνο ένα μέρος της αλήθειας. 

Είναι αναμφισβήτητο το γεγονός ότι τα σπέρματα του Λόγου που υπάρχουν σε κάθε άνθρωπο είναι θεία δωρεά και φέρνουν τον άνθρωπο σε κοινωνία με τον Θεό. Ορισμένοι φιλόσοφοι αξιοποίησαν σε τέτοιο βαθμό τη δωρεά του Θεού και έφθασαν σε σημαντικά επιτεύγματα: «Οὐχ ὅτι ἀλλότρια ἐστι τά Πλάτωνος διδάγματα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλ΄ ὅτι οὐκ ἔστι πάντη ὅμοια, ὥσπερ οὐδέ τά τῶν ἄλλων, Στωϊκῶν τε καί ποιητῶν καί συγγραφέων. Ἕκαστος γάρ τίς ἀπό μέρους τοῦ σπερματικοῦ θείου Λόγου τό συγγενές ὁρῶν καλῶς ἐφθέγξατο».[11]

Ο Ιουστίνος υποστηρίζει ότι από όλους τους φιλοσόφους ο Σωκράτης είναι «ὁ πάντων εὐτονώτερος πρός τοῦτο γενόμενος». Η γνώση του Χριστού από τον Σωκράτη δε σήμαινε προσωπική γνωριμία του φιλοσόφου με τον Λόγο, ούτε αποκάλυψη κατά το πρότυπο των Προφητών, αλλά ήταν προϊόν της δύναμης του φυσικού ανθρώπινου λόγου. Έτσι λοιπόν, τις αλήθειές του ο Σωκράτης «συνῆγε λόγῳ ἀληθεῖ καί ἐξεταστικῶς»[12], δηλαδή δια της λογικής έρευνας και της θεωρίας. Από τη διδασκαλία του Σωκράτη τελικά «οὐδείς ἐπείσθη», παρά το γεγονός ότι όσα είπε είναι προϊόντα του σπερματικού λόγου.[13]

Τόσο ο Ιουστίνος όσο και άλλοι Απολογητές αναγνωρίζουν στη φιλοσοφική σκέψη ψήγματα αλήθειας και δε διστάζουν να δανειστούν έννοιες και εκφράσεις της φιλοσοφίας στις οποίες έδωσαν χριστιανικό περιεχόμενο. Η περί σπερματικού λόγου θεωρία του Ιουστίνου, αλλά και η εν γένει θετική στάση που κράτησε έναντι της φιλοσοφίας έθεσαν τις βάσεις για την έναρξη ενός γόνιμου διαλόγου και ήταν ένα σημείο συνάντησης μεταξύ χριστιανισμού, ελληνισμού και ιουδαϊσμού. Μέσα από τη σκέψη των Απολογητών βλέπουμε και την πρώτη ουσιαστική συνάντηση μεταξύ χριστιανικής θεολογίας και ελληνικής σκέψης.

Βιβλιογραφία:

1 Περί του Ιουστίνου βλ. σχετικά Χρήστου Π., «Ιουστίνος», ΘΗΕ 6(1965)972-973 ˙ Σκουτέρη Κων/νου, Ιστορία Δογμάτων, τ, Α, Αθήνα 1998, Θεοδώρου Ανδρέα, Ιστορία των Δογμάτων. Η ιστορία του Δόγματος από των Αποστολικών χρόνων μέχρι της Α' εν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου. Μέρος Δεύτερον. Η ιστορία του Δόγματος από της εποχής των Απολογητών μέχρι του 318 μ.Χ., τ. Α, εν Αθήναις 1978.
2 Ιουστίνου, Διάλογος προς Τρύφωνα Ιουδαίο, P.G. 6, 472A.
3 Ιουστίνου, Απολογία Α', P.G. 6, 396A , 416C-420B.
4 «Παρά πᾶσι σπέρματα ἀληθείας δοκεῖ εἶναι», Ιουστίνου, Απολογία Α', P.G. 6, 396Β ˙ Σκουτέρη, Ιστορία Δογμάτων, σελ. 222.
5 Θεοδώρου Α., Ιστορία Δογμάτων, σελ. 47.
6 Θεοδώρου Α., Ιστορία Δογμάτων, 47-48 ˙ Μαρτζέλος Γ., «Η θεολογία του σπερματικού λόγου και η σημασία της για τους θεολογικούς και διαθρησκειακούς διαλόγους», Διεθνές Διαθησκειακό Συμπόσιο “Ορθόδοξη προσέγγιση για μια θεολογία των Θρησκειών”, Θεσσαλονίκη 14-15 Μαρτίου 2013.
7 Θεοδώρου, Ιστορία Δογμάτων, 48-49.
8 Ιουστίνου, Απολογία Α', P.G. 6,397C.
9 Θεοδώρου, Ιστορία Δογμάτων, σελ. 50.
10 Ιουστίνου, Απολογία Β', P.G. 6,457Α.
11 Ιουστίνου, Απολογία Β’, P.G. 6,465B-C˙Σκουτέρη, Ιστορία Δογμάτων, σελ. 222-223.
12 Ἰουστίνου, Ἀπολογία Α’, P.G. 6, 336Β.
13 Σκουτέρη, Ιστορία Δογμάτων, σελ. 223.[1]

Επιτρέπεται η ελεύθερη χρήση του υλικού με αναφορά στην πηγή προέλευσής του. Πηγή sophia-ntrekou.gr | Αέναη επΑνάσταση


Άγιος Ιουστίνος ο Φιλόσοφος και Μάρτυς, 
ένας ανήσυχος κυνηγός της Αλήθειας

Η θεωρία του σπερματικού λόγου  στη θεολογία του Ιουστίνου.

Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης 
Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.

Ο Χριστιανισμός εμφανίστηκε στον κόσμο σαν μία πνευματική επανάσταση. Στην επαναστατική διδασκαλία του Χριστιανισμού αντέδρασε το κατεστημένο της τότε εποχής. Το κατεστημένο, όχι μόνον υπό την έννοια της αντιδραστικής τάξεως των αρχόντων, αλλά και υπό την έννοια ορισμένων ταπεινωτικών για τον άνθρωπο ηθικών αρχών, τις οποίες εδέχετο και εφήρμοζε ο λαός. Όταν υποταγεί κανείς εις τα πάθη και τις κακίες του, συνηθίζει σ' αυτή την κατάσταση, όποιος επιχειρήσει να τον βγάλει απ' αυτήν, γίνεται εχθρός του.

Με πρωτοφανή εχθρότητα λοιπόν αντιμετωπίστηκε ο Χριστιανισμός στα πρώτα του βήματα από το πάσης φύσεως κατεστημένο. Επαγγελματίες που δεν τους συνέφερε η λιτή και απλή χριστιανική ζωή, φιλόσοφοι που έχαναν τους μαθητάς των και ο όχλος που δεν εύρισκε στον Χριστιανισμό τον κόλακα αλλά τον τιμητή των κακιών του, ξεσήκωσαν πρωτοφανή εκστρατεία κατασυκοφαντήσεως και αποδυναμώσεως του Χριστιανισμού.

Η αλήθεια, μία αλήθεια που αιώνες περίμενε η ανθρωπότητα, καθόταν στο εδώλιο του κατηγορουμένου, όπως συμβαίνει συνήθως σε κάθε εποχή. Και σε κάθε εποχή, ο γνήσιος άνθρωπος, ο ασυμβίβαστος, ο ανήσυχος, ο δυναμικός άνθρωπος, καλείται να διαλέξει ανάμεσα στο ψεύδος και την αλήθεια, έστω κι αν αυτό σημαίνει γκρέμισμα και αφανισμό της προηγούμενης πνευματικής του υποδομής και υλική κακοπάθεια.

Το δρόμο και τα βήματα που οδήγησαν στην αλήθεια μία εκλεκτή προσωπικότητα του δεύτερου αιώνος μετά Χριστόν, της ταραγμένης αυτής εποχής, κατά την οποία ο Χριστιανισμός γνήσιος, ενθουσιώδης και αγωνιστικός, ξεχυνόταν μέσα στη λυσσασμένη αντίδραση των πολλών, για να κατακτήσει τον κόσμο, θα παρακολουθήσουμε εδώ σύντομα.

Ανήσυχος στη νεότητά του μας παρουσιάζει ο Ιουστίνος, ο υιός του Πρίσκου και εγγονός του Βακχείου, Οι γονείς του, εξελληνισμένοι Ρωμαίοι, ζούσαν στη Φλαβία Νεάπολη, η οποία κτίσθηκε πάνω στα ερείπια της αρχαίας σαμαρειτικής πόλεως Συχέμ, εκεί όπου ο Χριστός υποσχέθηκε να δώσει στη Σαμαρείτιδα το ζωντανό νερό της διδασκαλίας του, που σβήνει για πάντα την πνευματική δίψα. Σ' αυτό το νερό έσβησε και ο νεαρός Ιουστίνος τη δίψα του, αφού δοκίμασε πολλές άλλες πηγές. Η Φλαβία Νεάπολη με τη συνένωση του αρχαίου σαμαρειτικού της παρελθόντος και του ελληνορωμαϊκού παρόντος ήταν ένα αξιόλογο κοσμοπολίτικο κέντρο. Κυκλοφορούσαν στην ατμόσφαιρα της όλα τα θρησκευτικά και φιλοσοφικά ρεύματα και ήταν έτσι ένα ιδανικό περιβάλλον για μεταφυσικές αναζητήσεις.

Μεγαλωμένος στο ειδωλολατρικό περιβάλλον της οικογένειας του, ειδωλολάτρης εκ καταγωγής, ψάχνει κατ' αρχήν μέσα στο χώρο του εθνικού κόσμου να βρει λύση στα μεταφυσικά του προβλήματα, να συναντήσει την αλήθεια. Την περιπλάνηση του από τη μία φιλοσοφική σχολή στην άλλη, μας την περιγράφει παραστατικά ο ίδιος στην αρχή ενός διαλογικού του έργου, στο «Διάλογο προς Τρύφωνα», όπου διασώζετο τη συζήτηση που έκανε με ένα Εβραίο αρχιραβίνο. Παίρνοντας αφορμή από ερώτηση του Εβραίου για το ποια είναι η φιλοσοφία του, εκθέτει με ζωντάνια της αναζητήσεις του. Πίστευε από την αρχή ότι η φιλοσοφία είναι το πιο μεγάλο και πιο τίμιο ανάμεσα σ' όλα τα αποκτήματα του ανθρώπου. Σκοπός της είναι να οδηγήσει τον άνθρωπο κοντά στο Θεό.

Πραγματικοί δε όσιοι είναι αυτοί που έχουν στρέψει το νου τους σ' αυτή την προσπάθεια. Από πόθο λοιπόν να γίνει και αυτός αληθινός φιλόσοφος έγινε μαθητής ενός στωικού φιλοσόφου. Παρέμεινε αρκετό καιρό κοντά του, αλλά μάταια περίμενε να ακούσει κάτι ουσιαστικό περί του Θεού ο δάσκαλος του, εκτός του ότι δεν εγνώριζε τα σχετικά προβλήματα, έλεγε επί πλέον ότι δεν είναι αναγκαία αυτή η γνώση. Εγκαταλείπει πικραμένος τον στωικό φιλόσοφο, για να έλθει στη σχολή ενός φημισμένου περιπατητικού φιλοσόφου. Η απογοήτευση του εδώ είναι μεγαλύτερη∙ γιατί από την πρώτη κιόλας ημέρα ο μεγάλος διδάσκαλος του εζήτησε να ορίσουν τα δίδακτρα, ώστε να μη αποβαίνει ανωφελής η φοίτηση. Στη χρηματική αμοιβή έβλεπε ο φιλόσοφος την ωφέλεια της φιλοσοφίας. Αυτό έδειχνε ότι δεν  ήταν καν φιλόσοφος. Τον εγκαταλείπει λοιπόν και αυτόν με μεγαλωμένη τη λαχτάρα να βρει ένα σωστό φιλόσοφο. «Της δε ψυχής έτι μου σπαργώσης ακούσαι το ίδιον και το εξαίρετον της φιλοσοφίας, προσήλθον ευδοκιμούντι μάλιστα Πυθαγορείο, ανδρί πολύ επί τη σοφία φρονούντι» 1.

Στον Πυθαγόρειο πίστεψε ότι θα σταματούσε το σπαρτάρισμα της ψυχής του και εύρισκε την αλήθεια. Άλλες όμως δυσκολίες τον περιμένουν εδώ∙ ο πυθαγόρειος σαν αναγκαία προϋπόθεση για τη γνώση της φιλοσοφίας του συνέστησε να μάθει μουσική, αστρονομία και γεωμετρία. Η αγωνία του Ιουστίνου να πλησιάσει την αλήθεια. Όσο το δυνατόν γρηγορότερα, τον οδήγησε να απορρίψει τη σύσταση του πυθαγορείου διδασκάλου, γιατί η μάθηση αυτών των πραγμάτων θα απαιτούσε πολύ χρόνο. Μέσα στην αμηχανία του για το τι έπρεπε στη συνέχεια να κάμει, σκέφθηκε να επισκεφθεί τους Πλατωνικούς, που κι αυτοί είχαν μεγάλη φήμη.  Σ' ένα πλατωνικό λοιπόν φιλόσοφο που μόλις είχε φθάσει στην πόλη τους προσεκολλήθη Ιουστίνου στο τέλος των αναζητήσεων του. Με πολύ ενθουσιασμό άκουγε τις πλατωνικές απόψεις για τον νοητό κόσμο, για τη θεωρία των ιδεών, και πίστευε πως σε λίγο θα έφθανε στο στόχο της πλατωνικής φιλοσοφίας, στη θέα δηλαδή του Θεού. Ας ακούσουμε πόσο δυνατά μας το λέγει ο ίδιος∙ «Και με ήρει σφόδρα η των ασωμάτων νόησις, και η θεωρία των ιδεών ανεπτέρου μου την φρόνησιν, ολίγου τε εντός χρόνου ώμην σοφός γενονέναι και υπό βλακείας ήλπιζον αυτίκα κατ' όψεσθαι τον θεόν∙ τούτο γαρ τέλος της Πλάτωνος φιλοσοφίας» 2.

Ο Πλατωνισμός ικανοποίησε κατ' αρχήν τον Ιουστίνο. Οι αμφιβολίες όμως άρχισαν σιγά-σιγά να τον δέρνουν και πάλι∙ το κενό που ένιωθε μέσα του από την αρχή δεν είχε γεμίσει ολόκληρο. Κάτι τελειότερο πρέπει να υπάρχει∙ ποιος όμως θα τον χειραγωγούσε προς τα εκεί; Έπειτα δεν υπήρχε άλλο σοβαρό φιλοσοφικό ή θρησκευτικό σύστημα, για να ζητήση τη βοήθειά του. Το Χριστιανισμό τον αντιμετώπιζαν με ειρωνεία και σαρκασμό οι φιλόσοφοι σαν θρησκεία των βαρβάρων και  γραμμάτων, αλλά και στο λαό, λόγω της ηθικής του αυστηρότητος, δεν ήταν συμπαθής.

Η διαίσθηση όμως του Ιουστίνου τον έστρεφε διαρκώς προς τα εκεί. Ορισμένα στοιχεία της ζωής των Χριστιανών του είχαν κάμει ιδιαίτερη εντύπωση. Μήπως όλα όσα διέδιδαν για το Χριστιανισμό ήσαν πλεκτάνη και συκοφαντία και ψεύδη, που είχαν σκοπό να αποδυναμώσουν την έλξη του και να τον κάνουν ακίνδυνο για το κατεστημένο; Κυρίως δυο πλευρές της ζωής των Χριστιανών έβαλαν σε σκέψεις τον πλατωνικό μας φιλόσοφο. Η καθαρότης, αυστηρότης της ηθικής των ζωής και η αφοβία και το θάρρος με τα οποία αντιμετώπιζαν το θάνατο. Συγκρίνει τα στοιχεία αυτά με τα αντίστοιχα της ζωής των Εθνικών και διαπιστώνει την υπεροχή τους. Καμία φιλοσοφία δεν είχε τη δύναμη να βελτιώσει τόσο πολύ την πνευματική κατάσταση της ανθρωπότητας. Η σαρκολατρία και η πορνεία εσφράγιζαν και εμόλυναν την ατμόσφαιρα της ηθικής ζωής των Εθνικών∙ ο άνδρας οδηγούσε ο ίδιος τη γυναίκα του στη διαφθορά, δεν δίσταζε δε και να διαφθείρει ο ίδιος την κόρη του. Οι υψηλότερες ιδέες περνούσαν απαρατήρητες. Κανένας δεν πείσθηκε από το Σωκράτη να πεθάνει υπέρ της διδασκαλίας του, ακόμη και από τους φιλοσόφους. Στο Χριστιανισμό αντιθέτως όλοι ασκούν τέτοια ηθική, ώστε και η επιθυμία μόνον και το πονηρό βλέμμα θεωρούνται αμαρτία. Χιλιάδες είναι εκείνοι που πέθαναν για την πίστη τους στο Χριστό, απλοϊκοί άνθρωποι και αγράμματοι 3.

Οι σκέψεις αυτές συνέφεραν τον Ιουστίνο από τις πλατωνικές ονειροπολήσεις του. Είδε στο Χριστιανισμό τη φιλοσοφία που έχει τη δύναμη να αλλάξει πνευματικά τον άνθρωπο τόσο, ώστε με αφοβία να αντιμετωπίζει τον θάνατο. Και στο στάδιο αυτό κάποια ημέρα που βγήκε περίπατο για περισυλλογή και αυτοσυγκέντρωση, ένας Χριστιανός πρεσβύτης του εγκρέμισε όλα τα πλατωνικά κατάλοιπα και του άνοιξε το δρόμο για το φως και την αλήθεια. «Από τότε, λέγει, άναψε θεϊκή φωτιά μέσα μου, και με εκυρίευσε ιδρώτας για τους άνδρας που είναι φίλοι και κήρυκες του Χριστού. Βρήκα επί τέλους την αληθινή φιλοσοφία και έγινα πραγματικός φιλόσοφος» 4 

Χριστιανός πλέον ο Ιουστίνος δεν εγκαταλείπει το φιλοσοφικό τρίβωνα∙ τον φορεί τώρα με περισσότερη σιγουριά, γιατί βρήκε την αλήθεια. Ιδρύει χριστιανική φιλοσοφική σχολή στη Ρώμη και είναι τόσο μεγάλη η επιτυχία του, ώστε αδειάζουν οι σχολές των εθνικών φιλοσόφων. Ο κυνικός φιλόσοφος Κρήσκης, τον οποίον αποστόμωσε σε δημόσια φιλοσοφική συζήτηση, τον καταγγέλλει ως Χριστιανό. Και ενώπιον του έπαρχου της Ρώμης Ρουστικού δίδεται στον Ιουστίνο η ευκαιρία να κάνει και αυτός αυτό που εθαυμαζε στους Χριστιανούς∙ να σταθεί άφοβα μπροστά στην απειλή του θανάτου.

- Ποια είναι η φιλοσοφία σου; Τον ρωτά ο έπαρχος.

- Προσπάθησαν πολλές φιλοσοφίες να μάθω, αναπαύθηκα όμως στη Χριστιανική φιλοσοφία, έστω κι αν αυτή δεν αρέσει στους ψευδοδόξους, είναι η απάντηση του μάρτυρος.[5]

Αυτή τελικώς τον οδήγησε στο θάνατο το 165 μ.Χ μαζί με έξη από τους μαθητάς της Σχολής του. Το μαρτύριο του σφράγισε τη φιλοσοφία του∙ και τα δύο μαζί έγιναν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ανήσυχου κυνηγού της αλήθειας. Σ' όλους είναι γνωστός ως Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς.

Στις αναζητήσεις των πνευματικών ανθρώπων της εποχής μας, των νέων κυρίως, που ανάμεσα στις πολλές φιλοσοφίες του καιρού μας ψάχνουν για την αλήθεια, ο Ιουστίνος είναι πρότυπο πνευματικού οδηγού. Ταιριάζει πολύ στον τύπο του σύγχρονου πνευματικού ανθρώπου∙  ανήσυχος, ερευνητικός, χωρίς φανατισμούς και προκαταλήψεις, ελέγχει, συζητά, δοκιμάζει. Δεν κατεδίκασε εξ' ολοκλήρου τις φιλοσοφίες που γνώρισε, πριν γίνει Χριστιανός τις τοποθέτησε απλώς στις πραγματικές τους διαστάσεις. Είναι ανθρώπινα, ατελή κατασκευάσματα, περιέχουν σπέρματα μόνο της αλήθειας. Ο Χριστιανισμός είναι η ολοκλήρωση της αλήθειας, η φανέρωση του ίδιου του Λόγου στο πρόσωπο του Χριστού. Πέρα λοιπόν από οποιαδήποτε ανθρώπινη φιλοσοφία οδηγεί τους κυνηγούς της αλήθειας ο Ιουστίνος. Τους οδηγεί ακόμη και πέρα από τον Χριστιανισμό, όπως κατάντησε μέσα στον  κόσμο, με τους τόσους ιστορικούς του συμβιβασμούς, προς τον γνήσιο Χριστιανισμό, στο Χριστιανισμό που ενθουσίασε και είλκυσε και τον ίδιο. Σ' ένα Χριστιανισμό που κάνει τη θεωρία πράξη, που την αγάπη, την ισότητα, την εγκράτεια, την αγνότητα, της αδελφοσύνη, δεν τα περιορίζει στη διδασκαλία, αλλά τα επεκτείνει και στη ζωή. Στον εφαρμοσμένο Χριστιανισμό βρήκε ο Ιουστίνος την αληθινή φιλοσοφία και την αφοβία μπροστά στο θάνατο. Ότι εθαύμαζε στη ζωή των Χριστιανών, το εφήρμοσε και ο ίδιος, δεν υπάρχει καλύτερη μέθοδος «φιλοσόφου βίου».

Εκ του περιοδικού Θεοδρομία τεύχος 1 Ιανουάριος -Μάρτιος 2008

1) Διάλογος προς Τρύφωνα, 2, ΕΠΕ Απολογηταί 1,264-268.

2) Αυτόθι.

3) Απολογία Α' 15, ΕΠΕ, Απολογηταί 1,96 Απολογία Β', 10, Αυτόθι, 220 και Απολογία Β', 12, Αυτόθι 222.

4) Διάλογος προς Τρύφωνα, 8, Αυτόθι 284: «Εμού δε παραχρήμα πυρ εν τη ψυχή ανήφθη και έρως έχει με των προφητών και των ανδρών εκείνων οι εισί Χριστού φίλοι∙ διαλογιζόμενος τε προς εμαυτόν τους λόγους αυτού ταύτην μόνην εύρισκον φιλοσοφίαν ασφαλή τε και σύμφορον».

5) Μαρτύριον των αγίων Ιουστίνου, Χαρίτωνος, Χαρίτους, Ευελπίστου, Ιέρακος, Παίονος και Λιβεριανού 2 εν Π. ΧΡΗΣΤΟΥ, Τα Μαρτύρια των αρχαίων Χριστιανών ΕΠΕ, σελ. 90.Ρούστικος έπαρχος είπε: Ποίους λόγους μεταχειρίζη; Ιουστίνος είπε∙Πάντας λόγους επειράθην μαθείν, συνεθέμην δε τοις αληθέσι λόγοις, τοις των Χριστιανών, καν μη αρέσκωσι τοις ψειδολόγοις.

Η θεωρία του σπερματικού λόγου  στη θεολογία του Ιουστίνου.

Υμνολογικά:

Ἀπολυτίκιον: Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ: Φιλοσοφίας ταὶς ἀκτίσιν ἐκλάμπων, θεογνωσίας ὑποφήτης ἐδείχθης, σαφῶς παραταξάμενος κατὰ τῶν δυσμενῶν σὺ γὰρ ὠμολόγησας, ἀληθείας τὴν γνῶσιν, καὶ Μαρτύρων σύσκηνος, δι' ἀθλήσεως ὤφθης, μεθ' ὧν δυσώπει πάντοτε Χριστόν, ὢ Ἰουστίνε, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.

Κοντάκιον Ήχος β'. Τους ασφαλείς: Τον αληθή, της ευσεβείας κήρυκα, και ευκλεή, των μυστηρίων ρήτορα, Ιουστίνον τον φιλόσοφον, μετ' εγκωμίων ευφημήσωμεν δυνάμει γαρ σοφίας τε και χάριτος, τον λόγον κατετράνωσε της πίστεως, αιτούμενος πάσι θείαν άφεσιν.

Μεγαλυνάριον: Χάριτι σοφίας καταυγασθείς, ως αυτοσοφίαν, εθεράπευσας τον Χριστόν, υπέρ ου ενδόξως, αθλήσας Ιουστίνε, συν τούτω εις αιώνας, δοξάζη ένδοξε.

Έργα του Ιουστίνου σε νεοελληνική μετάφραση

• Άγιος Ιουστίνος ο Φιλόσοφος, Προς τους Έλληνες Λόγος παραινετικός προς τους Έλληνες. Περί μοναρχίας. Ερωτήσεις Ελλήνων και απαντήσεις χριστιανών, μετάφραση: Νικόλαος Καλομπάτσος, Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις, 2008
• Ιουστίνος, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια του Παναγιώτη Χρήστου, Απολογητές τομ. 1, εκδ. Πατερικές εκδόσεις Γρηγόριος Παλαμάς, Θεσσ/ίκη 1985

Συγγράμματα του Ιουστίνου του Μάρτυρα:

Η θεωρία του σπερματικού λόγου  στη θεολογία του Ιουστίνου.

παπα Γιώργης Δορμπαράκης

«Ο άγιος Ιουστίνος ήταν από τη Φλαβία Νεάπολη της Συρίας, υιός του Πρίσκου του Βακχείου. Ήλθε στη Ρώμη, στον Αντωνίνο τον βασιλιά, εναντιούμενος στην πλάνη των ειδώλων, και επέδωσε λιβέλλους υπέρ της εις Χριστόν πίστεως και ομολογίας, με τις οποίες απεδείκνυε την αλήθεια και τη δύναμη της πίστεως αυτής, ενώ γκρέμιζε με βάση την Αγία Γραφή τις ειδωλολατρικές πλάνες. Επειδή τον φθόνησε ο φιλόσοφος Κρήσκης, φονεύτηκε, αφού προηγουμένως όμως υπέστη πολλά βασανιστήρια. Ο άγιος Ιουστίνος, λόγω της καθαρότητας και της αγιότητας της ζωής του, κι αφού έφτασε στο πιο ψηλό σημείο αρετής και γέμισε εντελώς από κάθε θεϊκή και ανθρώπινη σοφία, άφησε σε όλους τους πιστούς συγγράμματα που είναι πλήρη από κάθε σοφία και ωφέλεια. Διότι προσφέρουν τη γνώση του Θεού σε όλους όσοι θα τα μελετήσουν».

Η ακολουθία της ημέρας δεν επικεντρώνει μόνον στον άγιο Ιουστίνο, τον φιλόσοφο και μάρτυρα. Επειδή μαζί με αυτόν μαρτύρησαν και άλλοι μάρτυρες, όπως οι άγιοι Ιουστίνος (άλλος αυτός), Χαρίτων, Χαριτώ, Ευέλπιστος, Ιέραξ, Πέων και Βαλλεριανός, γι' αυτό και οι ύμνοι αναφέρονται γενικά σε όλους, ελάχιστα δε σε μόνο τον άγιο φιλόσοφο Ιουστίνο. Ο Ιουστίνος όμως είναι εκείνος που κατέχει την ξεχωριστή θέση μεταξύ όλων, δεδομένου ότι είναι "ο ιδρυτής της πρώτης χριστιανικής θεολογικής σχολής και αποτελεί νέα και συγκλονιστική παρουσία στην Εκκλησία". Και τούτο γιατί ναι μεν "μέρος από τη θεολογική του σκέψη δεν έγινε Παράδοση της Εκκλησίας, όμως η Εκκλησία δεν δυσκολεύτηκε να τον κατανοήση και να τον τιμήση, διότι ο διδάσκαλος Ιουστίνος, που ήταν μόνο λαϊκός, έγινε μάρτυρας της πίστεώς της και διότι πρώτος αυτός, έστω και χωρίς απόλυτη επιτυχία, επιχείρησε σοβαρά, με τόλμη και σύνεση, να αντιπαραβάλη τη χριστιανική αλήθεια στη φιλοσοφική σκέψη και μάλιστα την πλατωνική" (Στυλ. Παπαδόπουλος).

Βεβαίως όταν η Εκκλησία μας τον χαρακτηρίζει φιλόσοφο δεν έχει κατά νου τον θύραθεν φιλόσοφο που δημιουργεί ένα δικό του φιλοσοφικό σύστημα, ανεξάρτητα από την εις Χριστόν πίστη. Μία τέτοια περίπτωση μπορεί να τιμηθεί από την ιστορία της φιλοσοφίας, όχι όμως από τη χριστιανική πίστη, η οποία αποκλειστικά και μόνο στηρίζεται στην αποκάλυψη του Θεού, σε πρώτη φάση της Παλαιάς Διαθήκης, σε δεύτερη και τέλεια της Καινής με τον ερχομό του ενανθρωπήσαντος Θεού Ιησού Χριστού. Τον χαρακτηρίζει φιλόσοφο, διότι αφενός είχε φιλοσοφική κατάρτιση - άλλωστε μέχρι να καταλήξει στον χριστιανισμό πέρασε από διάφορες φιλοσοφίες που τον άφησαν όμως ανικανοποίητο - αφετέρου χρησιμοποίησε τη φιλοσοφία ως όργανο εκφράσεως της ευαγγελικής αλήθειας. Κι αυτό σημαίνει ότι εκείνο που έφλεγε την καρδιά του αγίου ήταν τελικά η σοφία του Θεού και όχι η ανθρώπινη εκδοχή της. 

Η υμνολογία μας το επισημαίνει: "Κοσμημένος ο σοφός Ιουστίνος από τη σοφία του Θεού, έδειξε με τη χάρη του Θεού την ανοησία της φιλοσοφίας των Ελλήνων και έπεισε τους ανθρώπους να προσκυνούν την Τριάδα και να κραυγάζουν ορθόδοξα: Είσαι ευλογημένος ο Θεός των Πατέρων μας" ("Σοφία Θεού Ιουστίνος ο σοφός κεκοσμημένος, την των Ελλήνων απεμώρανε φιλοσοφίαν εν χάριτι, πείσας προσκυνείν την Τριάδα, ορθοδόξως κραυγάζειν τε: Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών") (ωδή ζ΄).

Ο άγιος Ιουστίνος είπαμε ότι πέρασε από διάφορες φιλοσοφίες μέχρι να φτάσει στην πίστη του Χριστού. Κι η πίστη του αυτή δεν υπήρξε αποτέλεσμα των φιλοσοφικών ερευνών του. Κανείς από μόνος του δεν γίνεται χριστιανός, αν δεν κληθεί και δεν ελκυσθεί από τον ίδιο τον ζωντανό Θεό. Ο ίδιος ο Κύριος το αποκάλυψε: "Ουδείς δύναται ελθείν προς με, εάν μη ο Πατήρ ο πέμψας με ελκύση αυτόν" (Κανείς δεν μπορεί να έλθει σε εμένα, εάν ο Πατέρας μου που με έστειλε δεν τον ελκύσει). Ο άγιος Ιουστίνος κλήθηκε από τον ίδιο τον Θεό, γιατί βεβαίως αναζητούσε γνήσια την αλήθεια. Συνέβη σ' αυτόν ό,τι και στον απόστολο Παύλο και ό,τι σε άλλους αγίους: με έναν ξεχωριστό τρόπο του υποδείχτηκε η αλήθεια. 

Σ' ένα από τα σπουδαία έργα του, τον "Διάλογον προς Τρύφωνα τον Ιουδαίον" περιγράφει με φιλολογικό τρόπο την κλήση του προς τον Χριστό. "Κουρασμένος από τις αναζητήσεις του και ποθώντας ειλικρινά την αλήθεια, περιδιάβαζε μελαγχολικός και στοχαζόμενος σε κάποια παραλία (πιθανόν της Εφέσου), όπου συνάντησε μυστηριώδη σεβάσμιο γέροντα. Αυτός του τόνισε ότι η φιλοσοφία δεν μπορεί να θεραπεύσει την εσώτατη περί Θεού ζήτηση του ανθρώπου και του υπέδειξε τη μοναδική σημασία των προφητών, οι οποίοι 'μόνοι και είδαν και εξήγγειλαν την αλήθεια στους ανθρώπους'" (Στυλ. Παπαδόπουλος). 

Ο υμνογράφος της ακολουθίας του κάνει τον παραλληλισμό με τον απόστολο Παύλο, χωρίς όμως να αναφέρει συγκεκριμένα τι συνέβη στην κλήση του αγίου. "Δέχτηκες από τον ουρανό την κλήση, όπως ο θεσπέσιος Παύλος, θεόσοφε, κι αφού έζησες τον ίσιο δρόμο με άριστο τρόπο, πέρασες στο στάδιο του μαρτυρίου" ("Ουρανόθεν την κλήσιν δεξάμενος, ώσπερ ο θεσπέσιος Παύλος, θεόσοφε, ευθυδρομήσας άριστα, μαρτυρίου το στάδιον ήνυσας") (ωδή ς΄).

Η περίπτωση του αγίου Ιουστίνου είναι αξιοθαύμαστη, γιατί επιβεβαιώνει για μία ακόμη φορά ότι όπου υπάρχει γνήσια αναζήτηση της αλήθειας, εκεί έχουμε φανέρωση του Θεού και ο άνθρωπος βρίσκει το μοναδικό και βέβαιο στήριγμα της ζωής του. Όπως ακριβώς και με τον άγιο: "Κατείχες τον Χριστό στην καρδιά σου ως στερέωμα, Ιουστίνε" ("Στερέωμα Χριστόν εν τη καρδία σου κατέχων, Ιουστίνε") (ωδή γ').

Η «ΚΑΡΔΙΑ» ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ
ΤΟΥ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΟΣ

Ένας ύμνος από την υμνολογία του αγίου Ιουστίνου έρχεται και φωτίζει τον εσωτερικό του αγώνα, αποκαλύπτοντάς μας, κατά τη θεώρηση του αγίου υμνογράφου του, το πνευματικό επίπεδο στο οποίο βρισκόταν. «Στερέωμα Χριστόν ἐν τῇ καρδίᾳ σου κατέχων, ἀνδρείως ἀντικατέστης, Ἰουστίνε, τῷ δικάζοντι ἀνομεῖν παρανόμως σε προστάττοντι» (ὠδή γ'). Δηλαδή: Έχοντας βαθιά μέσα στην καρδιά σου τον Χριστό ως βάση και στερέωμά σου, Ιουστίνε, αντιμετώπισες με ανδρεία τον δικαστή που σε πρόσταζε με παράνομο τρόπο να ανομήσεις και να προδώσεις τον Θεό.

Ο άγιος ήταν φιλόσοφος με την έννοια της αναζήτησης της αλήθειας, μέχρις ότου βρήκε «τήν μόνην ἀληθῆ τε και ξύμφορον φιλοσοφίαν», δηλαδή την πίστη στον Κύριο Ιησού Χριστό, πίστη στην οποία προσκολλήθηκε τόσο που έδωσε και την ίδια τη ζωή του γι’ αυτήν γινόμενος μάρτυρας. Κι αυτό γιατί διαπίστωσε από την ίδια του την εμπειρία ότι ο Χριστός δεν ήταν απλώς ένας σπουδαίος ίσως άνθρωπος που κάλυπτε κάποια «κενά» μιας κοσμοθεωρίας, αλλά ο Ίδιος ο Θεός που έγινε άνθρωπος, συνεπώς γέμιζε την καρδιά και την ύπαρξή του όλη μ’ εκείνο το «πυρ» που φωτίζει τον άνθρωπο και κατακαίει τα πάθη που θέτουν φραγμό στην εύρεση του ζωντανού και αληθινού Θεού. 

Ο άγιος με άλλα λόγια ήταν από τους πρώτους διανοητές που συνειδητοποίησε με τη χάρη ασφαλώς του Θεού ότι το κυρίαρχο στοιχείο για να ζήσει πράγματι ο άνθρωπος με νόημα στη ζωή του δεν είναι η λογική του, αλλά η καρδιά του, κι έτσι έγινε μέτοχος κι αυτός της φλόγας του Παρακλήτου που περιέλαμψε τους μαθητές του Κυρίου κατά την ημέρα της Πεντηκοστής. Κατά τον λόγο του Χριστού: «πῦρ ἦλθον βαλεῖν καί τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη».

Λοιπόν, τι σημειώνει με διεισδυτικό τρόπο ο υμνογράφος ως στόμα της Εκκλησίας; Ότι ο άγιος είχε φτάσει στο ανώτερο δυνατό σημείο της πνευματικής ζωής, κατά το οποίο έχει ξεπεραστεί και ο ίδιος ο φόβος του θανάτου. Ο φόβος του θανάτου είναι σημάδι της «φυσικής» ζωής, της ζωής όπως βιώνεται στον πεσμένο κόσμο της αμαρτίας – είναι το τίμημα ακριβώς της αμαρτίας˙ στη χριστιανική ζωή που ακολουθεί τα χνάρια του αρχηγού της πίστεως Ιησού Χριστού ο φόβος αυτός ξεπερνιέται – μία δειλία βεβαίως είναι «αποδεκτή» καθώς βρίσκεται ο άνθρωπος ακόμη μέσα στον κόσμο τούτο – γιατί ο πιστός άνθρωπος εντάσσεται μέσα σ’ Εκείνον που «ἀνέστη ἐκ νεκρῶν», ζώντας πια το πιο καθοριστικό στοιχείο που αποδεικνύει την υπέρβαση του φόβου, την αγάπη του Χριστού. «Ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τόν φόβον». Λόγια σαν του αποστόλου Παύλου «ἔχω τήν ἐπιθυμίαν εἰς τό ἀναλῦσαι και σύν Χριστῷ εἶναι» ή σαν του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος που λέει ότι «ο άγιος περιμένει με χαρά καθημερινά τον θάνατο», δεν παραξενεύουν τον χριστιανό. Απλώς αναμετριέται με το επίπεδο αυτό και συνήθως κλίνει την κεφαλή και το γόνυ συνειδητοποιώντας τη μικρότητα και… αντιχριστιανικότητά του˙ γιατί φοβάται ακόμη τον θάνατο.

Ο άγιος Ιουστίνος λοιπόν έχοντας πιστέψει στον Χριστό ζούσε την παρουσία του αγίου Πνεύματος στην ύπαρξή του που του έδινε θάρρος και δύναμη να αντιμετωπίσει τους ισχυρούς της γης την εποχή εκείνη, αλλά και ακόμη με τόλμη και χωρίς φόβο να οδηγηθεί και στον ίδιο τον θάνατο. Κι εδώ έρχεται κατεξοχήν ο άγιος υμνογράφος να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε το «μυστικό» της αφοβίας του αγίου, τι ήταν εκείνο που κυριαρχούσε στην καρδιά του, ώστε αναλόγως να βλέπει και να αντιμετωπίζει τα πράγματα στη ζωή του. «Κατείχε» μάς λέει «τον Χριστό στο βάθος της καρδιάς του κι ο Χριστός ήταν το στήριγμά του». 

Να λοιπόν το «μυστικό» του, αλλά και το μυστικό κάθε αγίου, δηλαδή κάθε μάρτυρα της πίστεως. Αν η καρδιά είναι δεμένη με τον Χριστό, αν Εκείνος, όπως το απεκάλυψε, αποτελεί «τήν πέτραν» πάνω στην οποία έχει θεμελιωθεί το οικοδόμημα της ψυχής, από κει πέρα τίποτε απολύτως δεν μπορεί να γίνει ανάχωμα για την πνευματική πορεία του ανθρώπου. Πρόκειται για την πνευματική πραγματικότητα που αποκαλύπτει επανειλημμένως η Αγία Γραφή, Παλαιά και Καινή, ότι δηλαδή ο πιστός άνθρωπος «ἐστήριξε τήν καρδίαν του ἐν Κυρίῳ», ότι «ἐπ’ Αὐτῷ ἐπεστηρίχθη ἡ ψυχή του», συνεπώς βρισκόμαστε μπροστά σ’ αυτό που «παίζεται» στα μυστικά βάθη του πνεύματος του ανθρώπου.

Και τι σημαίνει συγκεκριμένα ότι ο πιστός έχει στήριγμά του ή «στερέωμά» του τον Χριστό; Σημαίνει ότι ο πιστός ως μέλος Χριστού, συνεπώς ενισχυόμενος από Εκείνον, με ορμητική διάθεση ψυχής, κατά το «εἰς ὀσμήν μύρου σου ἔδραμον, Χριστέ», «κολλάει» καταρχάς τον εαυτό του στις άγιες εντολές Εκείνου. Πρόκειται για μία από τις πιο σπουδαίες αλήθειες του ευαγγελικού λόγου, σύμφωνα με τον οποίο «ο Χριστός περικλείεται μέσα στις εντολές Του». «Ὁ ἔχων τάς ἐντολάς μου καί τηρῶν αὐτάς ἐκεῖνός ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με. Ὁ δε ἀγαπῶν με ἀγαπηθήσεται ὑπό τοῦ Πατρός μου καί ἐγώ ἀγαπήσω αὐτόν καί ἐμφανίσω αὐτῷ ἐμαυτόν». Και: «ἐάν τις ἀγαπᾷ με τόν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ Πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα και μονήν παρ’ αὐτῷ ποιήσομεν». Κι έπειτα, «κολλάει» στο όνομα του Κυρίου. Το όνομα του Χριστού γίνεται για τον πιστό το «βάθρο» της εν Κυρίω πορείας του, η «γη» που πατάει, δεν μπορεί να αναπνεύσει χωρίς Εκείνον. «Μνήμη Ἰησοῦ κολληθήτω σῇ ἀναπνοῇ», όπως λέει και πάλι ο της Κλίμακος άγιος.

Ο άγιος υμνογράφος μάς αποκαλύπτει το «βάθος» της καρδιάς του αγίου Ιουστίνου. Μας αποκαλύπτει συνεπώς τον δρόμο της αγιότητας και μας προσανατολίζει στη μόνη πραγματικότητα που πρέπει και εμείς να πορευτούμε.

Δείτε ακόμη:


Σχολιασμοί FaceBook

Ιωάννης Ράπος » Θεολογία, Επιστήμη, Λογοτεχνία: Η διδασκαλία του σπερματικού λόγου είναι ένα πολύ λεπτό σημείο της χριστιανικής διδασκαλίας το οποίο οι κατά κόσμον σκεπτόμενοι δυσκολεύονται να κατανοήσουν. Η κατά κόσμον σκέψη ορίζει ότι το προηγούμενο είναι αιτία του επόμενου, ότι η αρχή ορίζει το τέλος. Αλλά η αλήθεια είναι ότι το τέλος ορίζει την αρχή, όλα έγιναν και γίνονται γιατί αποσκοπούν σε ένα συγκεκριμένο τέλος. Όπως π.χ. η κατασκευή ενός οικοδομήματος από τα θεμέλια φτιάχνεται βάσει της τελικής μορφής που θέλουμε να έχει όταν τελειώσει. Έτσι και με τον χριστιανισμό, όσα στοιχεία έχει που τα συναντούμε σε προγενέστερες θρησκείες δεν τα "δανείστηκε" από αυτές αλλά αυτά ήταν προτυπώσεις τα οποία στον χριστιανισμό αποδόθηκαν στην πραγματική τους διάσταση. Ακόμη και η φύση προτυπώνει το μυστήριο της Θείας Οικονομίας, π.χ. ο κύκλος των εποχών είναι έτσι δημιουργημένος ώστε να προτυπώνει την ζωή τον θάνατο και την ανάσταση του Ιησού Χριστού, και δεν είναι ο επίγειος βίος του Ιησού αναπαράσταση του κύκλου του χρόνου. Όπως και ο ήλιος με τους δώδεκα αστερισμούς είναι προτύπωση του IC.XC. και των δώδεκα αποστόλων και όχι ο Χριστός σύμβολο του. Για να γίνουν κατανοητά αυτά ο κοσμικός άνθρωπος θα πρέπει να αλλάξει τον τρόπο που σκέπτεται και που αντιλαμβάνεται τον κόσμο, δηλαδή να "μετανοήσει". Γι αυτό και ο IC.XC. την δημόσια δράση Του την άρχισε με την προτροπή "Μετανοείτε". 2 Ιουνίου 2015 στις 12:04 μ.μ.
"Ωστόσο αν και ολοένα περισσότεροι Χριστιανοί θεωρούσαν την Χιλιετή Βασιλεία του Θεού μακρινό και όχι επικείμενο γεγονός, πολλοί εξακολουθούσαν να είναι πεπεισμένοι ότι θα ερχόταν με το πλήρωμα του χρόνου. 

Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας*, που ασφαλώς δεν ήταν Μοντανιστής, διασαφηνίζει επαρκώς το σημείο αυτό στον Διάλογο με τον Εβραίο Τρύφωνα. Βάζει εκεί στο στόμα του συνομιλητή του την ερώτηση:

"Υποστηρίζετε πράγματι εσείς οι χριστιανοί ότι η Ιερουσαλήμ θα κτιστεί ξανά και πιστεύετε πραγματικά ότι ο λαός σας θα συναχτεί εκεί με τους προφήτες;"
Και ο Ιουστίνος απαντά ότι, ενώ δεν το πιστεύουν αυτό όλοι οι αληθινοί Χριστιανοί, ο ίδιος και πολλοί άλλοι είναι πεπεισμένοι ότι οι άγιοι** θα ζήσουν χίλια χρόνια σε μιαν ανοικοδομημένη, στολισμένη και διευρυμένη Ιερουσαλήμ".

*Εννοεί τον Άγιο Ιουστίνο, Φιλόσοφο και Μάρτυρα
**άγιοι λέγονται στις Επιστολές του Απ. Παύλου όλοι οι Χριστιανοί της Εκκλησίας, δηλ. ο "λαός του Θεού"

Πηγή: Νόρμαν Κον, "Αγώνες για την έλευση της Χιλιετούς Βασιλείας του Θεού: επαναστάτες Χιλιαστές και μυστικιστές αναρχικοί του Μεσαίωνα", σελ. 22-23

Τροφή για σκέψη (και αναθεώρηση).

Σοφία Ντρέκου: Πάντα μας φέρνεις τροφή για σκέψη Γιώργο μας και σ'ευχαριστούμε! 3 Οκτωβρίου 2015 στις 10:29 μ.μ.

George Philalethe: Καλοσύνη σου, Σοφία. Το κείμενο άπτεται ενός πολύ σοβαρού ζητήματος, περιττό να πω... :) 3 Οκτωβρίου 2015 στις 11:26 μ.μ.

Σοφία Ντρέκου: Γιώργο μου, δες κι αυτό... «Σύμφωνα με τη διδασκαλία των Στωϊκών, ο σπερματικός λόγος νοείται είτε ως ο παγκόσμιος και καθολικός θείος λόγος, είτε ως επί μέρους λόγος. Ως παγκόσμιος και καθολικός λόγος ενυπάρχει μέσα στην ύλη, συνιστώντας την ενδοκόσμια εκείνη δύναμη, τη θεία αρχή, που δημιουργεί, διαπερνά και εμψυχώνει όλα τα επί μέρους όντα. Εφόσον ο κόσμος είναι μια έλλογη ενότητα, είναι φυσικό και τα επί μέρους οργανικά μέλη του να έχουν τους δικούς τους σπερματικούς λόγους, οι οποίοι περιέχονται στον καθολικό θείο λόγο. Στον άνθρωπο ο σπερματικός λόγος είναι η ίδια του η ψυχή. 

Έτσι ο άνθρωπος απεικονίζει ουσιαστικά ολόκληρο τον κόσμο, όντας ο ίδιος ένας μικρόκοσμος, εφόσον όλος ο κόσμος νοείται ως σώμα που εμψυχώνεται και συνέχεται από τον καθολικό και παγκόσμιο λόγο. Έργο των σπερματικών λόγων είναι να διασφαλίζουν την ταυτότητα των ανεικειμένων μέσα από την μεταβολή των όντων, όπως και το ανθρώπινο σπέρμα έχει την ιδιότητα να παράγει όντα όμοια μ’ εκείνο από το οποίο προήλθε το σπέρμα.» 3 Οκτωβρίου 2015 στις 11:28 μ.μ.
George Philalethe: Ο Άγιος Ιουστίνος ανέπτυξε αυτήν την θεωρία! "Όσα παρά πάσι καλώς είρηται ημών των Χριστιανών εστί.." κ.λπ. Ευχαριστώ πολύ! :) 3 Οκτωβρίου 2015 στις 11:30 μ.μ.

Στυλιανος Ματθαιου: Σπερματικός λόγος, είναι σπέρματα Αλήθειας, που δόθηκαν στους Φιλοσόφους, γιά προπαρασκευή της Ανθρωπότητας, όπως έκαναν οι Εβραίοι της Διασποράς......! 5 Οκτωβρίου 2015 στις 5:25 μ.μ.

George Philalethe: Έτσι είναι, στους Φιλοσόφους, αλλά και στην Σίβυλλα, σε ό,τι αφορά τους αρχαίους Έλληνες. Η Σίβυλλα ήταν ιέρεια του Απόλλωνα και σύμφωνα με την ετυμολογία του ονόματός της, φανέρωνε την θεία βουλή.

Είχα διαβάσει πρόσφατα το έργο του αγ. Ιουστίνου από "Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις", αξίζει τον κόπο νομίζω...

Δεν υπάρχουν σχόλια: