Ο «πρίγκιπας», του θεάτρου
και του κινηματογράφου μας
της Σοφίας Ντρέκου
Ήταν 16 Ιανουαρίου του 1998 όταν το άστρο του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου, σβήνει… έφυγε από τη ζωή ο κορυφαίος ηθοποιός, το όνομα που έγινε συνώνυμο με το φως, Δημήτρης Χορν † Είχε περάσει ωστόσο με την αδιάστατη σταδιοδρομία του, στο πάνθεον των μεγάλων της υποκριτικής μας τέχνης.
Παρά την αριστοκρατική του καταγωγή είχε πει: «Έζησα πολύ φτωχικά στα παιδικά μου χρόνια. Νομίζω πως έπαιξε ρόλο θετικό. Θυμάμαι ότι υπήρχε μια εποχή που τρυπούσαν τα παπούτσια μου και έβαζα χαρτόνια από τσιγάρα για να τα κλείσω. Πιστέψτε με, δε με έβλαψε σε τίποτα αυτό.»
Ανείπωτη φυσική ομορφιά, μεσογειακό ταπεραμέντο και μοναδική αρμονία στην κίνηση, αισθαντική όσο τίποτα άλλο φωνή, αλλά και μια έμπεδη θεατρική και αισθητική παιδεία, ήταν τα όπλα στην φαρέτρα του έξοχου Δημήτρη Χόρν, με τα οποία πορεύτηκε στην πολυεπίπεδη καλλιτεχνική του σταδιοδρομία. Με μια ολόδροση ψυχή, να υπερίπταται πάνω από όλα αυτά τα τάλαντα. Και για αυτήν ο «πρίγκιπας» του θεάτρου και του κινηματογράφου μας, θα μείνει για πάντα ανεξάλειπτος στην καρδιά μας.
Αυτοβιογραφία
«Γεννήθηκα το 1921, στις 9 Μαρτίου, στην Αθήνα, Ο πατέρας μου λεγόταν Παντελής και η μητέρα μου Ευτέρπη. Έχω έναν αδελφό, τον Γιάννη, δέκα χρόνια μεγαλύτερό μου. Εγώ ήρθα στη ζωή μετά το θάνατο του μοναδικού κοριτσιού που είχαν οι γονείς μου, της Νανάς. Ο Γιάννης και η Νανά είχαν διαφορά ενός έτους. Όταν πέθανε η Νανά, σε ηλικία επτά ετών, ο πατέρας και η μητέρα θέλησαν να την αντικαταστήσουν. Περίμεναν, λοιπόν, ότι το παιδί που θα 'ρθει θα είναι κορίτσι. Δυστυχώς, δεν ήταν. Ήμουν εγώ!
Πολλοί με ρωτούν αν το Χορν είναι το πραγματικό μου όνομα ή αν είναι ψευδώνυμο. Ομολογώ ότι αυτή η ερώτηση μ' έχει πολύ ταλαιπωρήσει. Είναι, όμως φυσικό να γεννιέται αυτή απορία στους ανθρώπους, αφού το όνομα Χορν δε μοιάζει καθόλου ελληνικό. Ναι, η καταγωγή μου από τη μεριά του πατέρα μου δεν είναι ελληνική. Ο παππούς μου ήταν Αυστριακός. Οι Χορν δεν είμαστε από τους Βαυαρούς που ήρθαν με τον Όθωνα. Ο πατέρας του πατέρα μου ήρθε πολύ αργότερα στην Ελλάδα. Ερωτεύτηκε τη γιαγιά μου, βέρα Ελληνοπούλα, και την παντρεύτηκε. Τα πρώτα χρόνια μετά το γάμο τους έζησαν στην Τεργέστη, Εκεί γεννήθηκαν και οι πατέρας μου και ο αδελφός του».
Βιογραφία
Ο κορυφαίος ηθοποιός του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου Δημήτρης Χορν γεννήθηκε στις 9 Μαρτίου του 1921 σε ένα ξενοδοχείο στην οδό Σταδίου στο κέντρο της Αθήνας. Γιος του γνωστού θεατρικού συγγραφέα Παντελή Χορν και της Ευτέρπης Αποστολίδη, ο εθνικός μας πρωταγωνιστής μεγάλωσε σε ένα καλλιτεχνικό περιβάλλον με νονά του την Κυβέλη αλλά και δίπλα στην Μαρίκα Κοτοπούλη που ήταν στενή φίλη των γονιών του.
Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Βασιλικού Θεάτρου (νυν Εθνικού), όπου έκανε το ντεμπούτο του το 1940, στην οπερέτα του Στράους «Η Νυχτερίδα».
Αμέσως μετά εμφανίστηκε στο «Θέατρο Ρεξ» της Μαρίκας Κοτοπούλη, ως πρωταγωνιστής σε έργα, όπως «Ο πρωτευουσιάνος», «Αλάτι και πιπέρι», «Η κυρία με τις καμέλιες» κ.ά. Την περίοδο 1943 - 1944 συμμετείχε στο θίασο της Κατερίνας, με την οποία συμπρωταγωνίστησε στο «Σύζυγοι με δοκιμή». Το 1944 συγκρότησε δικό του θίασο μαζί με τη Μαίρη Αρώνη και λίγο αργότερα συνέπραξε με τη Βάσω Μανωλίδου. Το 1945 συνεργάστηκε με τον θίασο Μελίνας Μερκούρη και Νίκου Χατζίσκου, ενώ την περίοδο 1946 - 1950 επέστρεψε στο «Βασιλικό Θέατρο».
Ύστερα από απουσία δύο ετών στο εξωτερικό, επιστρέφει στην Ελλάδα και το 1953 γνωρίζει την Έλλη Λαμπέτη. Ο δεσμός τους επισπεύδει το διαζύγιο της Λαμπέτη με τον Μάριο Πλωρίτη και μαζί γράφουν μία από τις πιο αστραφτερές σελίδες στην υποκριτική τέχνη. Συγκροτούν δικό τους θίασο, μαζί με τον Γιώργο Παππά, ανεβάζοντας έργα, όπως: «Ο βροχοποιός», «Νυφικό Κρεβάτι» και «Το παιχνίδι της Μοναξιάς». Οι δρόμοι τους χώρισαν το 1959 και δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ στο θεατρικό σανίδι.
Ο Δημήτρης Χορν τα τελευταία τέσσερα χρόνια (απ' το 1994), έπασχε από τη νόσο του Αλτσχάιμερ. Αποδήμησε 16 Ιανουαρίου 1998, από καρκίνο. Κηδεύτηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών. †
Δημήτρης Χορν (Δημήτριος-Ελευθέριος Χορν)
9 Μαρτίου 1921 – 16 Ιανουαρίου 1998
Προικοδοτημένος με έκπαγλη φυσική ομορφιά, μια σπάνια μελωδική φωνή, εκρηκτικό μεσογειακό ταπεραμέντο, μοναδική αρμονία και χάρη στην κίνηση, αλλά και αναθρεμμένος μέσα σε ένα περιβάλλον θεατρικής ευκρασίας -πατέρας του ήταν ο έξοχος θεατρικός συγγραφέας Παντελής Χόρν («Το φιντανάκι» και άλλα αριστουργήματα) και νονά του η κορυφαία θεατρίνα μας Κυβέλη- δεν θα μπορούσε να αποστεί από την θεατρική του μοίρα!
Αυτός ο απαράμιλλος πρίγκιπας του θεάτρου και του κινηματογράφου μας, που δονούσε με την παρουσία του καρδιές, αλλά άφησε αναλλοίωτο και ως διανοούμενος τον ηθικό του σφραγιδόλιθο στα πολιτισμικά μας δρώμενα, άλλοτε ως Γενικός Διευθυντής του ΕΙΡΤ -με την κατάρρευση της χούντας και το πέρασμα στην δημοκρατική ομαλότητα- κάποτε ως κεντρικός σύμβουλος για τον πολιτισμό, αλλά και επιστήθιος φίλος συνάμα του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή, ενίοτε ως εκλεκτός σχολιαστής στα μέσα της πολιτικής και πολιτισμικής μας επικαιρότητας.
Ο Δημήτρης Χορν διένυσε μια πολυεδρική καλλιτεχνική καριέρα -αφήνοντας σπουδαία ίχνη αισθητικής ποιότητας ακόμα και ως τραγουδιστής- ιδίως στο θέατρο, όπου το λυρικό του κύτταρο ξεχείλιζε και οι ερμηνείες του ήταν αριστουργηματικές, με την παρουσία του στην μεγάλη μας οθόνη, να είναι επίσης συγκλονιστική, με ανεπανάληπτες ερμηνείες όπως στις ταινίες «Χειροκροτήματα», «Κάλπικη λίρα» «Κυριακάτικο ξύπνημα», «Το κορίτσι με τα μαύρα» κ.α. και έχει αδιαφιλονίκητα περάσει στη φαντασμαγορία της σύγχρονης καλλιτεχνικής μας δημιουργίας.
Ο Τάκης (Δημήτρης) Χόρν, είδε το φως της ζωής στις 9 Μαρτίου 1921 στην Αθήνα. Πατέρας του ήταν ο θεατρικός συγγραφέας και στρατιωτικός Παντελής Χόρν και μητέρα του Ευτέρπη Αποστολίδη. Είχε ακόμα άλλα δυο αδέλφια, τον Γιάννη που εξέδιδε μέχρι τον θάνατό του την πρωτοπόρο αγγλόφωνη εφημερίδα στην Ελλάδα «Athens News» και την Νανά, που μοίρα τραγική πέθανε σε ηλικία 7 ετών. Νονά του δε, ήταν η μεγάλη μας θεατρίνα Κυβέλη.
Την πρωτόλεια εμφάνισή του στο σανίδι θα κάνει ο Τάκης Χόρν, βρέφος κιόλας μέσα στην αγκαλιά της νονάς του Κυβέλης, στο έργο «Γειτόνισσες» του πατέρα του Παντελή Χόρν και πάλι θα ξαναπαίξει πλάι στην νονά του, στην «Νόρα» του Ερρίκου Ίψεν, υποδυόμενος ένα από τα παιδιά της Κυβέλης, μόλις στην ηλικία των 4 ετών! Και θα συνευρεθεί θεατρικά ξανά με την αγαπημένη του νονά - Κυβέλη στην ηλικία των 31 ετών, το 1954 στην παράσταση «Μια γυναίκα χωρίς σημασία», του πνευματώδους Όσκαρ Ουάιλντ.
Για Τρίτη φορά θα ανέβει στο παλκοσένικο ο Τάκης Χόρν με τον θίασο της άλλης μεγάλης του θεάτρου μας Μαρίκας Κοτοπούλη, σε ηλικία 14 ετών, στην παράσταση «Μαμά Κολιμπρί» του Μπατάιγ, στο θέατρο Παρκ. Και το 1937 προκειμένου να λάβει τις εγκύκλιες θεατρικές του σπουδές, δίνει εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού μας Θεάτρου, με το ποίημα «Οι μοιραίοι» του Βάρναλη, στις οποίες και επιτυγχάνει. Με την αποφοίτησή του κάνει την πρωτόλεια επαγγελματική του εμφάνιση, το 1940 στην παράσταση «Νυχτερίδα» του Γιόχαν Στράους, με το θίασο του Εθνικού Θεάτρου στην Θεσσαλονίκη. Έχει ήδη ξεκινήσει η μεγάλη και φρενήρης πορεία του στο σανίδι.
Αλλά παράλληλα με τα θεατρικά του βήματα έρχεται και ένας γάμος στα 21 του χρόνια, με την Ρίτα Φιλίππου. Θα ακολουθήσουν συνεργασίες με τα θεατρικά σχήματα της Μαρίκας Κοτοπούλη και της κας Κατερίνας. Και το 1944 ο Τάκης Χορν πραγματοποιεί το μεγάλο του βήμα και συστήνει δικό του θίασο με την Μαίρη Αρώνη και αργότερα με την Βάσω Μανωλίδου.
Όμως το 1943 κάνει πρόβα τζενεράλε και στην μεγάλη μας οθόνη, στην ταινία «Η φωνή της καρδιάς», σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ιωαννόπουλου. Η ταινία αυτή έχει δυο συμβολικές πρωτιές. Είναι η πρώτη μας ταινία, μετά την απελευθέρωση από την γερμανική τυραννία, αλλά συνιστά και την πρώτη ταινία της κραταιάς αργότερα «Φίνος Φιλμ», που θα κανοναρχεί την κινηματογραφική μας βιομηχανία. (βλ. παρακάτω σχόλια και βίντεο «Το κοινό κινηματογραφικό ντεμπούτο με τον Φίνο»)
Και το 1944 έρχεται μια κινηματογραφική ερμηνεία σταθμός στην πορεία του έξοχου Τάκη Χόρν. «Τα χειροκροτήματα» του Γιώργου Τζαβέλλα. Ένα χρόνο αργότερα το 1945 συνεργάζεται με τον σχήμα των Μελίνας Μερκούρη και Νίκου Χατζίσκου, στο περίφημο «Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι» και την περίοδο 1946-1950, ο Τάκης Χόρν επανακάμπτει στην καλλιτεχνική του μήτρα, το Εθνικό Θέατρο.
Αλλά έρχεται τώρα από το πεδίο του κινηματογράφου μια ταινία, να απογειώσει το καλλιτεχνικό του κύρος. Είναι ο «Μεθύστακας» του Γιώργου Τζαβέλλα, με την αξεπέραστη ερμηνεία του Ορέστη Μακρή, στην οποία όμως και το Τάκης Χορν πρωταγωνιστώντας ξεδιπλώνει το μοναδικό δραματικό του τάλαντο.
Στα 1945 φεύγει με υποτροφία του Βρετανικού Ινστιτούτου στην Αγγλία, προκειμένου να σφυρηλατήσει τη θεατρική του παιδεία και από εκεί για την Αμερική, όπου παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς, τις νέες καλλιτεχνικές τάσεις στο θέατρο και τον κινηματογράφο.
Το 1952 είναι ένα έτος σταθμός, όχι μόνο στην καλλιτεχνική ζωή, αλλά και στην προσωπική του Τάκη Χόρν. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, συστήνει θίασο, με τον Γιώργο Παππά και την μεγάλη μας ηθοποιό Έλλη Λαμπέτη, με την οποία αναπτύσσεται ένας φλογερός έρωτας μεταξύ τους. Ένας έρωτας που το πάθος του είναι ανείπωτο και θα τους κρατήσει μαζί για μια επταετία. Με την Έλλη Λαμπέτη θα προχωρήσουν από κοινού σε δικό τους θίασο και θα συμπρωταγωνιστούν σε μερικές αριστουργηματικές ταινίες, που θεωρούνται στα διαμάντια του ασπρόμαυρου κινηματογράφου μας.
Αναφέρουμε τις: το «Κυριακάτικο ξύπνημα» το 1954, του διεθνούς κύρους σκηνοθέτη μας Μιχάλη Κακογιάννη, την «Κάλπικη λίρα» του σπουδαίου Γιώργου Τζαβέλλα το 1955 και το «Κορίτσι με τα μαύρα» το 1956, επίσης του Μιχάλη Κακογιάννη.
Αλλά εξίσου αισθαντικές και απαράμιλλα όμορφες ήταν και οι παρουσίες του Δημήτρη Χορν, στο ραδιόφωνο, όπου γήτευε τα πλήθη με την μοναδική φωνή του, στην εκπομπή «Ο ταχυδρόμος έφτασε», όπου και διάβαζε με τον δικό του ξεχωριστό εκφραστικό τρόπο, εικονικά γράμματα αναγνωστών, τα οποία έγραφε η αξεπέραστη πένα του Κώστα Πρετεντέρη. Παράλληλα συμμετείχε στο πλαίσιο της ραδιοφωνικής του ενασχόλησης και σε πλήθος ραδιοφωνικών θεατρικών έργων.
Το 1958 ο Δημήτρης Χόρν σημειώνει μια μεγάλη ακόμα κινηματογραφική του επιτυχία, πρωταγωνιστώντας στην ταινία «Μια ζωή την έχουμε», σε σκηνοθεσία και σενάριο του Γιώργου Τζαβέλλα, όπου κάνει στην κυριολεξία πάταγο και αναγνωρίζεται από τους σινεφίλ, ως ένας από τους κορυφαίους του ασπρόμαυρου κινηματογράφου μας. Αλλά αυτές οι στιγμές μεγάλης ευτυχίας για τον πρίγκιπα του θεάτρου μας, θα επισκιασθούν από τον χωρισμό του το 1959, με τον μεγάλο του έρωτα, την Έλλη Λαμπέτη. Και συνεχίζει πλέον την θεατρική του πορεία μόνος. Μια ακόμη ωστόσο επιτυχία στην μεγάλη οθόνη, θα τονώσει το ηθικό του, για τα περαιτέρω επιτυχή βήματά του.
Το 1960 λοιπόν πρωταγωνιστεί στην ταινία του Δημήτρη Ιωαννόπουλου, «Μια του κλέφτη», μαζί με την Κάκια Αναλυτή και την ίδια χρονιά κερδίζει το Α' βραβείο ανδρικού ρόλου, στο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Και σε αυτή την έξοχη ακολουθία κινηματογραφικών συμμετοχών του, ένα χρόνο αργότερα το 1961, ξανακερδίζει το Α' βραβείο ανδρικού ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, για την ταινία «Αλίμονο στους νέους» του Αλέκου Σακελάριου. Ακόμα στα 1962 συμμετέχει σε ένα κινηματογραφικό ντοκιμαντέρ, «Η Αθήνα τη νύχτα».
Στα 1967 ο Δημήτρης Χορν, κάνει και πάλι το μεγάλο βήμα στη ζωή του και παντρεύεται την μεγαλοαστή της ομώνυμης εφοπλιστικής οικογενείας Νίκη Γουλανδρή, η οποία θα αποτελέσει έκτοτε τον παντοτινό σύντροφό του στη ζωή και που η ίδια είχε πρόσφατα χωρίσει από τον σύζυγό της Λεωνίδα Παπάγο. Μέχρι και τον θάνατό του το 1998, έμειναν αχώριστοι και βαθιά αγαπημένοι. Λάτρεις και οι δυο του ελληνικού πολιτισμού και με την ισχυρή οικονομική επιφάνεια της γυναίκας του, θα ιδρύσουν το ομώνυμο «Μουσείο Γουλανδή – Χόρν», με αντικείμενο την μελέτη και διάδοση της πολιτισμικής μας κληρονομιάς, εστιάζοντας στην φυσική μας ιστορία και όχι μόνον.
Ο Δημήτρης Χορν, απόλαυσε για την πολύπλαγκτη σταδιοδρομία του πολλές τιμές. Τιμήθηκε για την προσφορά του από την πολιτεία, με το μετάλλιο του Χρυσού Σταυρού του Γεωργίου Α'. Με την πτώση της Χούντας και το πέρασμα στην δημοκρατική ομαλότητα, χρημάτισε Γενικός Διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας Τηλεόρασης (Ε.Ι.Ρ.Τ) κατά το διάστημα Αύγουστος – Νοέμβριος του 1974.
Επίσης απολάμβανε της αγάπης και εκτίμησης κορυφαίων προσωπικοτήτων της πνευματικής και πολιτική μας σκηνής. Υπήρξε επιστήθιος φίλος του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Μάνου Χατζηδάκι.
Ο μεγάλος μας ηθοποιός στη δύση της ζωής του προσεβλήθη το 1994 από Αλτσχάϊμερ, που τον ταλαιπωρούσε αφόρητα. Αλλά δυστυχώς προσεβλήθη και από καρκίνο. Στις 16 Ιανουαρίου του 1998 ο μεγάλος μας ηθοποιός έχασε την μάχη με την ζωή. Είχε περάσει ωστόσο με την αδιάστατη σταδιοδρομία του, στο πάνθεον των μεγάλων της υποκριτικής μας τέχνης.
Το 2000 καθιερώθηκε στη μνήμη του το Βραβείο Χορν, το οποίο απονέμεται στους καλύτερους πρωτοεμφανιζόμενους άνδρες ηθοποιούς κάθε χρονιάς.
Στα 1967 ο Δημήτρης Χορν, κάνει και πάλι το μεγάλο βήμα στη ζωή του και παντρεύεται την μεγαλοαστή της ομώνυμης εφοπλιστικής οικογενείας Νίκη Γουλανδρή, η οποία θα αποτελέσει έκτοτε τον παντοτινό σύντροφό του στη ζωή και που η ίδια είχε πρόσφατα χωρίσει από τον σύζυγό της Λεωνίδα Παπάγο. Μέχρι και τον θάνατό του το 1998, έμειναν αχώριστοι και βαθιά αγαπημένοι. Λάτρεις και οι δυο του ελληνικού πολιτισμού και με την ισχυρή οικονομική επιφάνεια της γυναίκας του, θα ιδρύσουν το ομώνυμο «Μουσείο Γουλανδή – Χόρν», με αντικείμενο την μελέτη και διάδοση της πολιτισμικής μας κληρονομιάς, εστιάζοντας στην φυσική μας ιστορία και όχι μόνον.
Ο Δημήτρης Χορν, απόλαυσε για την πολύπλαγκτη σταδιοδρομία του πολλές τιμές. Τιμήθηκε για την προσφορά του από την πολιτεία, με το μετάλλιο του Χρυσού Σταυρού του Γεωργίου Α'. Με την πτώση της Χούντας και το πέρασμα στην δημοκρατική ομαλότητα, χρημάτισε Γενικός Διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας Τηλεόρασης (Ε.Ι.Ρ.Τ) κατά το διάστημα Αύγουστος – Νοέμβριος του 1974.
Επίσης απολάμβανε της αγάπης και εκτίμησης κορυφαίων προσωπικοτήτων της πνευματικής και πολιτική μας σκηνής. Υπήρξε επιστήθιος φίλος του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Μάνου Χατζηδάκι.
Ο μεγάλος μας ηθοποιός στη δύση της ζωής του προσεβλήθη το 1994 από Αλτσχάϊμερ, που τον ταλαιπωρούσε αφόρητα. Αλλά δυστυχώς προσεβλήθη και από καρκίνο. Στις 16 Ιανουαρίου του 1998 ο μεγάλος μας ηθοποιός έχασε την μάχη με την ζωή. Είχε περάσει ωστόσο με την αδιάστατη σταδιοδρομία του, στο πάνθεον των μεγάλων της υποκριτικής μας τέχνης.
Το 2000 καθιερώθηκε στη μνήμη του το Βραβείο Χορν, το οποίο απονέμεται στους καλύτερους πρωτοεμφανιζόμενους άνδρες ηθοποιούς κάθε χρονιάς.
Ύβρις καί Νέμεσις (1982)
για την κατάργηση του
πολυτονικού συστήματος
Οι ποιητές και οι λογοτέχνες δίνουν την φυσιογνωμία τού έθνους. Αυτή λοιπόν τη φυσιογνωμία επιχειρούν σήμερα να την παραμορφώσουν. Δεν έχουμε φυσιογνωμία ελληνική.
Υπάρχει μια νοοτροπία που θέλει να τα απλοποιήσει όλα. Κι αναρωτιέμαι γιατί; Γιατί οι άνθρωποι δεν πρέπει να μοχθούν; Γιατί ο καρπός τού μόχθου περιφρονείται τόσο πολύ, ενώ τόσο ανάγκη τον έχουμε τώρα ειδικά που ανήκουμε στην Ευρώπη και χρειαζόμαστε όσο ποτέ άλλοτε τα πνευματικά όπλα; Αυτή η νοοτροπία τής απλοποιήσεως μάς έχει οδηγήσει στο σημείο να κακοποιούμε και να εκχυδαΐζουμε τα πάντα. Είναι απελπιστικό, οδυνηρό, για να μην πω θανατηφόρο.
Αναρωτιέται λοιπόν κανείς τι θα παραλάβει και από ποιους η νέα γενιά με την οποία τόσο πολύ ασχολείται η παρούσα κατάσταση. Τι σκοπό έχουν άραγε οι υπεύθυνοι που μεταχειρίζονται τόσο άσχημα την γλώσσα; Τι τέλος πάντων θέλουν να παραδώσουν και από ποιους το παρέλαβαν;
Ύβρις και τίποτε άλλο χαρακτηρίζει την παρούσα κατάσταση. Ύβρις και, δυστυχώς, τής ύβρεως, πάντοτε έπεται η Νέμεσις. Τώρα βέβαια μιλάμε περί πολιτιστικού κόσμου, περί πολιτιστικών εκδηλώσεων. Τι θα πει πολιτιστικό; Παίζουμε με τις λέξεις. Λέμε λέξεις. Και βεβαίως πίσω απ' αυτές τις λέξεις δεν υπάρχει τίποτε άλλο παρά ένας μοναδικός σκοπός: Η ερείπωση τής γλώσσας, η κατάργηση των εννοιών, ώστε οι άνθρωποι ούτε να συνεννοούνται, ούτε να μπορούν να σκέφτονται. Γιατί μόνον έτσι θα μπορούν ορισμένοι να κάνουν την δουλειά τους: Να θάψουν τον τόπο. (...) Είμαι Έλληνας, γι' αυτό πονώ και υποφέρω για ό,τι βλέπω μπροστά μου. Για ό,τι αισθάνομαι να έρχεται.
Υπάρχει μια νοοτροπία που θέλει να τα απλοποιήσει όλα. Κι αναρωτιέμαι γιατί; Γιατί οι άνθρωποι δεν πρέπει να μοχθούν; Γιατί ο καρπός τού μόχθου περιφρονείται τόσο πολύ, ενώ τόσο ανάγκη τον έχουμε τώρα ειδικά που ανήκουμε στην Ευρώπη και χρειαζόμαστε όσο ποτέ άλλοτε τα πνευματικά όπλα; Αυτή η νοοτροπία τής απλοποιήσεως μάς έχει οδηγήσει στο σημείο να κακοποιούμε και να εκχυδαΐζουμε τα πάντα. Είναι απελπιστικό, οδυνηρό, για να μην πω θανατηφόρο.
Αναρωτιέται λοιπόν κανείς τι θα παραλάβει και από ποιους η νέα γενιά με την οποία τόσο πολύ ασχολείται η παρούσα κατάσταση. Τι σκοπό έχουν άραγε οι υπεύθυνοι που μεταχειρίζονται τόσο άσχημα την γλώσσα; Τι τέλος πάντων θέλουν να παραδώσουν και από ποιους το παρέλαβαν;
Ύβρις και τίποτε άλλο χαρακτηρίζει την παρούσα κατάσταση. Ύβρις και, δυστυχώς, τής ύβρεως, πάντοτε έπεται η Νέμεσις. Τώρα βέβαια μιλάμε περί πολιτιστικού κόσμου, περί πολιτιστικών εκδηλώσεων. Τι θα πει πολιτιστικό; Παίζουμε με τις λέξεις. Λέμε λέξεις. Και βεβαίως πίσω απ' αυτές τις λέξεις δεν υπάρχει τίποτε άλλο παρά ένας μοναδικός σκοπός: Η ερείπωση τής γλώσσας, η κατάργηση των εννοιών, ώστε οι άνθρωποι ούτε να συνεννοούνται, ούτε να μπορούν να σκέφτονται. Γιατί μόνον έτσι θα μπορούν ορισμένοι να κάνουν την δουλειά τους: Να θάψουν τον τόπο. (...) Είμαι Έλληνας, γι' αυτό πονώ και υποφέρω για ό,τι βλέπω μπροστά μου. Για ό,τι αισθάνομαι να έρχεται.
«Μη φοβάσαι το τρακ. Πηγαίνει...
πάντα εκεί, όπου υπάρχει ταλέντο»
πάντα εκεί, όπου υπάρχει ταλέντο»
Αστέρι - αστεράκι από κούνιας
Ο Δημήτρης Χορν, πρωτοεμφανίστηκε στην σκηνή, μωρό, στην αγκαλιά της νονάς του, Κυβέλης, στο έργο «Γειτόνισσες» σε σκηνοθεσία του πατέρα του.
Δεύτερη εμφάνιση για τον μικρό «Τάκη» θα γίνει σε ηλικία 4 ετών και πάλι με τη νονά του, στο έργο «Νόρα» του Ίψεν, όπου έπαιζε ένα από τα παιδιά της ηρωίδας.
Η τρίτη του εμφάνιση θα έρθει δέκα χρόνια αργότερα, σε ηλικία 14 ετών, στον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, στο θερινό θέατρο Παρκ, στην παράσταση «Μαμά Κολιμπρί» του Μπατάιγ.
«Όταν ήμουν δεκατεσσάρων χρονών (...), στο θερινό θέατρο Παρκ, της οδού Χέϋδεν, όπου ήταν εγκατεστημένος ο θίασος της μεγάλης Μαρίκας, ανέβασαν τη «Μαμά Κολιμπρί» του Μπατάιγ. Το έργο ήθελε κι ένα νέο της τότε ηλικίας μου και πήγα. Αυτή μάλιστα η εμφάνισή μου ενίσχυσε αφάνταστα τη διάθεση που είχα ήδη αρχίσει να έχω αναφορικά με το θέατρο. Και θα μου μείνει αξέχαστη αυτή η πρώτη μου επικοινωνία από τη σκηνή με το κοινό», είχε πει ενθυμούμενος τα πρώτα του βήματα στο θεατρικό σανίδι.
Ο ηθοποιός που φώτισε τη θεατρική οδό των ονείρων
Και κάπως έτσι, το «αστεράκι» ετοιμάστηκε να γίνει «αστέρι», όταν το 1937 εισήχθη στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, δίνοντας εξετάσεις με το ποίημα του Βάρναλη, «Οι Μοιραίοι». Ο ίδιος είχε περιγράψει σε μία συνέντευξη του στην Ι. Παπαντωνίου εκείνη την μέρα:
«Βγήκα στο θέατρο, γιατί μια μέρα τρώγαμε στο σπίτι μου κι ο πατέρας μου αγαπούσε πολύ τον μεσημεριανό του ύπνο. Μου λέει: ''Αχ, αύριο το μεσημέρι δε θα κοιμηθώ. Πρέπει να πάω στη Δραματική Σχολή''. Ήταν Πρόεδρος της Επιτροπής Εισαγωγικών Εξετάσεων. ''Μ’ έχουν βάλει Πρόεδρο στην Επιτροπή την Εξεταστική… Γι’ αυτούς που θέλουν να γίνουν ηθοποιοί''».Αφού τον ρώτησε που είναι αυτό, ο Χορν πήγε να υποβάλει αίτηση. «Μια και δυο πηγαίνω εγώ, ήταν ο Συναδινός Διευθυντής στη σχολή, να υποβάλω μια αίτηση για να δώσω εισαγωγικές. Και μου λέει, έχει λήξει η προθεσμία, αλλά επειδή είσαι γιος του Παντελή θα κάνουμε μια εξαίρεση. Το είπα λοιπόν του πατέρα μου και μου λέει: ''Σ’ ευχαριστώ παιδί μου. Δε θα χάσω το μεσημεριανό μου ύπνο, διότι δε θα πάω. Δεν μπορώ να είμαι Πρόεδρος της Επιτροπής και να δίνεις εσύ εξετάσεις''».
Για τη διαδικασία των εξετάσεων ο ίδιος ο Χορν είχε διηγηθεί πως δεν πρόλαβε να πει τέσσερις πέντε στίχους και τον διέκοψαν λέγοντάς του «καλά, καλά, αρκεί». Έτσι έφυγε απογοητευμένος, έχοντας τη γνώμη πως δεν πέρασε. Την επόμενη μέρα όμως είδε στην οδό Σταδίου τον Βεάκη με τη γυναίκα του και ο Βεάκης του είπε: «Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο μας δρόσισες μέσα σ’ αυτή την ανομβρία». Έτσι έμαθε ότι πέρασε.
Στη διάρκεια της λαμπρής του καριέρας ο Δημήτρης Χορν είχε την ευκαιρία να συνεργαστεί με τα μεγαλύτερα ονόματα που πέρασαν από την ελληνική θεατρική σκηνή και να παίξει σε μερικά από τα σπουδαιότερα έργα που γράφτηκαν ποτέ.
Και το 1962, ένα επίσης ευτυχές συναπάντημα, αυτό του Μάνου Χατζηδάκι με τον Δημήτρη Χόρν, δίδαξε το αθηναϊκό θεατρόφιλο κοινό γιατί «ηθοποιός… σημαίνει φως».Η «Οδός Ονείρων» συστήθηκε στο αθηναϊκό κοινό σαν μία ιδιόρρυθμη μουσική παράσταση που είχε σχεδόν τα πάντα: εκλεκτούς πρωταγωνιστές, θεατρικά δρώμενα, χορευτικά μέρη, στίχους, τραγούδια, μουσική δια χειρός Χατζιδάκι, κινηματογραφικά στιγμιότυπα από ένα μικρού μήκους σατιρικό φιλμάκι με πρωταγωνιστή το συνθέτη και τη Ρένα Βλαχοπούλου. Αλλά κι ερμηνείες ψυχής, υπέροχη μουσική και ένα concept που παραπέμπει στις ευαισθησίες του νου και της ψυχής, στις κρυφές ελπίδες, τα ανεκπλήρωτα όνειρα, τη χαμένη αθωότητα. Όλα αυτά μέσα από τους κατοίκους μιας Αθηναϊκής γειτονιάς που διηγούνται τις ιστορίες και κάνουν τις ευχές τους πραγματικότητα μέσα από το φακό ενός περιπλανώμενου φωτογράφου. Του Δημήτρη Χορν.
«Όταν ήμουν μικρός κι έβλεπα επιθεωρήσεις, διασκέδαζα πάρα πολύ κι ονειρευόμουν να κάνω κι εγώ κάτι ανάλογο κάποτε. Ο Μάνος Χατζιδάκις, που τον θαυμάζω και ως μεγάλο ταλέντο και ως σπουδαίο μυαλό, μου 'δωσε αυτήν την ευκαιρία. Και διασκέδασα πραγματικά πάρα πολύ. Η «Οδός Ονείρων» είχε το στοιχείο της αναζητήσεως. Και ήταν αυτό πολύ σημαντικό. Αν γραφτεί ποτέ η ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου, ο ιστορικός πρέπει να σταθεί στην "Οδό Ονείρων”», είχε πει ο ίδιος ο Χορν.
Το κοινό κινηματογραφικό ντεμπούτο με τον Φίνο
Η σχέση του Δημήτρη Χορν με τον κινηματογράφο ξεκινάει το 1943 στην ταινία «Η φωνή της καρδιάς» του Δημήτρη Ιωαννόπουλου. Πρόκειται για την πρώτη ταινία που γυρίστηκε μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα, καθώς και η πρώτη παραγωγή της «Φίνος Φιλμ».
Η ταινία προβαλλόταν επί τρεις συνεχείς εβδομάδες σε τρεις κινηματογράφους στο κέντρο της Αθήνας. Συνολικά έκοψε 102.237 εισιτήρια. Μάλιστα, η κοσμοσυρροή έξω από τους κινηματογράφους Ρεξ και Έσπερος, ενόχλησε ιδιαίτερα τους Γερμανούς κατακτητές.
Δεν ήταν όμως οι μόνοι που ενοχλήθηκαν. Σε μία σκηνή της ταινίας ο Δημήτρης Χορν έπρεπε να φιλήσει τη συμπρωταγωνίστρια του Καίτη Πάνου. Το φλογερό φιλί του ανερχόμενου ζεν πρεμιέ μπορεί να ήταν άριστο υποκριτικά, αλλά δεν άρεσε καθόλου στον σκηνοθέτη που ήταν ερωτευμένος με την Καίτη Πάνου, κι ο οποίος επιτέθηκε στον Χορν με αποτέλεσμα να τους χωρίσουν λίγο πριν πιαστούν στα χέρια.
Πρώτη κατοχική ταινία και πρώτη της Φίνος Φιλμ. Στα παρασκήνια των γυρισμάτων αναφέρεται η παρ' ολίγον αποχώρηση του πρωτοεμφανιζόμενου ποιητή, χρονογράφου και συνθέτη του ελαφρού τραγουδιού, Χρήστου Χαιρόπουλου, όταν έμαθε πως στην ταινία θα ακουγόταν ένα ρεμπέτικο τραγούδι.
Βίντεο: «Η φωνή της καρδιάς» 1943 Βεάκης
Αιμίλιος - Τσαγανέα Νίτσα - Χορν Δημήτρης
Αλίμονο αν δεν τον αγαπούσε ο κινηματογράφος
Αυτή ήταν μόνο η αρχή. Το 1953 ο Χορν ζητάει από τον Μιχάλη Κακογιάννη να γράψει το σενάριο για μία ταινία στην οποία θα πρωταγωνιστεί ο ίδιος μαζί με τον Γιώργο Παππά και την Έλλη Λαμπέτη, με στόχο να διαφημίσει τον θίασο που είχαν δημιουργήσει. Έτσι στις 11 Ιανουαρίου του 1954 κάνει πρεμιέρα η πρώτη ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη με τίτλο «Κυριακάτικο ξύπνημα». Αξίζει να αναφερθεί, ότι τα εσωτερικά γυρίσματα έγιναν σε στούντιο της Αιγύπτου.
Ακολουθούν οι ταινίες «Κάλπικη λίρα» του Γιώργου Τζαβέλλα, το 1955 - η πρώτη μεγάλη ελληνική ταινία με διεθνή επιτυχία και πολλές διακρίσεις - και «Το κορίτσι με τα μαύρα» του Μιχάλη Κακογιάννη, το 1956.
Το 1958 ο Δημήτρης Χορν, υποδύεται τον Κλέωνα, ένα φτωχό και δειλό υπάλληλο τραπέζης που ερωτεύεται την ερωμένη του αφεντικού, χωρίς ανταπόκριση. Ένα λογιστικό λάθος, όμως, φέρνει στα χέρια του 1.101.101,10 δραχμές κι έτσι καταφέρνει να κερδίσει την καρδιά της αγαπημένης του. Μιλάμε για την ρομαντική κωμωδία «Μια ζωή την έχουμε» σε σενάριο και σκηνοθεσία του Γιώργου Τζαβέλλα, ντυμένη με την υπέροχη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι.
Η κινηματογραφική επιτυχία του Χορν συνεχίζεται με την ταινία «Μια του κλέφτη» του Δημήτρη Ιωαννόπουλου το 1960 και, φυσικά, το 1961 με την ταινία «Αλίμονο στους νέους» σε σενάριο των Α. Σακελλάριου και Χρ. Γιαννακόπουλου. Η υπόθεση είναι μια παραλλαγή του μύθου του Φάουστ και ο Δημήτρης Χορν κερδίζει το βραβείο α’ αντρικού ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης την ίδια χρονιά.
Η Έλλη Λαμπέτη δεν ήταν η γυναίκα της ζωής του
Ο Δημήτρης Χορν υπήρξε ένας από τους πιο ερωτεύσιμους αλλά και ερωτευμένους άντρες της εποχής. Από το κρεβάτι του πέρασαν πολλές γυναίκες λίγες όμως, άφησαν χαραγμένο σημάδι στην καρδιά του.
«Από τα έξι χρόνια μου και μετά δεν μπορώ να θυμηθώ τον εαυτό μου να μην είναι ερωτευμένος, δηλαδή συγκινημένος με κάποιο πρόσωπο. Θα 'λεγα πως ήμουν ερωτευμένος με τον έρωτα... Ενώ δηλαδή ήμουν ένα πολύ κεφάτο παιδί, ξαφνικά, μελαγχολούσα φοβερά κι έγραφα θλιμμένα ποιήματα. Mε μελαγχολούσαν αυτοί οι έρωτες... Ή η ζωή», είχε δηλώσει για τη σχέση του με τον έρωτα.
Το φλογερό ειδύλλιο με την Έλλη Λαμπέτη, ήταν αυτό που έμεινε στην ιστορία του Τύπου της εποχής αλλά από ότι ο ίδιος είχε πει όχι αυτό που χάραξε την προσωπική του ζωή.
Οι δυο τους γνωρίστηκαν στη δραματική σχολή της Μαρίκας Κοτοπούλη. Φιλιόντουσαν για τις ανάγκες του έργου «Κάλπικη λίρα» που συμπρωταγωνιστούσαν και κάπως έτσι γεννήθηκε μια σχέση που κράτησε επτά ολόκληρα χρόνια. Ο σκηνοθέτης Μιχάλης Κακογιάννης είχε πει κάποτε, πως όταν οι δύο ηθοποιοί είχαν γύρισμα, προσπαθούσε να τους κρατήσει χωριστά τις νύχτες ώστε να μην είναι εξαντλημένοι την επόμενη μέρα στη δουλειά.
Μετά το 1959 που χώρισαν ο ένας δεν αναφέρθηκε σχεδόν ποτέ ξανά στον άλλον. Το μόνο που είχε πει ο Χορν ήταν το εξής:
- «Ήταν μια καλή ηθοποιός, ήταν χαρά να παίζεις μαζί της. Είχε την ικανότητα να κάνει τα ασήμαντα σημαντικά. Και αφόρητη ζηλιάρα. Δεν τολμούσα ούτε βλέμμα να ρίξω σε άλλη γυναίκα. Γινόταν χαλασμός. Ζήλευα κι εγώ ελεεινά. Ήμασταν μαζί επτά χρόνια. Όταν με άφησε, ήμουν ως ταύρος εν υαλοπωλείω. Πληγώθηκε ο εγωισμός μου. Δεν μπορώ να πω πως δεν την αγάπησα. Και τη θαύμαζα πολύ σαν ηθοποιό. Αλλά δεν ήταν η γυναίκα της ζωής μου».
Μια ζωή την είχε και την γλέντησε
Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο Δημήτρης Χορν ήταν ένας καλλιτέχνης αλλά πάνω από όλα ένας άνθρωπος με γοητεία, λάμψη και ταλέντο;
Ο Χορν μετέδιδε τη χαρά της ζωής, συνδυασμένη με ποιότητα, υψηλό γούστο και καλαισθησία. Ήταν κάπου ανάμεσα στον Φάουστ, έτσι όπως τον υποδύθηκε στο «Αλίμονο στους νέους», στον Κλέωνα τού «Μια ζωή την έχουμε», στον Παύλο της «Κάλπικης Λίρας» που ήθελε να ζωγραφίσει το «σ' αγαπώ»... της Έλλης Λαμπέτη.
Πέρα από καλός και ταλαντούχος ηθοποιός, πέρα από χαρισματικός και πληθωρικός άνθρωπος, με έντονο χιούμορ και πηγαία διάθεση αυτοσαρκασμού, χαριτωμένος και γοητευτικός συγχρόνως, ή μήπως για όλα αυτά μαζί, ο Δημήτρης Χορν άφησε πίσω του έναν μύθο. Έναν μύθο που όσα χρόνια και να περάσουν από το θάνατο του θα τον ακολουθεί σημαδεύοντας καλλιτεχνικά τις γενιές που πέρασαν και αλλά και τις γενιές που έρχονται…
Μια ιστορικής αξίας φωτογραφία: Η Ρίτα Μυράτ με τη Μιράντα Μυράτ (κόρη του Μήτσου Μυράτ και της Κυβέλης, πρωτοστατούσα όπως και η μητέρα της στις μεγάλες θεατρικές παραγωγές και στο γυναικείο κίνημα της εποχής). Τα παιδιά είναι από δεξιά ο Δημήτρης Χορν(νονά του μεγάλου ηθοποιού ήταν η Κυβέλη Ανδριανού, μητέρα της Μιράντας), η Κυβέλη Ζωγραφίδου (κόρη της Μιράντας), ο Γιωργάκης Παπανδρέου (ο παράνομος καρπός του έρωτα της μητέρας της Μιράντας Κυβέλης με το Γεώργιο Παπανδρέου), η Βάνα Φιλιππίδου (η άλλη κόρη της Μιράντας), η Κυβέλη Μαρίνου (κόρη της Ρίτας Μιράτ).
Φιλμογραφία
1943: Η φωνή της καρδιάς (ταινία, 1943) σε σενάριο και σκηνοθεσία του Δημήτρη Ιωαννόπουλου
1944: Χειροκροτήματα σε σενάριο και σκηνοθεσία του Γιώργου Τζαβέλλα
1950: Ο Μεθύστακας σε σενάριο και σκηνοθεσία Γιώργου Τζαβέλλα
1954: Κυριακάτικο ξύπνημα σε σενάριο και σκηνοθεσία του Μιχάλη Κακογιάννη
1955: Κάλπικη λίρα σε σενάριο και σκηνοθεσία Γιώργου Τζαβέλλα
1956: Το κορίτσι με τα μαύρα σε σενάριο και σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη
1958: Μια ζωή την έχουμε σε σενάριο και σκηνοθεσία Γιώργου Τζαβέλλα
1960: Μια του κλέφτη σε σενάριο και σκηνοθεσία Δημήτρη Ιωαννόπουλου
1961: Αλίμονο στους νέους» σε σενάριο των Αλ. Σακελλάριου - Χρ. Γιαννακόπουλου και σκηνοθεσία Αλέκου Σακελλάριου
- Κάλεσαν Άγγλο μακιγιέρ για να κάνει τον Χορν να φαίνεται τουλάχιστον 35 χρόνια μεγαλύτερος... Η ατάκα του Δημήτρη Χορν όταν έμαθε τη μεγάλη αμοιβή του μακιγιέρ που τον μεταμόρφωσε σε γέρο για την ταινία «Αλίμονο Στους Νέους». «Τόσα λεφτά που πήρε αυτός να με γεράσει, δεν τα δίναμε σ’ έναν πλαστικό να με κάνει 20 χρόνια νεότερο;»
1962: Η Αθήνα τη νύχτα (ταινία) σε σενάριο Νίκου Τσιφόρου και σκηνοθεσία Κλέαρχου Κονιτσιώτη
1962: Η παράσταση τελείωσε μικρού μήκους ντοκιμαντέρ 20' του Μηνά Χρηστίδη, στην οποία ο Χορν είναι ο αφηγητής.
Έχει τραγουδήσει:
«Ποιος το ξέρει» σε μουσική Μίμη Πλέσσα και στίχους του Κώστα Πρετεντέρη. Το πρωτοτραγούδησε στο θεατρικό έργο «Ρομανσέρο» (1959)
«Μιας πεντάρας χαρά» των Πλέσσα - Πρεντέρη. Από το μουσικό άλμπουμ «Η Αθήνα του '60 τραγουδά» (1959)
«Ξέρω κάποιο αστέρι» ή «Αστέρι, αστεράκι». Μουσική Μίμης Πλέσσας, στίχοι Κώστας Πρετεντέρης, φωνητικά Τζένη Βάνου (1959)
«Ας είν' καλά το γινάτι σου» σε μουσική Μάνου Χατζιδάκι και στίχους Αλέκου Σακελλάριου. Το τραγούδησε στην ταινία «Αλίμονο στους νέους» (1961)
«Πες μου μια λέξη» των Χατζιδάκη - Σακελλάριου, από την ταινία «Αλίμονο στους νέους» (1961)
«Οι θαλασσιές οι χάντρες» σε μουσική του Μίμη Πλέσσα και στίχους του Κώστα Πρετεντέρη. Το πρωτοτραγούδησε στην κινηματογραφική ταινία «Η Αθήνα τη νύχτα» (1962)
«Ηθοποιός σημαίνει φως» σε στίχους και μουσική του Μάνου Χατζιδάκι. Το τραγούδι το πρωτοτραγούδησε στο θεατρικό έργο «Οδός ονείρων» (1962)
«Το πάρτυ» στίχοι και μουσική Μάνου Χατζιδάκι. Από την «Οδό ονείρων» (1962)
«Ποτέ δεν έπαψα να πιστεύω ότι ήταν λάθος μου να γίνω ηθοποιός»
«Μη φοβάσαι το τρακ. Πηγαίνει πάντα εκεί, όπου υπάρχει ταλέντο»
«Κανένα ελάττωμα δεν μπορεί να σου στερήσει την επιτυχία» (Ο ίδιος δεν έβλεπε τους συμπρωταγωνιστές του στη σκηνή, επειδή είχε μυωπία).
«Κανένα ελάττωμα δεν μπορεί να σου στερήσει την επιτυχία» (Ο ίδιος δεν έβλεπε τους συμπρωταγωνιστές του στη σκηνή, επειδή είχε μυωπία).
Δεν είναι κακό να βασανίζεσαι. Κακό είναι να βαριέσαι. [Δημήτρης Χορν]
Τόνια Καράλη, Βασ.Κροντηράς, Κυβέλη, Δημ.Χόρν, Ελένη Χαλκούση
Θεατρογραφία
«Η νυχτερίδα» οπερέτα του Γιόχαν Στράους
«Αργυροί γάμοι» του Σπύρου Μελά
«Κυρία με τις καμέλιες» του Αλέξανδρου Δουμά (υιού)
«Οθέλλος» του Σαίξπηρ
«Το φάντασμα του Μετροπόλ» του Ρενέ Μορέλο
«Παράξενο ιντερμέτζο» του Ευγένιου Ο'Νηλ
«Ρομάντζο» του Έντουαρτ Σέλντον
«Δικτατορία των γυναικών» των Φ. Χέλλερ-Α. Σουτς.
«Μπροστά στον καθρέφτη» του Λ. Φοντόρ
«Η πινακοθήκη των ηλιθίων» του Ν. Τσιφόρου
«Δωδεκάτη νύχτα» του Σαίξπηρ
«Σκωτσέζικα ακρογιάλια» της Ντόντυ Σμιθ [9]
«Ρουί Μπλας» του Βίκτωρα Ουγκώ
«Άνθρωπος και υπεράνθρωπος» του Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω
«Παπαφλέσσας» του Σπύρου Μελά
«Ριχάρδος Β'» του Σαίξπηρ
«Αγαμέμνων» του Μολιέρου
«Μια πόρτα πρέπει να είναι ανοιχτή ή κλειστή» του Αλφρέδου ντε Μυσέ
«Φοιτηταί» του Γρηγόριου Ξενόπουλου
«Ο κουρέας της Σεβίλης» ντε Μπωμαρσαί
«Βολπόνε» του Μπεν Τζόνσον
«Παιχνίδι του έρωτα και της τύχης» του ντε Μαριβώ
«Στέλλα Βιολάντη» του Γρηγόριου Ξενόπουλου
«Ριχάρδος ο Β'» του Σαίξπηρ
«Ανυπόμονη καρδιά» του Τζων Πάτρικ [11]
«Ξενοδοχείο η ευτυχία» του Μαρκ Ζιλμπέρ Σωβαζόν
«Νόρα ή Το σπίτι της κούκλας» του Χένρικ Ίψεν
«Αγαπούλα» του Άρθουρ Σνίτσλερ
«Μια γυναίκα χωρίς σημασία» του Όσκαρ Ουάιλντ (Κυβέλη, Παππάς, Χορν)
«Τρεις άγγελοι» του Αλμπέρ Ουσόν
«Γαλάζιο φεγγάρι» του Χιού Χέρμπερτ
«Ο άνθρωπος με την ομπρέλα» των Ντάινερ - Μόρουμ
«Το τελευταίο βαλς» του Σόμερσετ Μομ
«Νυχτερινή επίσκεψη» του Ζίγκφριντ Γκέγιερ
«Βροχοποιός» του Ρίτσαρντ Νας
«Ζιζή» της Αννίτα Λους
«Το νυφικό κρεβάτι» του Γιαν ντε Νάρτογκ
«Ένα ζευγάρι παπούτσια» του Κλωντ Μανιέ
«Το παιχνίδι της μοναξιάς» του Ουίλλιαμ Γκιμπσον
«Ο Βαβάς» του Αντρέ Ρουσσέν
«Η κυρία με τις καμέλιες» του Αλέξανδρου Δουμά (υιού)
«Εραστής από χαρτόνι» του Ζακ Ντεβάλ
«Ο δειλός κι ο τολμηρός» των Μακ Ντούγκαλ και Άλλαν
«Αλίμονο στους νέους» των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου
«Ταξιδιώτης χωρίς αποσκευές» του Ζαν Ανούιγ
«Θωμάς ο δίψυχος» του Άγγελου Τερζάκη
«Οδός ονείρων» κείμενα των Αλέξη Σολωμού και Μίνωα Αργυράκη
«Κορίτσια στον αέρα» του Αιμίλιου Κοέν
«Ο ανθρωπάκος» του ίδιου του Δημήτρη Χορν
«Ένα φιλί μπροστά στον καθρέφτη» του Λ. Φοντόρ
«Τι είναι ο Ζαμόρ;» του Ζακ Νεβέ
«Κορίτσια στον αέρα» του Μαρκ Καμολετί
«Το ημερολόγιο ενός τρελού» του Νικολάι Γκόγκολ
«Δικέφαλος Αετός» του Ζαν Κοκτώ
«Ένας έρωτας που δεν τελειώνει ποτέ» του Α. Ρουσσέν
«Ο Κοζάκος» του Φ. Μολνάρ
«Το αυγό» του Φελισιέν Μαρσώ (βλ. παρακάτω audiovideo)
«Ταξίδι μακριάς μέρας μέσα στη νύχτα» του Ευγένιου Ο'Νηλ
«Ιβάνωφ» του Άντον Τσέχωφ
«Ερρίκος Δ'» του Λουίτζι Πιραντέλλο [12]
1969 «Η καλή καρδιά της Ελεωνόρας» του Τζον Κρομστάιλ - παγκόσμια πρεμιέρα
1970 «Σλουθ» του Άντονι Σάφερ - Α. Αλεξανδράκης - Δ. Χορν
1972 «Ριχάρδος ο Γ'» του Σαίξπηρ
1978 «Ερρίκος ο Δ'» του Σαίξπηρ
1979 - 1980 «Χιτ» της Φρανσουάζ Ντορέν, θέατρο Κάππα
1980 «Τίμων ο Αθηναίος» του Σαίξπηρ, θέατρο Ηρώδου Αττικού
1981 «Άρχουσα τάξη»
1983-1984 «Αρχιμάστορας Σόλνες» του Ίψεν - η τελευταία εμφάνιση στο θέατρο [13]
- 1939 - 1941 Θίασος Βασιλικού θεάτρου
«Η νυχτερίδα» οπερέτα του Γιόχαν Στράους
- 1941 «Ερρίκος ο Ε'» του Σαίξπηρ
- 1941 - 1943 Θίασος Μαρίκας Κοτοπούλη στο θέατρο «Ρεξ»
«Αργυροί γάμοι» του Σπύρου Μελά
«Κυρία με τις καμέλιες» του Αλέξανδρου Δουμά (υιού)
«Οθέλλος» του Σαίξπηρ
«Το φάντασμα του Μετροπόλ» του Ρενέ Μορέλο
- 1943 - 1944 Θίασος Κυρίας Κατερίνας στο «Θέατρον Κατερίνας»
«Παράξενο ιντερμέτζο» του Ευγένιου Ο'Νηλ
«Ρομάντζο» του Έντουαρτ Σέλντον
- 1944 - 1945 Μ. Αρώνη- Θίασος Χορν
«Δικτατορία των γυναικών» των Φ. Χέλλερ-Α. Σουτς.
«Μπροστά στον καθρέφτη» του Λ. Φοντόρ
«Η πινακοθήκη των ηλιθίων» του Ν. Τσιφόρου
- 1945 -1946 Θίασος Αρώνη - Μανωλίδου - Χορν
«Δωδεκάτη νύχτα» του Σαίξπηρ
«Σκωτσέζικα ακρογιάλια» της Ντόντυ Σμιθ [9]
- 1946 Θίασος Μελίνας Μερκούρη - Νίκου Χατζίσκου
- 1946 Θίασος Δ. Χορν - Ε. Χαλκούση
- 1946-1950 Θίασος Βασιλικού (Εθνικού) θεάτρου
«Ρουί Μπλας» του Βίκτωρα Ουγκώ
«Άνθρωπος και υπεράνθρωπος» του Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω
«Παπαφλέσσας» του Σπύρου Μελά
«Ριχάρδος Β'» του Σαίξπηρ
«Αγαμέμνων» του Μολιέρου
«Μια πόρτα πρέπει να είναι ανοιχτή ή κλειστή» του Αλφρέδου ντε Μυσέ
«Φοιτηταί» του Γρηγόριου Ξενόπουλου
«Ο κουρέας της Σεβίλης» ντε Μπωμαρσαί
«Βολπόνε» του Μπεν Τζόνσον
«Παιχνίδι του έρωτα και της τύχης» του ντε Μαριβώ
«Στέλλα Βιολάντη» του Γρηγόριου Ξενόπουλου
«Ριχάρδος ο Β'» του Σαίξπηρ
«Ανυπόμονη καρδιά» του Τζων Πάτρικ [11]
- 1952-1955 Θίασος Έλλης Λαμπέτη- Δ. Χορν - Γιώργου Παππά στο «Θέατρο Κυβέλης»
«Ξενοδοχείο η ευτυχία» του Μαρκ Ζιλμπέρ Σωβαζόν
«Νόρα ή Το σπίτι της κούκλας» του Χένρικ Ίψεν
«Αγαπούλα» του Άρθουρ Σνίτσλερ
«Μια γυναίκα χωρίς σημασία» του Όσκαρ Ουάιλντ (Κυβέλη, Παππάς, Χορν)
«Τρεις άγγελοι» του Αλμπέρ Ουσόν
«Γαλάζιο φεγγάρι» του Χιού Χέρμπερτ
«Ο άνθρωπος με την ομπρέλα» των Ντάινερ - Μόρουμ
- 1955-1956 Θίασος Κώστα Μουσούρη στο «Θέατρο Μουσούρη»
«Το τελευταίο βαλς» του Σόμερσετ Μομ
«Νυχτερινή επίσκεψη» του Ζίγκφριντ Γκέγιερ
- 1956-1959 Θίασος Ε. Λαμπέτη - Δημ. Χορν στο θέατρο «Κεντρικόν»
«Βροχοποιός» του Ρίτσαρντ Νας
«Ζιζή» της Αννίτα Λους
«Το νυφικό κρεβάτι» του Γιαν ντε Νάρτογκ
«Ένα ζευγάρι παπούτσια» του Κλωντ Μανιέ
«Το παιχνίδι της μοναξιάς» του Ουίλλιαμ Γκιμπσον
«Ο Βαβάς» του Αντρέ Ρουσσέν
«Η κυρία με τις καμέλιες» του Αλέξανδρου Δουμά (υιού)
«Εραστής από χαρτόνι» του Ζακ Ντεβάλ
- 1959-1965 Θίασος Δημήτρη Χορν
«Ο δειλός κι ο τολμηρός» των Μακ Ντούγκαλ και Άλλαν
«Αλίμονο στους νέους» των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου
«Ταξιδιώτης χωρίς αποσκευές» του Ζαν Ανούιγ
«Θωμάς ο δίψυχος» του Άγγελου Τερζάκη
«Οδός ονείρων» κείμενα των Αλέξη Σολωμού και Μίνωα Αργυράκη
«Κορίτσια στον αέρα» του Αιμίλιου Κοέν
«Ο ανθρωπάκος» του ίδιου του Δημήτρη Χορν
«Ένα φιλί μπροστά στον καθρέφτη» του Λ. Φοντόρ
«Τι είναι ο Ζαμόρ;» του Ζακ Νεβέ
«Κορίτσια στον αέρα» του Μαρκ Καμολετί
«Το ημερολόγιο ενός τρελού» του Νικολάι Γκόγκολ
«Δικέφαλος Αετός» του Ζαν Κοκτώ
«Ένας έρωτας που δεν τελειώνει ποτέ» του Α. Ρουσσέν
«Ο Κοζάκος» του Φ. Μολνάρ
«Το αυγό» του Φελισιέν Μαρσώ (βλ. παρακάτω audiovideo)
- 1965-1967 Εθνικό θέατρο
«Ταξίδι μακριάς μέρας μέσα στη νύχτα» του Ευγένιου Ο'Νηλ
«Ιβάνωφ» του Άντον Τσέχωφ
«Ερρίκος Δ'» του Λουίτζι Πιραντέλλο [12]
- 1967-1984 Θίασος Δημήτρη Χορν
1969 «Η καλή καρδιά της Ελεωνόρας» του Τζον Κρομστάιλ - παγκόσμια πρεμιέρα
1970 «Σλουθ» του Άντονι Σάφερ - Α. Αλεξανδράκης - Δ. Χορν
1972 «Ριχάρδος ο Γ'» του Σαίξπηρ
1978 «Ερρίκος ο Δ'» του Σαίξπηρ
1979 - 1980 «Χιτ» της Φρανσουάζ Ντορέν, θέατρο Κάππα
1980 «Τίμων ο Αθηναίος» του Σαίξπηρ, θέατρο Ηρώδου Αττικού
1981 «Άρχουσα τάξη»
1983-1984 «Αρχιμάστορας Σόλνες» του Ίψεν - η τελευταία εμφάνιση στο θέατρο [13]
1993 Εμφάνιση στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Αφηγητής του παραμυθιού του Σεργκέι Προκόφιεφ «Ο Πέτρος και ο λύκος» (βλ. παρακάτω audiovideo).
Πληροφορίες, Πηγές:
• Δημήτρης Χορν - Βικιπαίδεια/el.wikipedia.org
• Panagiotis Avramopoulos 2 Δεκεμβρίου 2018
• ΔΗΜ. ΧΟΡΝ - ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ Θέατρο IANOS.gr
• Το οπτικοακουστικό υλικό (Βίντεο) από www.YouTube
• Δημήτρης Χόρν - ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
• Άνθρωποι, Δημήτρης (Τάκης) Χορν (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)
• Παρασκήνιο, Δημήτρης Χορν (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)
• Πηγή: www.sophia-ntrekou.gr/Αέναη επΑνάσταση
• Δημήτρης Χόρν - ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
• Άνθρωποι, Δημήτρης (Τάκης) Χορν (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)
• Παρασκήνιο, Δημήτρης Χορν (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)
• Πηγή: www.sophia-ntrekou.gr/Αέναη επΑνάσταση
Βιντεο/αφιέρωμα στον μεγάλο ηθοποιό
Βίντεο: «Ο ευτυχισμένος πρίγκηπας» - Όσκαρ Ουάιλντ (Oscar Wilde 1854-1900)- Διαβάζει ο Δημήτρης Χορν (1977). Από την εκπομπή του Νίκου Πιλάβιου - του γνωστού Παραμυθά - "Κάθε Σάββατο και κάτι άλλο". Σπάνια ηχογράφηση του 1977 από το αρχείο της ΕΡΤ. Με τον τρόπο που μόνο ο Δημήτρης Χορν γνώριζε.
Ο ευτυχισμένος πρίγκιπας είναι μία από τις ομορφότερες ιστορίες που έχει γράψει ο Όσκαρ Ουάιλντ, ένας από τους κορυφαίους συγγραφείς της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Πρόκειται για την ιστορία της φιλίας ανάμεσα στο άγαλμα ενός πρίγκιπα, που έστεκε σε ένα ψηλό βάθρο, και ένα χελιδόνι, που στον δρόμο του για την Αίγυπτο αποφασίζει να ξαποστάσει για ένα βράδυ κοντά στο άγαλμα. Από το ψηλό του βάθρο το άγαλμα του πρίγκιπα παρατηρεί τη δυστυχία των φτωχών ανθρώπων της πόλης. Ανήμπορο να βοηθήσει αυτούς που πραγματικά το έχουν ανάγκη, ζητά από το χελιδόνι να μοιράσει τα φύλλα χρυσού και τους πολύτιμους λίθους που το στολίζουν σε όλους τους φτωχούς και δυστυχισμένους ανθρώπους.
«Ο ευτυχισμένος πρίγκηπας»
Ψηλά στην πόλη, σε μια ψηλή στήλη, βρισκόταν το άγαλμα του Ευτυχισμένου Πρίγκιπα.
Ήταν στολισμένο με λεπτά φύλλα καθαρού χρυσού, για μάτια είχε δύο φωτεινά ζαφείρια, και ένα μεγάλο κόκκινο ρουμπίνι έλαμπε στη λαβή του ξίφους του. Ήταν αξιοθαύμαστος. «Είναι όμορφος σαν ανεμοδείκτης», παρατήρησε ένας από τους δημοτικούς συμβούλους, που ήθελε να αποκτήσει τη φήμη για το γούστο του στην Τέχνη, «μόνο δεν είναι και τόσο χρήσιμος», πρόσθεσε, φοβούμενος μήπως οι άνθρωποι σκέφτονταν ότι δεν ήταν πρακτικό πνεύμα, πράγμα που στ’ αλήθεια δεν ίσχυε. «Μοιάζει σαν άγγελος», αναφώνησαν κάποια παιδιά βγαίνοντας από την εκκλησία. «Πώς το ξέρετε;» Ρώτησε η καθηγήτρια των μαθηματικών, «έχετε δει ποτέ έναν άγγελο;» «Αχ, έχουμε, στα όνειρά μας!» απάντησαν τα παιδιά. Και η καθηγήτρια των μαθηματικών κατσούφιασε γιατί δεν ενέκρινε να ονειρεύονται τα παιδιά.
Ένα βράδυ πέταξε πάνω από την πόλη ένα Χελιδόνι. Οι φίλοι του είχαν φύγει για την Αίγυπτο έξι εβδομάδες πριν, αλλά αυτό είχε μείνει πίσω, γιατί ήταν ερωτευμένο με την πιο όμορφη καλαμιά. Την είχε γνωρίσει στις αρχές της άνοιξης, καθώς πετούσε πάνω από το ποτάμι μετά από ένα μεγάλο κίτρινο σκώρο, και ένιωσε να τον ελκύει τόσο η λεπτή της μέση, που είχε σταματήσει να της μιλήσει. «Να σ 'αγαπώ;" είπε το Χελιδόνι, που του άρεσε να μπαίνει αμέσως στο θέμα, και η καλαμιά έκανε ένα χαμηλό τόξο. Έτσι πέταξε γύρω της, αγγίζοντας το νερό με τα φτερά του, και κάνοντας ασημένιους κυματισμούς. Αυτό ήταν φλερτ του, και κράτησε όλο το καλοκαίρι.
«Είναι μια γελοία προσκόλληση» τιτίβιζαν τα άλλα Χελιδόνια «αυτή δεν έχει χρήματα, και είχε πάρα πολλές σχέσεις» και πράγματι το ποτάμι ήταν γεμάτο από καλαμιές. Στη συνέχεια, όταν ήρθε το φθινόπωρο, πέταξαν όλα τους μακριά. Αφού έφυγαν, το Χελιδόνι ένιωθε μοναξιά, και άρχισε να κουράζεται από την αγάπη του. «Δεν μπορεί να κουβεντιάσει», είπε, «και φοβάμαι ότι είναι μια κοκέτα, γιατί πάντα φλερτάρει με τον άνεμο». Και βεβαίως, όταν ο άνεμος φυσούσε, ο καλαμιά έκανε την πιο χαριτωμένη κίνηση.
«Παραδέχομαι ότι είναι ντόπια», συνέχισε, «αλλά αγαπώ τα ταξίδια, και η γυναίκα μου, κατά συνέπεια, θα πρέπει να αγαπά τα ταξίδια, επίσης».
«Θα έρθεις μαζί μου;» είπε, τέλος, αλλά η καλαμιά κούνησε το κεφάλι της αρνητικά, ήταν τόσο δεμένη με το σπίτι της. «Έπαιζες μαζί μου», φώναξε. «Φεύγω για να τις Πυραμίδες. Αντίο!» και πέταξε μακριά.
Όλη τη μέρα πέταγε, και τη νύχτα έφτασε στην πόλη. «Πού θα κοιμηθώ;» αναρωτήθηκε και τότε είδε το άγαλμα στην ψηλή στήλη. «Θα κοιμηθώ εκεί πάνω», φώναξε «είναι μια ωραία θέση, με άφθονο καθαρό αέρα». Έτσι βολεύτηκε ακριβώς ανάμεσα στα πόδια του Πρίγκιπα. «Έχω μια χρυσή κρεβατοκάμαρα», είπε σιγανά στον εαυτό του όπως κοίταξε γύρω, και ήταν έτοιμος να πάει για ύπνο, αλλά καθώς έβαζε το κεφάλι του κάτω από το φτερό του, μια μεγάλη σταγόνα νερού έπεσε πάνω του. «Τι περίεργο!» φώναξε «δεν υπάρχει ούτε ένα σύννεφο στον ουρανό, τα αστέρια είναι λαμπερά και όμως βρέχει. Το κλίμα στην βόρεια Ευρώπη είναι πραγματικά φοβερό. Η καλαμιά αγαπούσε τη βροχή, αλλά αυτό ήταν απλώς λόγω του εγωισμού της». Στη συνέχεια, άλλη μια σταγόνα έπεσε. «Ποια είναι η χρησιμότητα ενός αγάλματος αν δεν μπορεί να κρατήσει τη βροχή μακριά;» αναφώνησε. «Πρέπει να κοιτάξω για μια καλή καμινάδα», είπε, αποφασισμένο να πετάξει μακριά. Αλλά πριν ανοίξει τα φτερά του, μια τρίτη σταγόνα έπεσε, σήκωσε το κεφάλι του, και τότε τον είδε.
Τα μάτια του Ευτυχισμένου Πρίγκιπα ήταν γεμάτα δάκρυα, και μερικά δάκρυα έτρεχαν ήδη στα χρυσαφένια μάγουλά του. Το πρόσωπό του ήταν τόσο όμορφο στο φεγγαρόφωτο που το μικρό Χελιδόνι ένιωσε οίκτο. «Ποιος είσαι;» είπε.
«Είμαι ο Ευτυχισμένος Πρίγκιπας».
«Τότε γιατί κλαίς;» ρώτησε το Χελιδόνι.
«Όταν ήμουν ζωντανός και είχα ανθρώπινη καρδιά», απάντησε το άγαλμα, «δεν ήξερα τι ήταν δάκρυα, γιατί έζησα στο παλάτι του Sans-Souci, όπου η θλίψη δεν επιτρέπεται να εισέλθει. Στη διάρκεια της ημέρας έπαιζα με τους συντρόφους μου στον κήπο, και το βράδυ ήμουν επικεφαλής στον χορό στη Μεγάλη Αίθουσα. Γύρω από τον κήπο είχε πολύ ψηλούς τοίχους, αλλά ποτέ δεν φρόντισα να ρωτήσω τι υπάρχει πέρα από αυτούς, τα πάντα για μένα ήταν τόσο όμορφα. Οι αυλικοί μου με έλεγαν Ευτυχισμένο Πρίγκιπα, και ήμουν, αν η καλοπέραση θεωρείται ευτυχία. Έτσι έζησα, και έτσι πέθανα. Αλλά τώρα που είμαι νεκρός και με έχουν εναποθέσει εδώ, τόσο ψηλά ώστε να μπορώ να βλέπω όλες τις ασχήμιες και όλη τη δυστυχία στην πόλη μου, αν και η καρδιά μου είναι κατασκευασμένη από μόλυβδο, δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο παρά να κλαίω».
«Τι! Δεν είναι όλος από ατόφιο χρυσάφι;» είπε το Χελιδόνι στον εαυτό του. Ήταν πολύ ευγενικός για να κάνει τέτοιες προσωπικές παρατηρήσεις φωναχτά.
«Πολύ μακριά», συνέχισε το άγαλμα σε μια χαμηλή μουσική φωνή, «πολύ μακριά σε ένα μικρό δρόμο υπάρχει ένα φτωχόσπιτο. Ένα από τα παράθυρα είναι ανοιχτά, και μέσα από αυτό μπορώ να δω μια γυναίκα να κάθεται σε ένα τραπέζι. Το πρόσωπό της είναι λεπτό και κουρασμένο, και έχει σκαμμένα, κόκκινα χέρια, όλα τρυπημένα από τη βελόνα, γιατί είναι ράφτρα. Κεντάει λουλούδια του πάθους σε ένα σατέν φόρεμα για τις πιο όμορφες της υπηρέτριες της βασίλισσας για να το φορέσει στον επόμενο χορό. Σε ένα κρεβάτι στη γωνία του δωματίου το αγοράκι της κοιμάται άρρωστο. Έχει πυρετό και ζητάει πορτοκάλια. Η μητέρα του δεν έχει τίποτα να του δώσει παρά μόνο νερό του ποταμού, κι έτσι το αγοράκι κλαίει. Χελιδόνι, Χελιδονάκι , μικρό μου Χελιδόνι, δεν της πας το ρουμπίνι από το σπαθί μου; Τα πόδια μου είναι τοποθετημένα σε αυτό το βάθρο και δεν μπορώ να πάω εγώ».
«Με περιμένουν στην Αίγυπτο», είπε το Χελιδόνι. «Οι φίλοι μου πετούν πάνω και κάτω στο Νείλο, και μιλάνε στα μεγάλα άνθη λωτού. Σύντομα θα πάνε για ύπνο στον τάφο του μεγάλου Βασιλιά. Ο Βασιλιάς είναι εκεί, στο ζωγραφισμένο φέρετρό του. Είναι τυλιγμένος σε κίτρινο λινό ύφασμα, και βαλσαμωμένος με μπαχαρικά. Γύρω από το λαιμό του, έχει μια αλυσίδα από ανοιχτό πράσινο νεφρίτη, και τα χέρια του είναι σαν μαραμένα φύλλα».
«Χελιδόνι, Χελιδονάκι, μικρό μου Χελιδόνι», είπε ο πρίγκιπας, «δεν θα μείνεις μαζί μου για μια νύχτα ακόμα, για να είσαι ο αγγελιοφόρος μου; Το αγόρι είναι τόσο διψασμένο, και η μητέρα του θλιμμένη».
«Δεν νομίζω ότι συμπαθώ τα αγόρια», απάντησε το Χελιδόνι. «Το περασμένο καλοκαίρι,όταν έμενα στον ποταμό, υπήρχαν δύο αγενή αγόρια, οι γιοι του μυλωνά, οι οποίοι μου πετούσαν πάντα πέτρες Ποτέ δεν με χτύπησαν, φυσικά. Εμείς τα χελιδόνια πετάμε πολύ καλά, και εκτός αυτού, κατάγομαι από μια οικογένεια γνωστή για την ευκινησία της, αλλά και πάλι, ήταν ένα σημάδι έλλειψης σεβασμού». Αλλά ο Πρίγκιπας φαινόταν τόσο λυπημένος που το μικρό Χελιδόνι ζήτησε συγγνώμη. «Έχει πολύ κρύο εδώ», είπε, «αλλά θα μείνω μαζί σου για μια νύχτα ακόμα, και για να σου κάνω τον αγγελιοφόρο». «Σε ευχαριστώ, μικρό μου Χελιδόνι», είπε ο Πρίγκιπας.
Έτσι, το Χελιδόνι έβγαλε το μεγάλο ρουμπίνι από το σπαθί του Πρίγκιπα και πέταξε με αυτό στο ράμφος του, πέρα από τις στέγες της πόλης.
Πέρασε από τον καθεδρικό ναό, όπου υπήρχαν γλυπτά αγγέλων από λευκό μάρμαρο. Πέρασε από το παλάτι και άκουσε τον ήχο του χορού. Μια όμορφη κοπέλα βγήκε στο μπαλκόνι με τον αγαπημένο της. «Πόσο υπέροχα είναι τα αστέρια», της είπε, «και πόσο θαυμάσια είναι η δύναμη της αγάπης!»
«Ελπίζω το φόρεμά μου να είναι έτοιμο εγκαίρως για τον χορό», απάντησε «Έχω παραγγείλει να είναι κεντημένα πάνω του λουλούδια του πάθους, αλλά η ράφτρα είναι τόσο τεμπέλα». Πέρασε πάνω από τον ποταμό, και είδε τα φανάρια να κρέμονται στα κατάρτια των πλοίων. Πέρασε πάνω από το Γκέτο, και είδε γέρους Εβραίους να κάνουν παζάρια ο ένας στον άλλον και να ζυγίζουν τα χρήματα. Επιτέλους έφτασε στο φτωχό σπίτι και κοίταξε μέσα. Το αγόρι στριφογυρνούσε από τον πυρετό στο κρεβάτι του, και η μητέρα του είχε αποκοιμηθεί, καθώς ήταν πολύ κουρασμένη. Αυτό τουλάχιστον ήλπιζε, καθώς άφηνε το μεγάλο ρουμπίνι στο τραπέζι, δίπλα στη δαχτυλήθρα της γυναίκας. Στη συνέχεια πέταξε απαλά γύρω από το κρεβάτι, και άρχισε να αερίζει το μέτωπο του αγοριού με τα φτερά του. «Πόσο δροσερά αισθάνομαι», είπε το αγόρι, «πρέπει να πηγαίνω καλύτερα». Και βυθίστηκε σε έναν απολαυστικό ύπνο.
Στη συνέχεια το Χελιδόνι πέταξε πίσω στον Ευτυχισμένο Πρίγκιπα, και του είπε τι είχε κάνει. «Είναι περίεργο», τόνισε, «αλλά αισθάνομαι πολύ ζεστά τώρα, αν και έχει τόσο κρύο».
«Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έχεις κάνει μια καλή πράξη», είπε ο Πρίγκιπας. Και το μικρό Χελιδόνι άρχισε να σκέφτεται, και στη συνέχεια το πήρε ο ύπνος. Το να σκέφτεται πάντα του έφερνε υπνηλία. Όταν ξημέρωσε, πέταξε στον ποταμό και έκανε μπάνιο. «Τι αξιοσημείωτο φαινόμενο», είπε ο καθηγητής της ορνιθολογίας, καθώς περνούσε πάνω από τη γέφυρα. «Ένα χελιδόνι το χειμώνα!» Και έγραψε μια μακρά επιστολή γι'αυτό στην τοπική εφημερίδα. «Το βράδυ θα πάω στην Αίγυπτο», είπε το Χελιδόνι, και ήταν σε μεγάλα κέφια. Επισκέφθηκε όλα τα δημόσια μνημεία, και κάθισε πολύ ώρα στην κορυφή του καμπαναριού της εκκλησίας. Όπου και να πήγαινε τα Σπουργίτια τιτίβιζαν, και έλεγαν το ένα στο άλλο: «τι διακεκριμένος ξένος!» και το ίδιο το Χελιδόνι το απολάμβανε πολύ.
Όταν το φεγγάρι βγήκε πέταξε πίσω στον Ευτυχισμένο Πρίγκιπα. «Έχεις τίποτα να στείλεις στην Αίγυπτο;» φώναξε, «ξεκινάω τώρα».
«Χελιδόνι, Χελιδονάκι, μικρό μου Χελιδόνι», είπε ο πρίγκιπας, «δεν θα μείνεις μαζί μου άλλη μια νύχτα;»
«Με περιμένουν στην Αίγυπτο», απάντησε το Χελιδόνι. «αύριο οι φίλοι μου θα πετάξουν μέχρι τον δεύτερο καταρράχτη. Σε έναν μεγάλο γρανιτένιο θρόνο κάθεται ο Θεός Μέμνων. Όλη τη νύχτα κοιτά τα αστέρια, και όταν έρχεται το πρωινό φως, βγάζει μία κραυγή χαράς, και μετά μένει σιωπηλός. Το μεσημέρι το κίτρινα λιοντάρια κατεβαίνουν άκρη του νερού για να πιουν νερό. Έχουν μάτια καταπράσινα και ο βρυχηθμός τους είναι πιο δυνατός από κάθε βρυχηθμό του καταρράκτη». «Χελιδόνι, Χελιδονάκι, μικρό μου Χελιδόνι», αναστέναξε ο πρίγκιπας, «πολύ μακριά στην πόλη βλέπω ένα νεαρό άνδρα σε μια σοφίτα. Σκύβει πάνω από ένα γραφείο καλυμμένο με χαρτιά, και σε ένα ποτήρι δίπλα του, υπάρχει μια δέσμη από μαραμένες βιολέτες. Τα μαλλιά του είναι καφέ και ξερά, και τα χείλη του είναι κόκκινα σαν ρόδι, και έχει μεγάλα και ονειροπόλα μάτια. Προσπαθεί να τελειώσει ένα έργο για τον διευθυντή του Θεάτρου, αλλά κάνει πάρα πολύ κρύο για να γράψει πια. Δεν έχει φωτιά στο τζάκι και η πείνα τον έχει αποδυναμώσει. «Θα μείνω μαζί σου μια νύχτα ακόμα», είπε το Χελιδόνι, που είχε πραγματικά καλή καρδιά. «Να πάρω άλλο ρουμπίνι;»
«Δυστυχώς δεν έχω άλλο ρουμπίνι», δήλωσε ο πρίγκιπας «Τα μάτια μου είναι το μόνο που μου έχει μείνει. Είναι κατασκευασμένα από σπάνια ζαφείρια, που τα έφεραν από την Ινδία χίλια χρόνια πριν. Βγάλε το ένα από αυτά και πήγαινέ το σ 'αυτόν. Θα το πουλήσει στον κοσμηματοπώλη, και θα αγοράσει τρόφιμα και καυσόξυλα, και να τελειώσει το έργο του».
«Καλέ μου Πρίγκιπα», είπε το Χελιδόνι, "δεν μπορώ να το κάνω αυτό». Και άρχισε να κλαίει.
«Χελιδόνι, Χελιδονάκι, μικρό μου Χελιδόνι», είπε ο πρίγκιπας, «κάνε όπως σου είπα».
Έτσι, το Χελιδόνι έβγαλε το μάτι του Πρίγκιπα και πέταξε μακριά για τη σοφίτα του φοιτητή. Ήταν αρκετά εύκολο να μπει, δεδομένου ότι υπήρχε μια τρύπα στην οροφή. Ο νεαρός άνδρας είχε κρύψει το κεφάλι του μέσα στα χέρια του, οπότε δεν άκουσε το φτερούγισμα του πουλιού. Όταν το σήκωσε, βρήκε το όμορφο ζαφείρι στις μαραμένες βιολέτες.
«Αρχίζουν να με εκτιμούν», φώναξε «αυτό είναι από κάποια μεγάλη θαυμάστρια. Τώρα μπορώ να τελειώσω το έργο μου». Και έδειχνε αρκετά ευτυχής.
Την επόμενη μέρα το Χελιδόνι πέταξε κάτω στο λιμάνι. Κάθισε στο κατάρτι ενός μεγάλου σκάφους και παρακολούθησε τους ναύτες να τραβούν μερικά σχοινιά. «Πάω στην Αίγυπτο» φώναξε το Χελιδόνι, και όταν το φεγγάρι βγήκε ξανά πέταξε πίσω στον Ευτυχισμένο Πρίγκιπα.
«Έρχομαι για να πω αντίο», φώναξε.
«Χελιδόνι, Χελιδονάκι, μικρό μου Χελιδόνι», είπε ο πρίγκιπας, «δεν θα μείνεις μαζί μου μια νύχτα ακόμα;».
«Είναι χειμώνας», απάντησε το Χελιδόνι, «και το χιόνι θα είναι σύντομα εδώ. Στην Αίγυπτο ο ήλιος είναι ζεστός και έχει πράσινους φοίνικες, και κροκόδειλοι βρίσκονται στη λάσπη και τους κοιτάζουμε νωχελικά. Οι σύντροφοί μου χτίζουνε μια φωλιά στον Ναό του Μπάαλμπεκ. Καλέ μου Πρίγκιπα, πρέπει να σε αφήσω, αλλά ποτέ δεν θα σε ξεχάσω, και την επόμενη άνοιξη θα σου φέρω πίσω δύο πανέμορφα κοσμήματα στη θέση αυτών που έδωσες. Το ρουμπίνι θα είναι πιο κόκκινο από ένα κόκκινο τριαντάφυλλο και το ζαφείρι θα είναι μπλε, όπως η μεγάλη θάλασσα».
«Στην πλατεία κάτω», είπε ο Ευτυχισμένος Πρίγκιπας, «βρίσκεται ένα μικρό κορίτσι που πουλά σπίρτα. Της έπεσαν όμως στην λάσπη. Ο πατέρας της θα την χτυπήσει αν δεν πάει στο σπίτι χρήματα, και έτσι κλαίει. Δεν έχει παπούτσια ή κάλτσες. Βγάλε το άλλο μάτι μου, και δώστο σ’αυτήν, κι ο πατέρας της δεν θα την χτυπήσει».
«Θα μείνω μαζί σου μια νύχτα ακόμα», είπε το Χελιδόνι, «αλλά δεν μπορώ να βγάλω το μάτι σου. Θα είσαι τυφλός μετά».
«Χελιδόνι, Χελιδονάκι, μικρό μου Χελιδόνι», είπε ο πρίγκιπας, «κάνε όπως σου λέω».
Έτσι έβγαλε και το άλλο μάτι του Πρίγκιπα και πέταξε δίπλα από το κορίτσι, και γλίστρησε το κόσμημα στην παλάμη του χεριού της. «Τι υπέροχο κομμάτι από γυαλί» φώναξε το κοριτσάκι και έτρεξε στο σπίτι, γελώντας.
Στη συνέχεια, το Χελιδόνι γύρισε στον Πρίγκιπα. «Είσαι τυφλός τώρα», είπε, «γι 'αυτό θα μείνω μαζί σου πάντα».
«Όχι, μικρό μου Χελιδόνι», είπε ο καημένος Πρίγκιπας, «πρέπει να πας μακριά, στην Αίγυπτο».
«Θα μείνω για πάντα μαζί σου», είπε το Χελιδόνι, και κοιμήθηκε στα πόδια του Πρίγκιπα.
Όλη την επόμενη μέρα κάθισε στον ώμο του Πρίγκιπα και του είπε ιστορίες για το τι είχε δει σε παράξενα εδάφη. Του είπε για τις κόκκινες θρεσκιόρνιθες, που στέκονται στη σειρά στις όχθες του Νείλου, και πιάνουν χρυσόψαρα με τα ράμφη τους, για την Σφίγγα, που είναι τόσο παλιά όσο ο ίδιος ο κόσμος, και ζει στην έρημο, και ξέρει πάντα, για τους εμπόρους, που περπατούν αργά πλάι στις καμήλες τους, και μεταφέρουν κεχριμπαρένιες χάντρες στα χέρια τους, για τον Βασιλιά των βουνών της Σελήνης, ο οποίος, είναι μαύρος σαν τον έβενο και λατρεύει ένα μεγάλο κρύσταλλο, για το μεγάλο πράσινο φίδι που κοιμάται σε ένα φοίνικα, και έχει είκοσι ιερείς για να το ταΐζουν με κέικ μελιού, και για τους πυγμαίους που πλέουν σε μια μεγάλη λίμνη στα μεγάλα επίπεδα φύλλα, και είναι πάντα σε πόλεμο με τις πεταλούδες.
«Αγαπητό μου Χελιδονάκι», είπε ο Πρίγκιπας, «μου λες εκπληκτικά πράγματα, αλλά περισσότερο από ο,τιδήποτε, πιο εκπληκτική είναι η δυστυχία των ανδρών και των γυναικών. Δεν υπάρχει τίποτα τόσο σημαντικό όσο η δυστυχία. Πέταξε πάνω από την πόλη μου, μικρό μου Χελιδόνι, και πες μου τι βλέπεις».
Έτσι το Χελιδόνι πέταξε πάνω από τη μεγάλη πόλη, και είδε τους πλούσιους να είναι χαρούμενοι στα όμορφα σπίτια τους, ενώ οι ζητιάνοι κάθονταν στις πόρτες. Πέταξε σε σκοτεινά δρομάκια, και είδα τα λευκά πρόσωπα πεινασμένων παιδιών να κοιτούν τους μαύρους δρόμους. Κάτω από μια γέφυρα δύο μικρά αγόρια ήταν αγκαλιά για να κρατηθούν ζεστά.«Πόσο πεινασμένοι είμαστε!» είπαν. «Δεν επιτρέπεται να βρίσκεστε εδώ», φώναξε ο φρουρός, και βγήκαν στη βροχή.
Στη συνέχεια πέταξε πίσω και είπε στον Πρίγκιπα όσα είχε δει.
«Είμαι καλυμμένος με χρυσάφι», είπε ο Πρίγκιπας, «πρέπει να το βγάλεις φύλλο φύλλο, και να το δώσεις στους ανθρώπους-πάντα πίστευαν ότι ο χρυσός μπορεί να τους κάνει ευτυχισμένους».
Φύλλο φύλλο, το Χελιδόνι πήρε το χρυσάφι μακριά, μέχρι που ο Πρίγκιπας φαινόταν θαμπός και γκρίζος. Φύλλο φύλλο, πήγαινε το χρυσό στους φτωχούς, και τα πρόσωπα των παιδιών κοκκίνισαν, και γέλασαν και έπαιξαν παιχνίδια στο δρόμο. «Έχουμε ψωμί τώρα!» φώναζαν.
Στη συνέχεια, το χιόνι ήρθε, και μετά το χιόνι ήρθε ο παγετός. Οι δρόμοι φαινόταν σαν να ήταν από ασήμι, τόσο λαμπεροί και γυαλιστεροί. Το καημένο το Χελιδόνι κρύωνε όλο και πιο πολύ, αλλά δεν θα άφηνε τον Πρίγκιπα, που τον αγαπούσε πάρα πολύ. Μάζευε ψίχουλα έξω από την πόρτα του φούρναρη, όταν εκείνος δεν κοιτούσε και προσπαθούσε να κρατηθεί ζεστό με το χτύπημα των φτερών του.
Αλλά τελικά ήξερε ότι επρόκειτο να πεθάνει. Είχε μόνο δύναμη για να πετάξει μέχρι τον ώμο του Πρίγκιπα για μια ακόμη φορά. «Αντίο, αγαπητέ Πρίγκιπα!» μουρμούρισε, «θα μου επιτρέψεις να φιλήσω το χέρι σου;»
«Χαίρομαι που θα πας στην Αίγυπτο επιτέλους, μικρό μου Χελιδόνι», δήλωσε ο Πρίγκιπας, «έχεις μείνει πολύ καιρό εδώ. Μα πρέπει να με φιλήσεις στα χείλη, γιατί σ 'αγαπώ».
«Δεν θα πάω στην Αίγυπτο», είπε το Χελιδόνι. «Πάω στον οίκο του Θανάτου. Ο θάνατος είναι ο αδελφός του Ύπνου, έτσι δεν είναι;»
Και φίλησε τον Ευτυχισμένο Πρίγκιπα στα χείλη, και έπεσε νεκρός στα πόδια του.
Εκείνη τη στιγμή μια περίεργη ρωγμή ακούστηκε μέσα στο άγαλμα, σαν κάτι να είχε σπάσει. Ήταν η μαύρη, μολυβένια καρδιά που είχε σπάσει στα δύο. Σίγουρα ήταν ένας φοβερά σκληρός παγετός.
Νωρίς το επόμενο πρωί ο Δήμαρχος περπατούσε στην πλατεία, και βλέποντας το άγαλμα, είπε στους δημοτικούς συμβούλους: «πόσο άθλιος φαίνεται ο Ευτυχισμένος Πρίγκιπας!».
«Πόσο άθλιος πραγματικά!" φώναξε ο σύμβουλος, ο οποίος πάντα συμφωνούσε σε με τον Δήμαρχο.
«Το ρουμπίνι έχει βγει από το σπαθί του, τα μάτια του έχουν φύγει, και δεν έχει χρυσό πια», είπε ο Δήμαρχος, «στην πραγματικότητα, είναι λίγο καλύτερος από ένα ζητιάνο!».
«Λίγο καλύτερος από ένα ζητιάνο», είπαν οι δημοτικοί σύμβουλοι.
«Και υπάρχει ένα νεκρό πουλί στα πόδια του!» συνέχισε ο Δήμαρχος. «Πρέπει να εκδοθεί μια διακήρυξη ότι τα πουλιά δεν επιτρέπεται να πεθαίνουν εδώ». Και η γραμματέας σημείωσε την πρόταση.
Έτσι γκρέμισαν το άγαλμα του Πρίγκιπα. «Αφού δεν είναι πλέον όμορφος δεν είναι χρήσιμος», δήλωσε ο Καθηγητής Τέχνης στο Πανεπιστήμιο.
Στη συνέχεια έλιωσαν το άγαλμα σε μια κάμινο, και ο Δήμαρχος είχε μια συνάντηση με τους συμβούλους για να αποφασίσουν τι θα γίνει με το μέταλλο. «Πρέπει να έχουμε ένα άλλο άγαλμα, φυσικά», είπε, «και πρέπει να είναι ένα άγαλμα δικό μου».
«Δικό μου», δήλωσε ο κάθε Σύμβουλος, και άρχισαν να μαλώνουν. Την τελευταία φορά που άκουσα γι’αυτούς μάλωναν ακόμα.
«Τι παράξενο πράγμα!» είπαν οι εργάτες στα χυτήρια. «Αυτή η σπασμένη καρδιά δεν λιώνει στο φούρνο. Πρέπει να την πετάξουμε». Έτσι την πέταξαν εκεί που είχαν πετάξει και το νεκρό Χελιδόνι.
«Φέρε μου τα δύο πιο πολύτιμα πράγματα της πόλης», είπε ο Θεός σε έναν από τους αγγέλους του, και ο άγγελος του έφερε τη μαύρη καρδιά και το νεκρό πουλί.
«Έχεις επιλέξει σωστά», είπε ο Θεός, «στο κήπο του Παραδείσου αυτό το μικρό πουλί θα τραγουδά για πάντα, και στην πόλη του χρυσού ο Ευτυχισμένος Πρίγκιπας θα με δοξάζει»
Θέατρο: Το «Αυγό» με τον Δ. Χορν
Η ΕΡΑ τιμώντας τη μνήμη του, θα μεταδώσει από τη «Νύχτα θεάτρου» τη θεατρική κωμωδία του Φελισιέν Μαρσό το "Αυγό". Μια κλασική πλέον κωμωδία σε μια σπάνια ηχογράφηση του 1960, με τον σπουδαία ηθοποιό Δ. Χορν, να ερμηνεύει τον κεντρικό ρόλο του Εμίλ Μαγγή. Τον ίδιο ρόλο ο Χορν είχε ερμηνεύσει και στη θεατρική σκηνή, κάνοντας μάλιστα μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της θεατρικής διαδρομής του.
Εμείς θα έχουμε την ευκαιρία ν' απολαύσουμε τον μεγάλο μας ηθοποιό από τις συχνότητες της ΕΡΑ, στη ραδιοφωνική απόδοση του «Αυγού». Το έργο που θα παρακολουθήσουμε σκηνοθέτησε ο Κωστής Μιχαηλίδης, σε μετάφραση - διασκευή της Ιουλίας Ιατρίδη. Η μουσική επιμέλεια είναι της Σοφίας Μιχαλίτση. Εκτός από τον Δημήτρη Χορν ακούγονται οι ηθοποιοί: Ανδρέας Φιλιππίδης, Δημήτρης Καλλιβωκάς, Λίλη Παπαγιάννη, Τρύφων Καρατζάς, Άννα Κυριακού, Γιάννης Βογιατζής, Σπύρος Ολύμπιος, Νίκος Βασταρδής κ.ά. Η επιμέλεια της εκπομπής είναι της Αιμιλίας Κτενά και του Δημήτρη Φραγκουδάκη.
"Το έργο γράφτηκε το 1956 και γνώρισε μεγάλη επιτυχία στη Γαλλία όπου θεωρείται πια κλασσικό. Στην Ελλάδα ο αξεπέραστος Δημήτρης Χορν δημιούργησε έναν Μαγκί, με τον δικό του μοναδικό τρόπο, όπου έμεινε στην μνήμη των ανθρώπων που τον απόλαυσαν ως ρόλος ζωής.
Το «Αυγό». Κωμωδία; Σάτιρα; ή τραγωδία;
«Ξύπνησα φρέσκος και ευδιάθετος» αυτή η μικρή φράση που άκουγε καθημερινά από όλους γύρω του, έκανε τον Μαγκί να αναρωτηθεί τι κάνει λάθος στη ζωή και δεν είναι σαν τους άλλους. Δεν ξύπναγε ποτέ φρέσκος και ευδιάθετος, δεν έβρισκε πουθενά την ευτυχία. Ένιωθε μόνος, αποκλεισμένος, διαφορετικός.
Ο κόσμος γι αυτόν ήταν ένα αυγό, κλειστό από παντού. Και αποφασίζει να κάνει στόχο της ζωής του να σπάσει το τσόφλι του αυγού και να εισχωρήσει μέσα. Να ζήσει μαζί με τους άλλους, σαν τους άλλους. Και ο τρόπος να το κάνει αυτό ήταν ένας: Το ψέμα. Ο Φελισιέν Μαρσώ, δημιουργεί έναν ήρωα που στέκεται μόνος απέναντι στον κόσμο. Ένας μετριοπαθής ανθρωπάκος, ένα πρόσωπο τρομερό, που μας προσφέρει την ψυχή του διάφανη χωρίς καμιά σκιά, και μαύρη σαν μια πικρή αλήθεια.
Ο Μαγκί είναι η ενσάρκωση της αλήθειας. Μαριονέτα στην πένα του Μαρσώ, ένα φερέφωνο που αποδομεί κάθε ηθική αξία της ζωής. Σαρκάζει, χλευάζει, περιφρονεί, κατακεραυνώνει την ηθική παρακμή της κοινωνίας.
Ο Μαγκί, ο άνθρωπος της αλήθειας, μεταχειρίζεται το ψέμα με ακρίβεια χειρουργού. Θα σπάσει το αυγό, θα σταθεί απέναντί μας σαν ένας θλιβερός καθρέφτης, με χίλια κομμάτια στα πόδια του από το τσόφλι που έσπασε, νικητής, θριαμβευτής. Όμως το αυγό ήταν σάπιο και ο καθρέφτης που μας τείνει ο συγγραφέας αδυσώπητος.
Επιλεκτικά βίντεο για τον μεγάλο ηθοποιό
Top Stories / Δημήτρης Χορν: Το συγκεκριμένο επεισόδιο της εκπομπής «Άνθρωποι, Δημήτρης (Τάκης) Χορν» της Σεμίνα Διγενή αποτελεί αφιέρωμα στον ηθοποιό Δημήτρης Χορν (1921-1998) έξι μέρες μετά το θάνατό του, στις 21/1/1998.
Περιέχονται αποσπάσματα παλαιότερης προσωπικής συνέντευξης του ηθοποιού στην παρουσιάστρια που δόθηκε στο σπίτι του πέντε χρόνια πριν. Ο Χορν, με αυτοκριτική διάθεση μιλάει για τον εαυτό του, το ξεκίνημα της θεατρικής του πορείας και τη σχέση του με το θέατρο. Αναφέρεται σε νέους καλλιτέχνες, σε αγαπημένα του πρόσωπα, αλλά και στις γυναίκες της ζωής του: τη Ρίτα Φιλίππου, την Έλλη Λαμπέτη και την Άννα Γουλανδρή.
Κατά τη διάρκεια της εκπομπής, γίνεται αναφορά στην καλλιτεχνική του διαδρομή στο θέατρο και τον κινηματογράφο, παράλληλα με την προβολή δημοσιευμάτων στον Τύπο με αφορμή την είδηση του θανάτου του, που σκιαγραφούν το μέγεθος του υποκριτικού του ταλέντου, καθώς και πτυχές της ιδιωτικής του ζωής. Ο ηθοποιός ΑΡΗΣ ΛΕΜΠΕΣΟΠΟΥΛΟΣ από το «Απλό» θέατρο μιλάει για την προσωπικότητα του ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΟΡΝ.
Ακούγονται ηχητικά αποσπάσματα με τη φωνή του ΜΑΝΟΥ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ από τον πρόλογο της «Οδού Ονείρων» (1962), της ΕΛΛΗΣ ΛΑΜΠΕΤΗ στο τραγούδι «Αγόρι μου που σαι μακριά», από τη «Γλυκιά Ίρμα» και του ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΟΡΝ που ερμηνεύει το «Ποιός το ξέρει».
Εκτός από το πλούσιο φωτογραφικό υλικό, στην εκπομπή προβάλλονται σκηνές από κινηματογραφικές ταινίες στις οποίες πρωταγωνίστησε ο σπουδαίος ηθοποιός όπως, η «Κάλπικη Λίρα» του ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΖΑΒΕΛΛΑ, το «Κυριακάτικο Ξύπνημα» του ΜΙΧΑΛΗ ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗ και «Αλίμονο στους νέους» του ΑΛΕΚΟΥ ΣΑΚΕΛΑΡΙΟΥ.
Ο Δημήτρης Χορν ερμηνεύει στην γαλλική γλώσσα, το τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι από τη θεατρική παράσταση «Οδός Ονείρων» το 1962. «Le Drame du Mauvais Acteur».
(1993) Μιλάει για τον σκηνοθέτη Γιώργο Τζαβέλλα με τον οποίο συνεργάστηκε σε πολλές ταινίες! Ο Δημήτρης Χορν ήταν ο αγαπημένος του ηθοποιός και μαζί έκαναν 4 ταινίες "τα χειροκροτήματα, ο Μεθύστακας, η Κάλπικη Λίρα, και "Μια Ζωή την Έχουμε". Επίσης άλλες σπουδαίες ταινίες του Τζαβέλλα είναι το "Σωφεράκι, Η Γυνή Να Φοβήται τον Άνδρα", "Αντιγόνη", "Η Αγνή του Λιμανιού", "Μαρίνος Κοντάρας".
2005 Παρασκήνιο, Δημήτρης Χορν (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ): Το επεισόδιο αυτό της σειράς ντοκιμαντέρ παρουσιάζει το πορτρέτο του ηθοποιού ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΟΡΝ κυρίως μέσα από συνεντεύξεις του ίδιου, αλλά και συνεργατών και συναδέλφων του.
Ο θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης ΑΛΕΞΗΣ ΣΟΛΩΜΟΣ μιλάει για την γνωριμία του με τον ηθοποιό από την παιδική τους ηλικία, την πρώτη τους συνάντηση στην παιδική παράσταση «ΒΙΟΛΑΝΤΟ» και για τη συμμετοχή του στα θεατρικά δρώμενα του ΚΑΡΟΛΟΥ ΚΟΥΝ στο Κολέγιο Αθηνών.
Η ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΓΕΡΟΥΛΑΝΟΥ, που με προτροπή του ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΟΡΝ είχε συμμετάσχει στην παράσταση «ΑΡΧΙΜΑΣΤΟΡΑΣ ΣΟΛΝΕΣ» του ΙΨΕΝ, περιγράφει τον άνθρωπο και φίλο ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΟΡΝ. Η ΛΕΛΑ ΦΙΛΙΠΟΥ, αδερφή της πρώτης συζύγου του ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΟΡΝ, μιλάει για τη σχέση του ηθοποιού με την ΡΙΤΑ ΦΙΛΙΠΟΥ.
Ο συμπρωταγωνιστής του σε πολλές θεατρικές παραστάσεις ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΩΓΛΕΡΗΣ περιγράφει το μεγαλείο του ηθοποιού ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΟΡΝ και σημειώνει ότι ο ρόλος του Τρελού στην παράσταση «ΔΩΔΕΚΑΤΗ ΝΥΧΤΑ» και του ΡΙΧΑΡΔΟΥ Β’, ύφαναν τη σχέση του ΧΟΡΝ με τον θεατρικό συγγραφέα ΟΥΙΛΙΑΜ ΣΑΙΞΠΗΡ. Ο ηθοποιός αφηγείται περιστατικά που έζησε από κοντά στα παρασκήνια των θεάτρων με τον ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΟΡΝ.
Η ηθοποιός ΜΑΡΩ ΚΟΝΤΟΥ διηγείται με λεπτομέρεια την πρώτη τους συνάντηση. Ο ηθοποιός και φίλος του, ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΙΣΑΑΚΙΔΗΣ, μιλάει για τις εξαίρετες συζητήσεις τους στο εξοχικό του μαζί με τον ποιητή ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ, ενώ παρουσιάζει άγνωστες πλευρές του χαρακτήρα του ηθοποιού.
Ο ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΙΣΑΑΚΙΔΗΣ περιγράφει την ατμόσφαιρα που επικρατούσε στα καμαρίνια πριν από κάθε παράσταση. Ο σκηνοθέτης και ηθοποιός ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ περιγράφει τις πρόβες του ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΟΡΝ, μιλάει για την σχέση τους και τον χαρακτηρίζει ευγενή άνθρωπο.
Σε αποσπάσματα από παλαιότερη εκπομπή του ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟΥ, ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ περιγράφει τα ανάμεικτα συναισθήματα που του προκαλούν οι παραστάσεις, την εμπειρία της διαδικασίας των εξετάσεων στο Εθνικό Θέατρο και τη σχέση του με την ΕΛΛΗ ΛΑΜΠΕΤΗ.
Ακούγονται αποσπάσματα από θεατρικές παραστάσεις στις οποίες πρωταγωνιστούσε ο μεγάλος ηθοποιός, προβάλλεται απόσπασμα από την παράσταση «ΤΙΜΩΝ Ο ΑΘΗΝΑΙΟΣ», το οποίο είναι ενδεικτικό της υποκριτικής ικανότητάς του και τέλος ακούγεται το τραγούδι «ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΦΩΣ» από την παράσταση «ΟΔΟΣ ΟΝΕΙΡΩΝ», που ερμήνευσε ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ.
49:33 εκπομπή Παρασκήνιο, Δημ.Χορν 2005 (ΕΡΤ)
Απόσπασμα από το Λεύκωμα Δημήτρης Χορν που
εκδόθηκε το 1999 από το Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου