Εργασία της Σοφίας Ντρέκου
Ο Βασίλειος Καισαρείας (330 - 1 Ιανουαρίου 379), γνωστός και ως Μέγας Βασίλειος ή Άγιος Βασίλης, ήταν Έλληνας επίσκοπος της Καισαρείας στην Καππαδοκία, Μικρά Ασία (στη σημερινή Τουρκία). Ήταν σημαίνων θεολόγος που υποστήριξε το Σύμβολο της Πίστεως και αντιτάχθηκε στις αιρέσεις της πρωτοχριστιανικής εκκλησίας, μεταξύ των οποίων και του Αρειανισμού. Επίσης, ήταν Πατέρας της Εκκλησίας και ένας από τους Τρεις Ιεράρχες, που θεωρούνται προστάτες της παιδείας. (Εκτενή Βίο του αγίου Βασιλείου βλ. παρακάτω σε pdf και σε άρθρο)
Ο Βασίλειος Καισαρείας (330 - 1 Ιανουαρίου 379), γνωστός και ως Μέγας Βασίλειος ή Άγιος Βασίλης, ήταν Έλληνας επίσκοπος της Καισαρείας στην Καππαδοκία, Μικρά Ασία (στη σημερινή Τουρκία). Ήταν σημαίνων θεολόγος που υποστήριξε το Σύμβολο της Πίστεως και αντιτάχθηκε στις αιρέσεις της πρωτοχριστιανικής εκκλησίας, μεταξύ των οποίων και του Αρειανισμού. Επίσης, ήταν Πατέρας της Εκκλησίας και ένας από τους Τρεις Ιεράρχες, που θεωρούνται προστάτες της παιδείας. (Εκτενή Βίο του αγίου Βασιλείου βλ. παρακάτω σε pdf και σε άρθρο)
Εορτάζει στις 1 Ιανουαρίου
Ζῇ Βασίλειος, καί θανών ἐν Κυρίῳ.
Ζῇ καί παρ' ἡμῖν, ὡς λαλῶν ἐκ τῶν βίβλων,
Ἰανουαρίοιο θάνες, Βασίλειε, πρώτῃ.
Η περιουσία του Μεγάλου Βασιλείου
- Έχω εντολή από το Βασιλιά (Ουάλη), φοβέρισε με σηκωμένο φρύδι ο έπαρχος Μόδεστος, τον Μέγα Βασίλειο, να σου δημεύσω την περιουσία.
- Δεν χρειάζεται να κοπιάσεις. Η περιουσία μου βρίσκεται ήδη στα χέρια των φτωχών. Δικά μου δεν είναι παρά μερικά βιβλία και το τριμμένο τούτο ράσο.
- Τότε θα σε εξορίσει.
- Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής, απάντησε γαλήνια ο Ιεράρχης. Όπου κι αν με στείλει, στη γη του Κυρίου μου θα βρίσκομαι.
- Έχω εντολή από το Βασιλιά (Ουάλη), φοβέρισε με σηκωμένο φρύδι ο έπαρχος Μόδεστος, τον Μέγα Βασίλειο, να σου δημεύσω την περιουσία.
- Δεν χρειάζεται να κοπιάσεις. Η περιουσία μου βρίσκεται ήδη στα χέρια των φτωχών. Δικά μου δεν είναι παρά μερικά βιβλία και το τριμμένο τούτο ράσο.
- Τότε θα σε εξορίσει.
- Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής, απάντησε γαλήνια ο Ιεράρχης. Όπου κι αν με στείλει, στη γη του Κυρίου μου θα βρίσκομαι.
Ρήσεις του Αγίου:
«Μπορείς να βρεις πολλά παραδείγματα αγάπης προς τον αδελφό μας μέσα από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Εάν δεις γέροντα που πεθαίνει από πείνα, βρες ανθρώπους να στείλεις για να τον ταΐσουν, όπως ο Ιωσήφ τον Ιακώβ (όταν γέροντας ο Ιακώβ κατέφυγε στην Αίγυπτο να γλιτώσει από την πείνα).
Εάν δεις τον εχθρό σου να υποφέρει από τη στέρηση, μην τον κακομεταχειριστείς, αλλά τάισέ τον όπως ο Ιωσήφ τους αδελφούς του που τον είχαν πουλήσει σαν δούλο σε κάποιους εμπόρους.»[1]
«Δεν κάνει καλό να συναναστρέφεται κάποιος ανθρώπους που είναι βυθισμένοι στην κακία, διότι είναι νόμος της φιλίας να σκέπτονται και να πράττουν με όμοιο τρόπο όσοι κάνουν παρέα. Επομένως, σωστά έχει ειπωθεί ότι «καταστρέφουν τον καλό χαρακτήρα οι κακές συναναστροφές».
Όπως λοιπόν στα μέρη εκείνα που υπάρχει κάποια αρρώστια, τα μικρόβια μεταφέρονται με τον αέρα και προσβάλλουν, χωρίς να το καταλάβουν, όσους κατοικούν εκεί, έτσι και η συναναστροφή με τους κακούς ανθρώπους μολύνει την ψυχή με κακία, ακόμη και αν εκείνη τη στιγμή δεν αισθάνεται κάποιος τη ζημιά.»[2]
Μπορείτε να διαβάσετε ή να αποθηκεύσετε τα έργα του Αγίου Βασιλείου Καισαρείας, του Μεγάλου, (σε μορφή pdf), στους παρακάτω συνδέσμους. Η ψηφιακή παραγωγή των έργων, είναι τμήμα του ερευνητικού προγράμματος «Δρόμοι της Πίστης – Ψηφιακή Πατρολογία» που επιμελήθηκε το Εργαστήριο Διαχείρισης Πολιτισμικής Κληρονομιάς του Τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Adversus eos qui per calumniam. Προς τούς συκοφαντοῦντας ἡμᾶς, ὅτι τρεῖς θεούς λέγομεν. (PG 31, σελ. 1.488 – 1.496).
Adversus Eunomium. Κατά Ευνομίου. Λόγοι Ε’. (PG 29, σελ. 497 – 773).
Asceticon magnum. Κεφάλαια των όρων των κατ’επιτομήν. (PG 31, σελ. 1.052 – 1.305).
Asceticon magnum_. Κεφάλαια των κατά πλάτους όρων. (PG 31, σελ. 901 – 1.052).
Canon 96 (De haereticis). Περί αιρετικών (κανών) Ϟς'. Ερώτησις ρκδ’. Εἰ δεῖ μετά αἱρετικῶν ἢ μετά ἑλλήνων (ἢ ἰουδαίων) κατά συντυχίαν εὑρεθέντα που συνεσθίειν ἢ ἀσπάζεσθαι αὐτούς. (PG 31, σελ. 1.165 – 1.168).
Consolatoria ad aegrotum. Ομιλία παραμυθητική ασθενούντι. (PG 31, σελ. 1.713 – 1.721).
Constitutiones asceticae. Ασκητικαί διατάξεις, προς τους εν κοινοβίω και κατά μόνας ασκούντας. (PG 31, σελ. 1.321 – 1.428).
Contra Sabellianos et Arium et Anomoeos. Ομιλία ΚΔ’. Κατά Σαβελλιανῶν, και Ἀρείου, και τῶν Ἀνομοίων. (PG 31, σελ. 600 – 617).
De fide. Ομιλία ΙΕ’. Περὶ πίστεως. (PG 31, σελ. 464 – 472).
Enarratio in prophetam Isaiam. Ερμηνεία εις ις τον προφήτην Ησαίαν, προοίμιον. (PG 30, σελ. 117 – 668).
Epistulae. Επιστολαί.
Epistulae tres. Επιστολαί τρεις.
Epitimia. Επιτίμια (ιβ’ – ξ’). (PG 31, σελ. 1.308 – 1.313).
Epitimia in canonicas. Επιτίμια εις τας κανονικάς. (PG 31, σελ. 1.313 – 1.316).
Expositio fidei Nicaenae. Έκθεσις της πίστεως της Νικαίας.
Homilia de virginitate. Ομιλία περί παρθενίας.
Homilia adversus eos qui irascuntur. Ομιλία Ι’. Κατά οργιζομένων. (PG 31, σελ. 353 – 372).
Homilia de gratiarum actione. Λόγος περί ευχαριστίας. (PG 31, σελ. 217 – 237).
Homilia de invidia. Ομιλία ΙΑ’. Περί φθόνου. (PG 31, σελ. 372 – 385).
Homilia de misericordia et judicio. Περί ελέους και κρίσεως. (PG 31, σελ. 1.705 – 1.713).
Homilia de paenitentia. Ομιλία περί μετανοίας. (PG 31, σελ. 1.476 – 1.488).
Homilia de spiritu sancto. Ομιλία περί του αγίου Πνεύματος. (PG 31, σελ. 1.429 – 1.437).
Homilia dicta in Lacisis. Ομιλία ρηθείσα εν Λαζικοίς. (PG 31, σελ. 1.437 – 1.457).
Homilia dicta tempore famis et siccitatis. Ομιλία ρηθείσα εν λιμώ και αυχμώ. (PG 31, σελ. 304 – 328).
Homilia exhortatoria ad sanctum baptisma. Ομιλία ΙΓ’. Προτρεπτικὴ εἰς τὸ ἅγιον βάπτισμα. (PG 31, σελ. 424 – 444).
Homilia in aquas. Εις τα ύδατα και εις το άγιον Βάπτισμα.
Homilia in divites. Ομιλία προς τους πλουτούντας. (PG 31, σελ. 277 – 304).
Homilia in illud: Attende tibi ipsi. Εις το, «πρόσεχε σεαυτώ». (PG 31, σελ. 197 – 217).
Homilia in principium proverbiorum. Ομιλία ΙΒ’. Εις την αρχήν των παροιμιών. (PG 31, σελ. 385 – 424).
Homilia in Psalmum CXV. Εις τον ριε’ Ψαλμόν. (PG 30, σελ. 104 – 116).
Homilia in Psalmum CXXXII. Εις τον ρλβ’ Ψαλμόν. (PG 30, σελ. 116 – 117).
Homilia in Psalmum XXXVII. Εις τον λζ’ Ψαλμόν. Διδασκαλία εξομολογήσεως. Ψαλμός τω Δαβίδ εις ανάμνησιν. (PG 30, σελ. 81 – 104).
Homiliae in hexaemeron. Ομιλίαι Θ’ εις την Εξαήμερον. (PG 29b, σελ. 4 – 208).
Homiliae super Psalmos. Ομιλία εις τον πρώτον Ψαλμόν. (PG 29b, σελ. 209 – 493).
In Barlaam martyrem. Ομιλία ΙΖ’. Εις Βαρλαάμ μάρτυρα. (PG 31, σελ. 484 – 489).
In ebriosos. Ομιλία ΙΔ’. Κατά μεθυόντων. (PG 31, σελ. 444 – 464).
In Gordium martyrem. Ομιλία ΙΗ’. Εις Γόρδιον τον μάρτυρα. (PG 31, σελ. 489 – 508).
In illud: In principio erat verbum. Ομιλία Ις’. Εις το, «Εν αρχή ην ο Λόγος». (PG 31, σελ. 472 – 481.
In Mamantem martyrem. Ομιλία ΚΓ’. Εις τον άγιον μάρτυρα Μάμαντα. (PG 31, σελ. 589 – 600).
In Psalmum XXVIII. Εις κη’ Ψαλμόν. Προσκυνήσατε τῷ Κυρίῳ ἐν αὐλῇ ἁγίᾳ αὐτοῦ. (PG 30, σελ. 72 – 81).
In quadraginta martyres Sebastenses. Ομιλία ΙΘ’. Εἰς τούς ἁγίους τεσσαράκοντα μάρτυρας. (PG 31, σελ. 508 – 525).
In sanctam Christi generationem. Ομιλία εις την αγίαν του Χριστού Γέννησιν. (PG 31, σελ. 1.457 – 1.476).
Oratio pro inimicis et amicis. Προσευχή για τους εχθρούς και τους φίλους.
Orationes sive exorcismi. Ευχαί ήτοι εξορκισμοί του Μεγάλου Βασιλείου. Προς τους πάσχοντας υπό δαιμόνων, και εκάστην ασθένειαν. (PG 31, σελ. 1.677 – 1.681).
Poenae in monachos delinquentes. Επιτίμια (α-ια’). (PG 31, σελ. 1.305 – 1.308).
Prologus 3 (prooemium in regulas brevius tractatas). Προοίμιον των κατ’ επιτομήν όρων. (PG 31, σελ. 1.080).
Prologus 4 (prooemium in asceticum magnum). Όροι κατά πλάτος. Προοίμιον. (PG 31, σελ. 889 – 901).
Prologus 5 (sermo asceticus). Λόγος ασκητικός. (PG 31, σελ. 881 – 888).
Prologus 6 (prooemium ad Hypotyposin). Προοίμιον εις υποτύπωσιν.
Prologus 7 (de judicio dei). Προοίμιον. Περί κρίματος Θεού. (PG 31, σελ. 653 – 676).
Prologus 8 (de fide). Περί πίστεως. (PG 31, σελ. 677 – 692).
Quod deus non est auctor malorum. Ομιλία, ότι ουκ εστιν αίτιος των κακών ο Θεός. (PG 31, σελ. 329 – 353).
Quod rebus mundanis adhaerendum non sit. Ομιλία ΚΑ’. Περί τοῦ μη προσηλῶσθαι τοῖς βιωτικοῖς, και περί τοῦ γενομένου ἐμπρησμοῦ ἔξωθεν τῆς Ἐκκλησίας. (PG 31, σελ. 540 – 564).
Regulae morales. Πίναξ των ηθικών κανόνων. (PG 31, σελ. 692 – 869).
Sermo 10 (praevia institutio ascetica). Ασκητικά. Ασκητική προδιατύπωσις. (PG 31, σελ. 620 – 625).
Sermo 11 (sermo asceticus et exhortatio de renuntiatione mun). Λόγος ασκητικός, και παραίνεσις περί ἀποταγῆς βίου, και τελειώσεως πνευματικῆς. (PG 31, σελ. 625 – 648).
Sermo 12 (de ascetica disciplina). Λόγος περί ασκήσεως, πῶς δεῖ κοσμεῖσθαι τον μοναχόν. (PG 31, σελ. 648 – 652).
Sermo 13 (sermo asceticus). Λόγος ασκητικός. (PG 31, σελ. 869 – 881).
Sermo 14 (De fide). Περί πίστεως.
Sermo 15 (De vita monastica). Λόγος εἰς τό πῶς δεῖ εἶναι τον μοναχόν.
Sermo 16 (De calumnia). Περί λοιδορίας.
Sermo de contubernalibus. Λόγος περί των συνεισάκτων. (PG 30, σελ. 812 – 828).
Sermo ob sacerdotum instructionem. Λόγος περί καταστάσεως ιερέων. (PG 31, σελ. 1.685 – 1.688).
Sermo ob sacerdotum instructionem_. Παραγγελία προς ιερείς γ’. Περί της θείας χάριτος. (PG 31, σελ. 1.685 – 1.688).
Sermones de moribus a Symeone Metaphrasta collecti. Ηθικοί λόγοι ΚΔ’. Εκλεχθέντες διά Συμεών του μαγίστρου και λογοθέτου. Εκ πασῶν τῶν πραγματειῶν τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Βασιλείου ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας. (PG 32, σελ. 1.116 – 1.381).
Ομιλία εις την Εξαήμερον. Ομιλίαι Θ’ εις την Εξαήμερον. (PG 29b, σελ. 4 – 208).
Ομιλία ΚΒ’. Προς τους νέους. Όπως αν εξ Ελληνικών ωφέλοιντο λόγων. (PG 31, σελ. 564 – 589). http://www.sophia-ntrekou.gr/2018/01/megas-vasileios.html
Άγιος Βασίλειος ο Μέγας ο Καππαδόκης
Ο Μέγας Βασίλειος είναι τόσο γνωστός όσο λίγοι Άγιοι της Εκκλησίας μας, αλλά και τόσο παρεξηγημένος όσο ελάχιστοι. Ενώ ήταν ένας ασκητής Επίσκοπος, ο οποίος εκοιμήθη σε ηλικία μόλις 49 ετών, τον παρουσιάζουν σαν ασπρομάλλη γέροντα, καλοζωϊσμένο, ντυμένο με τα κόκκινα και άσπρα χρώματα μιας μεγάλης πολυεθνικής εταιρείας. Ο άγιος Βασίλειος είναι ένας από τους μεγαλύτερους αστέρες του νοητού στερεώματος της Εκκλησίας, που έλαμψε τον 4ο αιώνα μ. Χ. και εξακολουθεί να λάμπει, να φωτίζει και να μιλά στις καρδιές όλων εκείνων που ζητούν τις πρεσβείες του και μελετούν τα συγγράμματά του.
Ο πραγματικός Αη Βασίλης
Πώς ήταν; Ας δούμε τι μας λένε οι αρχαίοι συγγραφείς μας. Ήταν πολύ ψηλός και πολύ αδύνατος, είχε σκούρο δέρμα και χλωμό, είχε επίσης κοντά μαλλιά και μακριά μαύρα γενιά που πέρα διέκρινες λευκές τρίχες, είχε μακριά μύτη και τα φρύδια του ήταν τοξοειδή, τα μάτια του ήταν σκούρα και η ματιά του βαθειά και ερευνητική, το μέτωπό του ήταν μεγάλο και ήταν μονίμως ζαρωμένο έμοιαζε δηλαδή με άνθρωπο που συνεχώς σκεπτόταν, είχε προβλήματα με την υγεία του και υπέφερε από το πραγματικά ανυπόφορο κρύο και γενικά βαρύ χειμώνα της Καππαδοκίας. Ας δούμε όμως πότε και που έζησε και ποιά ήταν η οικογένειά του. (αναλυτικότερα εδώ)
Ο Μέγας ανάμεσα στους Αγίους Βασίλειος, γεννήθηκε περί το 329 μ.Χ. στην Νεοκαισάρεια του Πόντου. Η οικογένεια του ήταν στ’ αλήθεια μια οικογένεια Αγίων, είχε παππού μάρτυρα, τα αδέλφια του Γρηγόριος ήταν επίσκοπος Νύσσης και Πέτρος επίσκοπος Σεβαστείας και ο ίδιος επίσκοπος Καισαρείας, οι αδελφές του ήταν όλες αφιερωμένες στον Θεό, με πρώτη την αγία και σοφή Μακρίνα, που ήταν αυτή που επηρέασε τον άγιο να στραφεί στην χριστιανική πίστη. Ο Ναυκράτιος ένας άλλος αδελφός του ασκήτευε στην έρημο του Πόντου και πέθανε μόλις 27 χρόνων. Τον πατέρα του τον έλεγαν και αυτόν Βασίλειο και ήταν ρήτορας, δηλαδή δικηγόρος, ενώ τη μητέρα του την έλεγαν Εμμέλεια και ήταν πολύ σοφή και αγία γυναίκα. Η οικογένεια του Αγίου Βασιλείου είχε 11 παιδιά (5 αγόρια – 6 κορίτσια) και όλοι διακρίθηκαν στου Χριστού την πίστη.
Σπουδές και διακονία στην Εκκλησία
Ο μικρός Βασίλειος έμαθε τα χριστιανικά γράμματα από τον ίδιο τον πατέρα του τον Βασίλειο, αλλά ζήτησε να σπουδάσει και την αρχαία ελληνική παιδεία. Έτσι ο Άγιος πήγε στην Κωνσταντινούπολη, διότι εκεί ήταν τότε πολλοί σοφοί, αλλά κάτι περισσότερο αναζητώντας ο Βασίλειος, έφτασε τελικά στην Αθήνα, όπου βρίσκονταν οι κορυφαίοι. Τότε μάλιστα σπούδαζαν στην Αθήνα ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο Ιουλιανός ο παραβάτης, ο σοφιστής Λιβάνιος και άλλοι. Εκεί σπούδασε γεωμετρία, αστρονομία, φιλοσοφία, ιατρική, ρητορική και γραμματική. Οι σπουδές του διήρκησαν τεσσεράμισι χρόνια. Η ασκητική του ζωή ξεκίνησε ήδη από τα χρόνια όπου φοιτούσε στην Αθήνα. Υπόδειγμα αρετής εκεί ο Βασίλειος, όσο έμεινε, περνώντας με σωφροσύνη και εγκράτεια τόση, ώστε και αυτός ο σπουδαίος δάσκαλός στην αρχαία φιλοσοφία, ο Εύβουλος, λέγεται ότι έγινε μαζί του Χριστιανός! Κατά την διάρκεια αυτών των ετών, ο Άγιος Βασίλειος και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ανέπτυξαν μεγάλη και ισχυρή φιλία. Ταυτόχρονα με τις σπουδές τους, είχαν ιεραποστολική δράση. Διοργάνωναν χριστιανικές συγκεντρώσεις, στις οποίες ανέλυαν θρησκευτικά ζητήματα. Ίδρυσαν επίσης και τον πρώτο φοιτητικό χριστιανικό σύλλογο.
Επέστρεψε στην Καισαρεία το καλοκαίρι του 356 μ.Χ. και συνεχίζοντας την παράδοση του πατέρα του, έγινε καθηγητής της ρητορικής. Το 358 μ.Χ. βαπτίζεται Χριστιανός, και αποφασίζει να αφιερώσει τον εαυτό του στην ασκητική πολιτεία. Αποσύρθηκε λοιπόν σε ένα κτήμα της οικογενείας του στον Πόντο. Χαρακτηριστικό της μεγαλοψυχίας του είναι, ότι μετά την βάπτιση του δώρισε στους φτωχούς και στην εκκλησία το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους ξεκινά ένα οδοιπορικό σε γνωστά κέντρα ασκητισμού της Ανατολής, Αίγυπτο, Παλαιστίνη, Συρία και Μεσοποταμία, επιθυμώντας να συναντήσει πολλούς ασκητές και μοναχούς για να γνωρίσει τον τρόπο ζωής τους. Όταν γύρισε στο Πόντο από το ταξίδι αυτό, μοίρασε και την υπόλοιπη περιουσία του και αποσύρθηκε στο κτήμα του επιθυμώντας να ζήσει πλέον ως μοναχός. Εκεί έγραψε τους: «Κανονισμούς δια τον Μοναχικόν βίον», κανόνες που ρυθμίζουν τη ζωή στα μοναστήρια μέχρι τις μέρες μας. Με την υψηλή του κατάρτιση στην ορθόδοξη πίστη και τον ασκητικό, θαυμαστό του βίο, η φήμη του Αγίου Βασιλείου εξαπλώθηκε με τον καιρό σε όλη την Καππαδοκία.
Στην Αντιόχεια χειροτονήθηκε Διάκονος από τον εκεί Πατριάρχη. Στην πατρίδα του την Καισαρεία χειροτονήθηκε Ιερέας το 364 μ.Χ. και όταν εκοιμήθη ο Μητροπολίτης Ευσέβιος, συνάχθηκαν οι επίσκοποι της επαρχίας και χειροτόνησαν τον Άγιο Βασίλειο Αρχιερέα και ποιμένα τους! Ήταν το 370 μ.Χ., ο Βασίλειος βρισκόταν σε ηλικία 41 ετών.
Επίσκοπος πλέον, ο Άγιος Βασίλειος αντιμετώπισε την προσπάθεια του Αυτοκράτορα Ουάλη να επιβάλει τον Ομοιανισμό (ρεύμα του Αρειανισμού). Στην περιφέρεια της δικής του ποιμαντικής ευθύνης είχε να αντιμετωπίσει την έντονη παρουσία του αρειανικού στοιχείου και άλλων κακοδοξιών. Από τις επιστολές του φαίνονται οι προσπάθειες που κατέβαλε για την ανάδειξη άξιων κληρικών, καθώς και για την πιστή εφαρμογή των ιερών κανόνων από όλους τους πιστούς και φανερώνεται επίσης η ποιμαντική φροντίδα στα αποκομμένα και περιθωριοποιημένα μέλη της Εκκλησίας.
Στην οικουμενική Εκκλησία ο Μέγας Βασίλειος ουσιαστικά αναλαμβάνει τα πνευματικά ηνία από το Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος γηραιός πλέον, αποσύρεται από την ενεργό δράση. Εργάζεται συνεχώς για την επικράτηση των ορθόδοξων χριστιανικών αρχών και υπερασπίζεται με σθένος το δογματικό προσανατολισμό της Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας.
Το έργο του
Ας δούμε όμως γιατί ο Αγιος Βασίλειος έμεινε ως Μέγας στην ιστορία. Πρώτα πρώτα μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς δεν κράτησε τίποτα για τον εαυτό του. Από πολύ νέος γύμναζε τον εαυτό του στο πνεύμα και τον έβαζε σε σκληραγωγίες, και όπως λένε, άλλο δρόμο δεν γνώριζε εκτός αυτόν που οδηγούσε στο πανεπιστήμιο και στην εκκλησία. Σε μεγάλες επιδημίες που ταλαιπωρούσαν τον λαό αυτός ήταν παρών και βοηθούσε σωματικά και ψυχικά διδάσκοντας την πίστη του Χριστού. Ο Αγιος Βασίλειος ήταν πολύ αυστηρός με αυτούς που ξέφευγαν από την σωστή πίστη, έλεγε και έγραφε την αλήθεια θαρραλέα και μάλιστα δεν δίστασε να ελέγξει ακόμη και αυτοκράτορες. Με το κύρος που τον διέκρινε αγωνίσθηκε με σθένος εναντίον των αιρέσεων και συνέβαλε τα μέγιστα στο να διαφυλαχθή ανόθευτη η πίστη και αναλλοίωτη η μέθοδος θεραπείας και ο τρόπος σωτηρίας του ανθρώπου.
Ο Μ. Βασίλειος, εκτός των άλλων θαυμάσιων και θείας εμπνεύσεως έργων του, έγραψε και την εκτενή και κατανυκτική Θεία Λειτουργία, που, μετά την επικράτηση της συντομότερης Θείας Λειτουργίας του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, τελείται 10 φορές το χρόνο: την 1η Ιανουαρίου (όπου γιορτάζεται και η μνήμη του), τις πέντε Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής, τις παραμονές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων, τη Μεγ. Πέμπτη και το Μέγ. Σάββατο.
Ο Άγιος έγραψε πολλά για την καθοδήγηση των χριστιανών, ίδρυσε μοναστήρια, όπου αρκετοί μαθητές του αφιερώθηκαν στον Θεό. Είναι δε γνωστός στους πολλούς κυρίως για την κοινωνική του δράση, η οποία όμως αποτελεί καρπό της νηπτικής του ζωής.
Ο Άγιος Βασίλειος, βοηθούσε πάντοτε τους αδικημένους και κουρασμένους, τους πεινασμένους και τους αρρώστους, ανεξάρτητα από το γένος, τη φυλή και το θρήσκευμα. Ίδρυσε και καθιέρωσε τη διανομή αγαθών -τρόφιμα ρούχα, χρήματα και κάθε είδους βοήθεια σε φτωχές οικογένειες άπορους κ.λπ.
Το πιο σπουδαίο του έργο ήταν η οργάνωση της ελεημοσύνης και φιλανθρωπίας στην επαρχία του, έφτιαξε κοντά στην Καισάρεια μια ολόκληρη πόλη από φιλανθρωπικά ιδρύματα, γηροκομεία, νοσοκομεία, πτωχοκομεία, ξενοδοχεία, ορφανοτροφεία κ.α. Η πόλη αυτή ονομάσθηκε «Βασιλειάδα». Φανταστείτε τι ανακούφιση θα ένιωθαν τότε οι φτωχοί, τα ορφανά, οι γέροι, οι ταξιδιώτες, η Καισάρεια είχε γίνει μια μεγάλη οικογένεια με πατέρα τον Άγιο Βασίλειο τον επίσκοπό της.
Η “Βασιλειάδα”, που αποτελεί, δια μέσου των αιώνων, πρότυπο έργο ανθρωπιάς και κοινωνικής προσφοράς, είναι δημιούργημα της γλυκύτατης καρδιάς του, της πεπληρωμένης από την χάρη του Παναγίου Πνεύματος, καρπός του οποίου είναι η αγάπη. Η ανιδιοτελής αγάπη, που τον “εξανάγκαζε” να φθάνη μέχρι το σημείο να περιθάλπη και τους λεπρούς, μάλιστα δε να τους περιποιείται ο ίδιος προσωπικά και το πιο παράδοξο, να ασπάζεται και τις πληγές τους με την ίδια ευλάβεια που ασπαζόταν την εικόνα του Χριστού και των Αγίων. Για να κατανοηθή το μέγεθος της αγάπης και της θυσίας του πρέπει να σημειωθή ότι η λέπρα την εποχή εκείνη ήταν ανίατη και μεταδοτική ασθένεια και ότι οι λεπροί ζούσαν μακριά από τις πόλεις, διωγμένοι και απομονωμένοι χωρίς την φροντίδα κανενός. Τον αγαπούσαν τόσο πολύ που στην κηδεία του σημειώθηκαν λιποθυμίες!
Η θεολογική προσφορά του
Ο Μέγας Βασίλειος είναι ένας από τους σημαντικότερους δογματικούς θεολόγους του Χριστιανισμού, με σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη του Τριαδολογικού δόγματος. Διακήρυξε την ενότητα της Αγίας Τριάδος ως μιας ουσίας και προχώρησε στον προσδιορισμό του υποστατικού διαχωρισμού των Προσώπων της. Κάθε υπόσταση διακρίνεται από ορισμένους τρόπους ύπαρξης και μεμονωμένα χαρακτηριστικά (ιδιώματα): ο Πατέρας είναι αγέννητος, ο Υιός γεννηθείς αχρόνως και το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται υπό του Πατρός.
Στο έργο τόνισε επίσης τη σημασία της διάκρισης μεταξύ ουσίας και ενεργειών του Θεού. Μεταξύ του άκτιστου Θεού και του κτιστού κόσμου υπάρχει οντολογικό χάσμα, που αποκλείει την κατ’ ουσία κοινωνία και σχέση μεταξύ τους. Ο Θεός καθίσταται αντιληπτός στον κόσμο διά των ενεργειών του. Το ότι ο κόσμος διατηρείται στο “είναι” οφείλεται στη δημιουργική, συνεκτική και ζωοποιό ενέργεια του Θεού.
Κεφαλαιώδης ήταν και η συμβολή του στην αξιολόγηση της θύραθεν παιδείας μέσα στη χριστιανική Εκκλησία. Μελετητής ο ίδιος και γνώστης της ελληνικής φιλοσοφίας, τη χρησιμοποιεί ως όργανο επεξεργασίας και διατύπωσης των θεολογικών του αντιλήψεων. Η φιλοσοφία, κατά τον Βασίλειο, πρέπει να μελετάται υπό το νέο χριστιανικό πρίσμα. Δεν απορρίπτει τη μελέτη των κλασσικών γραμμάτων, αντίθετα προτρέπει στη χρήση τους ως ένδυμα της χριστιανικής θρησκευτικής διδασκαλίας.
Στον τομέα του μοναχισμού ανέλαβε δράση θέτοντάς τον υπό τον έλεγχο της εκκλησιαστικής ηγεσίας και εισήγαγε την ομολογία της αφιέρωσης στον Θεό και της ένταξης στην αδελφότητα, η οποία προέβλεπε αγαμία, υπακοή και ακτημοσύνη. Επίσης έθεσε την πνευματικότητα του μοναχισμού στη σταθερή βάση της Αγίας Γραφής και τοποθέτησε τους μοναχούς στη γραμμή του κοινού βίου και της οργανωμένης δράσης.
Το συγγραφικό έργο του
Τα έργα του κατατάσσονται σε τέσσερεις κατηγορίες:
Δογματικά συγγράμματα.
α) «Ανατρεπτικός του Απολογητικού του δυσσεβούς Ευνομίου». Αποτελείται από τρία βιβλία και καταφέρεται ενάντια του αρχηγού των Ανομοίων Ευνομίου.
β) «Προς Αμφιλόχιον, περί του Αγίου Πνεύματος». Επιστολική πραγματεία προς τον επίσκοπο Ικονίου Αμφιλόχιο σχετικά με το Άγιο Πνεύμα.
Ασκητικά συγγράμματα.
α) «Τα Ηθικά». Συλλογή 80 ηθικών κανόνων.
β) «Όροι κατά πλάτος». Περιέχει 55 κεφάλαια με θέμα γενικές αρχές του μοναχισμού.
γ) «Όροι κατ’ επιτομήν». Περιέχει 313 κεφάλαια που αναφέρονται στην καθημερινή ζωή των μοναχών.
δ) «Περί πίστεως».
ε) «Περί κρίματος».
στ) «Περί της εν παρθενία αληθούς αφθορίας». Έργο σχετικό με την παρθενική ζωή.
Ομιλίες.
Ορισμένες από τις ομιλίες του είναι:
α) «Εις την Εξαήμερον». Συλλογή 9 ομιλιών με θέμα τη δημιουργία του κόσμου.
β) «Εις του Ψαλμούς». Συλλογή 18 ομιλιών με αφορμή το περιεχόμενο των Ψαλμών του Δαυίδ.
γ) «Περί του ουκ έστιν αίτιος του κακού ο Θεός».
δ) «Περί πίστεως».
ε) «Κατά Σαβελλιανών, Αρείου και Ανομοίων».
στ) «Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων». Το διασημότερο από τα κείμενα του Βασιλείου, στο οποίο πραγματοποιεί προσπάθεια γεφύρωσης μεταξύ χριστιανικής και κλασσικής παιδείας.
ζ) «Προτρεπτικός εις το άγιον βάπτισμα».
η) «Εις το πρόσεχε σεαυτώ».
θ) «Προς Πλουτούντας».
ι) «Εν λιμώ και αυχμώ».
ια) «Εις την μάρτυρα Ιουλίτταν και περί ευχαριστίας».
Επιστολές.
Σώζονται 365 επιστολές με το όνομα του Μεγάλου Βασιλείου, που καλύπτουν την εικοσαετία από την επιστροφή του στην Καισάρεια από την Αθήνα έως και το θάνατό του.
Η κοίμησή του
Καταπονημένος από την μεγάλη δράση που ανέπτυξε σε τόσους πολλούς τομείς, ο Άγιος Βασίλειος ο Μέγας παραδίδει το πνεύμα στο Θεό την 1η Ιανουαρίου του 379 μ.Χ. σε ηλικία 49 ετών. Ο θάνατός του βυθίζει στο πένθος όχι μόνο το ποίμνιό του αλλά και όλο το χριστιανικό κόσμο της Ανατολής. Στην κηδεία του συμμετέχει και ένα πλήθος ανομοιογενές από άποψη θρησκευτικής και εθνικής διαφοροποιήσεως. Το υψηλής σημασίας θεολογικό και δογματικό του έργο καθώς και η λειτουργική και πρωτότυπη ανθρωπιστική του δράση, είναι η μεγάλη παρακαταθήκη που μας άφησε. Η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την 1ην Ιανουαρίου.
Από το 1081 μ.Χ. ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Μαυρόπους (ο από Ευχαΐτων) θέσπισε έναν κοινό εορτασμό των Τριών Ιεραρχών, Βασιλείου του Μεγάλου, Ιωάννη του Χρυσοστόμου και Γρηγορίου του Θεολόγου, στις 30 Ιανουαρίου, ως προστατών των γραμμάτων και της παιδείας.
Ο Άγιος στα 48 χρόνια που έζησε, έκαμε τόσα πολλά για τους ανθρώπους που η ιστορία τον ονόμασε ΜΕΓΑ όσο ακόμα ζούσε. Αυτός ήταν ο Αη Βασίλης από την Καισαρεία που πάντα θα ζει μέσα στις καρδιές μας και θα μας θυμίζει με το έργο του ότι πρέπει να είμαστε όλοι εμείς οι άνθρωποι μικροί και μεγάλοι αγαπημένοι.
Μια φορά και έναν καιρό ζούσε ένας βασιλιάς του Βυζαντίου που ήταν συμμαθητής του Αγίου Βασιλείου και τον έλεγαν Ιουλιανό. Ο Ιουλιανός αγαπούσε την φιλοσοφία και τους ψεύτικους θεούς και μισούσε τον Χριστιανισμό. Ο Άγιος Βασίλειος δεν του χαρίσθηκε γι' αυτό και ο Βασιλιάς ζητούσε αφορμή να τον ταπεινώσει. Όταν το Βυζάντιο κήρυξε τον πόλεμο στην Περσία, ο Ιουλιανός πέρασε με τον στρατό του από την Καισαρεία. Τότε διέταξε να φορολογήσουν όλη την επαρχία και τα χρήματα αυτά θα τα έπαιρνε επιστρέφοντας για την Κωνσταντινούπολη. Έτσι, οι κάτοικοι αναγκάσθηκαν να δώσουν ό,τι είχε ο καθένας χρυσαφικά νομίσματα κ.λπ.
Όμως ο Ιουλιανός σκοτώθηκε άδοξα σε μια μάχη στον πόλεμο με τους Πέρσες, έτσι δεν ξαναπέρασε ποτέ από την Καισάρεια. Τότε ο Άγιος Βασίλης έδωσε εντολή και από τα μαζεμένα χρυσαφικά τα μισά να δοθούν στους φτωχούς, ένα μικρό μέρος κράτησε για τις ανάγκες των ιδρυμάτων της Βασιλειάδος, και τα υπόλοιπα τα μοίρασε στους κατοίκους με ένα πρωτότυπο τρόπο:
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος α’.
Εἰς πᾶσαν την γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου, ὡς δεξαμένην τον λόγον σου· δι’ οὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας, την φύσιν τῶν ὄντων ἐτράνωσας, τα τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσμησας. Βασίλειον ἱεράτευμα, Πάτερ Ὅσιε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὥφθης βάσις ἄσειστος τῇ Ἐκκλησίᾳ, νέμων πᾶσιν ἄσυλον, την κυριότητα βροτοῖς, ἐπισφραγίζων σοῖς δόγμασιν, Οὐρανοφάντορ Βασίλειε Ὅσιε.
Μεγαλυνάριον.
Τον οὐρανοφάντορα τοῦ Χριστοῦ, μύστην τοῦ Δεσπότου, τον φωστῆρα τον φαεινόν, τον ἐκ Καισαρείας, και Καππαδόκων χώρας, Βασίλειον τον μέγαν, πάντες τιμήσωμεν.
19 Ιανουαρίου τιμάται ή ανάμνηση του μεγάλου θαύματος στη Νίκαια, όταν ο Μέγας Βασίλειος με την προσευχή του άνοιξε τις πόρτες της Καθολικής Εκκλησίας και την έδωσε στους Ορθοδόξους.
Σοῦ την φωνήν, ἔδει παρεῖναι Βασίλειε, τοῖς ἐγχειρεῖν ἐθέλουσι, τοῖς ἐγκωμίοις σου, ἀλλὰ Πάτερ συγγνώμων, γενόμενος την χάριν, νέμοις ἀφθόνως ἡμῖν.
Το ἐμπαθές, σκίρτημα τῆς τυραννούσης σαρκός, φιλοσοφίας ἔρωτι, ἐπαιδαγώγησας· διό ἐν ἀκηράτοις, αὐλίζῃ βασιλείοις, Πάτερ Βασίλειε.
Τῶν ἀρετῶν, σὺ τὴν τραχεῖαν βαδίσας ὁδόν, ἐπὶ τὴν λείαν ἔφθασας, και ἀστασίαστον, την οὐράνιον βάσιν, και πᾶσιν ἀνεδείχθης, τύπος Βασίλειε.
Τά τῆς ψυχῆς, πάθη χρησίμως Βασίλειε, ἅμα δὲ και τοῦ σώματος, ἐν τῷ τοῦ Πνεύματος, περιέτεμες ξίφει· σαυτὸν δε, τῷ Δεσπότῃ, θῦμα προσήνεγκας.
Σύ γεγονώς, μύστης ἀρρήτων Βασίλειε, το του Χριστοῦ βασίλειον, ἐμυσταγώγησας, Ἱεράτευμα Πάτερ, σαφῶς το τῆς Τριάδος, φῶς ἀπαστράψας ἡμῖν.
4ος αιώνας Τόμοι 29-32: Βασίλειος Καισαρείας ο Μέγας
Κλειδί Πατρολογίας Migne, Τόμος 31ος (PG 31).
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ, ΤΟΜΟΣ 31ος (PG 31).
——————————————————————————————————
Άγιος Βασίλειος Καισαρείας, ο Μέγας.
——————————————————————————————————
Προοίμιον. (λατινιστί). (PG 31, σελ. 9 – 162).
ΟΜΙΛΙΑΙ
(Ομιλία Α’). Περί νηστείας Λόγος Α’. (PG 31, σελ. 164 – 184).
(Ομιλία Β’). Περί νηστείας Λόγος Β’. (PG 31, σελ. 185 – 197).
(Ομιλία Γ’). Ομιλία εις το, «πρόσεχε σεαυτώ» . (PG 31, σελ. 197 – 217).
(Ομιλία Δ’). Περί ευχαριστίας. Λόγος. (PG 31, σελ. 217 – 237).
(Ομιλία Ε’). Εις την μάρτυρα Ιουλίτταν, και εις τα λειπόμενα της προλεχθείσης ομιλίας της περί ευχαριστίας. (PG 31, σελ. 237 – 261).
(Ομιλία ς’). Εις το ρητόν του κατά Λουκάν Ευαγγελίου· «καθελώ μου τας αποθήκας, και μείζονας οικοδομήσω» και περί πλεονεξίας. (PG 31, σελ. 261 – 277).
(Ομιλία Ζ’). Ομιλία προς τους πλουτούντας. (PG 31, σελ. 277 – 304).
(Ομιλία Η’). Ομιλία ρηθείσα εν λιμώ και αυχμώ. (PG 31, σελ. 304 – 328).
(Ομιλία Θ’). Ομιλία, ότι ουκ εστιν αίτιος των κακών ο Θεός. (PG 31, σελ. 329 – 353).
Ομιλία Ι’. Κατά οργιζομένων. (PG 31, σελ. 353 – 372).
ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΤΩΝ ΚΑΤ’ ΕΠΙΤΟΜΗΝ. (PG 31, σελ. 1.052 – 1.305).
Poenae in monachos delinquentes. Επιτίμια (α-ια’). (PG 31, σελ. 1.305 – 1.308).
Epitimia. Επιτίμια (ιβ’ – ξ’). (PG 31, σελ. 1.308 – 1.313).
Epitimia in canonicas. Επιτίμια εις τας κανονικάς. (PG 31, σελ. 1.313 – 1.316).
Constitutiones asceticae. Ασκητικαί διατάξεις, προς τους εν κοινοβίω και κατά μόνας ασκούντας. (PG 31, σελ. 1.321 – 1.428).
Homilia de spiritu sancto. Ομιλία περί του αγίου Πνεύματος. (PG 31, σελ. 1.429 – 1.437).
Homilia dicta in Lacisis. Ομιλία ρηθείσα εν Λαζικοίς. (PG 31, σελ. 1.437 – 1.457).
In sanctam Christi generationem. Ομιλία εις την αγίαν του Χριστού Γέννησιν. (PG 31, σελ. 1.457 – 1.476).
Homilia de paenitentia. Ομιλία περί μετανοίας. (PG 31, σελ. 1.476 – 1.488).
Adversus eos qui per calumniam. Πρὸς τοὺς συκοφαντοῦντας ἡμᾶς, ὅτι τρεῖς θεοὺς λέγομεν. (PG 31, σελ. 1.488 – 1.496).
Orationes sive exorcismi. Ευχαί ήτοι εξορκισμοί του Μεγάλου Βασιλείου. Προς τους πάσχοντας υπό δαιμόνων, και εκάστην ασθένειαν. (PG 31, σελ. 1.677 – 1.681).
Sermo ob sacerdotum instructionem. Λόγος περί καταστάσεως ιερέων. (PG 31, σελ. 1.685 – 1.688).
Homilia de misericordia et judicio. Περί ελέους και κρίσεως. (PG 31, σελ. 1.705 – 1.713).
Consolatoria ad aegrotum. Ομιλία παραμυθητική ασθενούντι. (PG 31, σελ. 1.713 – 1.721).
—
Sermo de contubernalibus. Λόγος περί των συνεισάκτων. (PG 30, σελ. 812 – 828).
Prologus 3 (prooemium in regulas brevius tractatas). Προοίμιον των κατ’ επιτομήν όρων. (PG 31, σελ. 1.080).
Canon 96 (De haereticis). Περί αιρετικών (κανών) Ϟς'. Ερώτησις ρκδ’. Εἰ δεῖ μετὰ αἱρετικῶν ἢ μετὰ ἑλλήνων (ἢ ἰουδαίων) κατὰ συντυχίαν εὑρεθέντα που συνεσθίειν ἢ ἀσπάζεσθαι αὐτούς. (PG 31, σελ. 1.165 – 1.168).
Sermo ob sacerdotum instructionem. Παραγγελία προς ιερείς γ’. Περί της θείας χάριτος. (PG 31, σελ. 1.685 – 1.688).
«Μπορείς να βρεις πολλά παραδείγματα αγάπης προς τον αδελφό μας μέσα από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Εάν δεις γέροντα που πεθαίνει από πείνα, βρες ανθρώπους να στείλεις για να τον ταΐσουν, όπως ο Ιωσήφ τον Ιακώβ (όταν γέροντας ο Ιακώβ κατέφυγε στην Αίγυπτο να γλιτώσει από την πείνα).
Εάν δεις τον εχθρό σου να υποφέρει από τη στέρηση, μην τον κακομεταχειριστείς, αλλά τάισέ τον όπως ο Ιωσήφ τους αδελφούς του που τον είχαν πουλήσει σαν δούλο σε κάποιους εμπόρους.»[1]
«Δεν κάνει καλό να συναναστρέφεται κάποιος ανθρώπους που είναι βυθισμένοι στην κακία, διότι είναι νόμος της φιλίας να σκέπτονται και να πράττουν με όμοιο τρόπο όσοι κάνουν παρέα. Επομένως, σωστά έχει ειπωθεί ότι «καταστρέφουν τον καλό χαρακτήρα οι κακές συναναστροφές».
Όπως λοιπόν στα μέρη εκείνα που υπάρχει κάποια αρρώστια, τα μικρόβια μεταφέρονται με τον αέρα και προσβάλλουν, χωρίς να το καταλάβουν, όσους κατοικούν εκεί, έτσι και η συναναστροφή με τους κακούς ανθρώπους μολύνει την ψυχή με κακία, ακόμη και αν εκείνη τη στιγμή δεν αισθάνεται κάποιος τη ζημιά.»[2]
Σοφά Λόγια από τον Άγιο Βασίλειο τον Μέγα.
· Δεν γνωρίσαμε εμείς τον Θεό για τη δικαιοσύνη μας, αλλά ο Θεός μας γνώρισε διά μέσου της αγάπης του.
· Πρέπει να μην ξεχνάμε ότι είναι αναρίθμητες οι ευκαιρίες που μας δίνει ο Θεός για να τελειοποιηθούμε.
· Ο Θεός δίνει τη δύναμη που χρειάζεται στον άνθρωπο στους κόπους και τους αγώνες του για την αρετή.
· Από την μνήμη των παρελθόντων και από την πείρα των παρόντων διδασκόμαστε για το μέλλον.
· Όποιος γεύτηκε την γλυκύτητα του λόγου του Θεού και τον πρόδωσε, μοιάζει μ' εκείνον που άλλαξε το πολύτιμο διαμάντι μ' ένα χρωματιστό γυαλί.
· Μια έφοδος του ένθεου δεν μπορεί να φέρει κακό, αν εμείς έχουμε όπλο την πίστη.
· Η θεία βοήθεια από τη μια και η θέλησή μας από την άλλη φέρνουν την νίκη κατά του πονηρού.
· Ο Θεός δεν εξετάζει τον άνθρωπο μερικώς, αλλά συνολικώς, για να σου διδάξει την αμεροληψία.
· Η μολυσμένη ατμόσφαιρα και η κακία έχουν ένα κοινό σημείο: η μία μολύνει το σώμα και η άλλη την ψυχή.
· Διατήρησε αγνή την ψυχή σου σαν το πολυτιμότερο κεφάλαιο στη ζωή σου.
· Οι μέλισσες ούτε σε όλα τα άνθη πλησιάζουν ούτε προσπαθούν να τα σηκώσουν ολόκληρα, αλλά παίρνουν ό,τι τους είναι χρήσιμο και φεύγουν.
· Η ψυχή μας εξομοιώνεται με όσα σπουδάζει και πράττει και με όσα αισθάνεται, σύμφωνα με την κατεύθυνση που της δώσαμε.
· Όπως οι ληστές κρύβονται στα σκιερά μέρη για να ληστέψουν περαστικούς, έτσι και ο διάβολος κρύβεται στις απολαύσεις για να κυριεύσει την ψυχή μας.
· Η κακία μοιάζει πολύ με την ατμόσφαιρα που μολύνει, όταν έχει δηλητηριώδεις αναθυμιάσεις.
· Η πραγματική χαρά συμβαδίζει ουσιαστικά με την λύπη και τα δάκρυα.
· Ο Θεός δεν έχει πάντοτε ανάγκη υπενθυμίσεως για τις ανάγκες μας, αλλά της ειλικρινούς διαθέσεώς μας.
· Οι ημέρες της ζωής μας βιάζονται και δεν περιμένουν τον οκνηρό να διορθωθεί.
· Το κακό και η αμαρτία ξεκινούν από τη δική μας προαίρεση.
· Όταν ικανοποιείται η ανάγκη του φαγητού δεν πρέπει να λησμονείται η ευεργεσία του Θεού.
· Όπως οι βαφείς βάφουν με χρώματα ανεξίτηλα, έτσι ανεξίτηλο πρέπει να μείνει μέσα μας το καλό.
· Μην αφήνεις να διαμορφώνονται πονηρές ιδέες στο μυαλό σου τις ώρες της αναπαύσεως.
· Η αποβολή μιας συνήθειας είναι δύσκολο, αλλά όχι και ακατόρθωτο έργο.
· Τίποτε από τα γύρω μας δεν μένει αμετάβλητο, ούτε κι εμείς οι ίδιοι.
· Δεν πρέπει να επιδιώκουμε την θεραπεία του κακού με το κακό.
· Τα πράγματα του βίου αλλάζουν εύκολα δεσπότη, η αρετή μόνο είναι αναφαίρετο κτήμα.
· Δώσε πρώτη κληρονομιά στα παιδιά σου την αρετή και ύστερα μοίρασέ τους και την περιουσία σου.
· Η ψαλμωδία για τα παιδιά είναι άνεση και ευχαρίστηση, αλλά και αναφορά στον Θεό.
· Όπως η φύση παίρνει λαμπρό χρώμα από τον ακτινοβόλο ήλιο, έτσι και η ψυχή μας από τα διδάγματα των πατέρων.
· Να μην δίνεις άφθονο πλούτο στις ανέσεις σου αλλά στην ψυχή σου.
· Όπως ο όγκος του σώματος δημιουργεί πρήξιμο και φλόγωση, έτσι και τα πάθη φλογίζουν την ψυχή.
· Όταν βλέπεις κάποιον να κλαίει για τα αμαρτήματά του, συμπάθησέ του και μιμήσου τον.
· Να αποφεύγουμε την αμαρτία καθώς και τα άλογα ζώα τη δηλητηριώδη τροφή.
· Να αποφεύγεις την αμαρτία, όπως το ελάφι το σχοινί και το πτηνό την παγίδα.
· Από όποιο πράγμα αμαρτάνουμε ευκολότερα πρέπει να προφυλασσόμαστε περισσότερο.
· Προσπάθησε να περισυλλέγεις τους ναυαγούς της αμαρτίας δείχνοντάς τους σανίδα σωτηρίας την ελπίδα του Θεού.
· Όταν μας περιτριγυρίζει η φωτιά του κακού ή τα λιοντάρια της αμαρτίας, να ελπίζουμε στο Θεό για τη σωτηρία μας.
· Να μην υπερπαχύνεις το σώμα σου, γιατί εξασθενείς την ψυχή σου.
· Να μοιράζεις τα εφόδια προς το σώμα και την ψυχή ανάλογα με την ανάγκη του καθενός.
· Παράβλεπε τη σάρκα που είναι φθαρτή και επιμελού της ψυχής που είναι αθάνατη.
· Ο Θεός μας σώζει από τους κινδύνους και όταν ακόμη χαθεί κάθε ελπίδα σωτηρίας.
· Η θλίψη είναι φυσικό φαινόμενο και η μετάνοια θαυμάσια πράξη.
· Όπως οι ιατρικές συμβουλές αποδεικνύονται ωφέλιμες όταν τηρούνται το ίδιο και οι πνευματικές.
· Από το πλήθος των ανομιών μας και η φύση ακόμα στενάζει και έφυγαν από τα φυσικά τους όρια οι περιοχές του χρόνου.
· Φύλαξε την πίστη σου προς τον Κύριο, όπως το κογχύλι το σώμα του από τον κίνδυνο.
· Όπως τα αρπακτικά πουλιά έγιναν τροφοδότες και φύλακες του Ηλιού, έτσι και οι ασθένειες μας τροφοδοτούν την ελπίδα της αιώνιας ζωής.
Άγιος Βασίλειος Καισαρείας, ο Μέγας.
Basilius Caesariensis, PG 29-32).
Basilius Caesariensis, PG 29-32).
Μπορείτε να διαβάσετε ή να αποθηκεύσετε τα έργα του Αγίου Βασιλείου Καισαρείας, του Μεγάλου, (σε μορφή pdf), στους παρακάτω συνδέσμους. Η ψηφιακή παραγωγή των έργων, είναι τμήμα του ερευνητικού προγράμματος «Δρόμοι της Πίστης – Ψηφιακή Πατρολογία» που επιμελήθηκε το Εργαστήριο Διαχείρισης Πολιτισμικής Κληρονομιάς του Τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Άγιος Βασίλειος Καισαρείας, ο Μέγας. (Basilius Caesariensis, PG 29-32).
Adversus Eunomium. Κατά Ευνομίου. Λόγοι Ε’. (PG 29, σελ. 497 – 773).
Asceticon magnum. Κεφάλαια των όρων των κατ’επιτομήν. (PG 31, σελ. 1.052 – 1.305).
Asceticon magnum_. Κεφάλαια των κατά πλάτους όρων. (PG 31, σελ. 901 – 1.052).
Canon 96 (De haereticis). Περί αιρετικών (κανών) Ϟς'. Ερώτησις ρκδ’. Εἰ δεῖ μετά αἱρετικῶν ἢ μετά ἑλλήνων (ἢ ἰουδαίων) κατά συντυχίαν εὑρεθέντα που συνεσθίειν ἢ ἀσπάζεσθαι αὐτούς. (PG 31, σελ. 1.165 – 1.168).
Consolatoria ad aegrotum. Ομιλία παραμυθητική ασθενούντι. (PG 31, σελ. 1.713 – 1.721).
Constitutiones asceticae. Ασκητικαί διατάξεις, προς τους εν κοινοβίω και κατά μόνας ασκούντας. (PG 31, σελ. 1.321 – 1.428).
Contra Sabellianos et Arium et Anomoeos. Ομιλία ΚΔ’. Κατά Σαβελλιανῶν, και Ἀρείου, και τῶν Ἀνομοίων. (PG 31, σελ. 600 – 617).
De fide. Ομιλία ΙΕ’. Περὶ πίστεως. (PG 31, σελ. 464 – 472).
Enarratio in prophetam Isaiam. Ερμηνεία εις ις τον προφήτην Ησαίαν, προοίμιον. (PG 30, σελ. 117 – 668).
Epistulae. Επιστολαί.
Epistulae tres. Επιστολαί τρεις.
Epitimia. Επιτίμια (ιβ’ – ξ’). (PG 31, σελ. 1.308 – 1.313).
Epitimia in canonicas. Επιτίμια εις τας κανονικάς. (PG 31, σελ. 1.313 – 1.316).
Expositio fidei Nicaenae. Έκθεσις της πίστεως της Νικαίας.
Homilia de virginitate. Ομιλία περί παρθενίας.
Homilia adversus eos qui irascuntur. Ομιλία Ι’. Κατά οργιζομένων. (PG 31, σελ. 353 – 372).
Homilia de gratiarum actione. Λόγος περί ευχαριστίας. (PG 31, σελ. 217 – 237).
Homilia de invidia. Ομιλία ΙΑ’. Περί φθόνου. (PG 31, σελ. 372 – 385).
Homilia de misericordia et judicio. Περί ελέους και κρίσεως. (PG 31, σελ. 1.705 – 1.713).
Homilia de paenitentia. Ομιλία περί μετανοίας. (PG 31, σελ. 1.476 – 1.488).
Homilia de spiritu sancto. Ομιλία περί του αγίου Πνεύματος. (PG 31, σελ. 1.429 – 1.437).
Homilia dicta in Lacisis. Ομιλία ρηθείσα εν Λαζικοίς. (PG 31, σελ. 1.437 – 1.457).
Homilia dicta tempore famis et siccitatis. Ομιλία ρηθείσα εν λιμώ και αυχμώ. (PG 31, σελ. 304 – 328).
Homilia exhortatoria ad sanctum baptisma. Ομιλία ΙΓ’. Προτρεπτικὴ εἰς τὸ ἅγιον βάπτισμα. (PG 31, σελ. 424 – 444).
Homilia in aquas. Εις τα ύδατα και εις το άγιον Βάπτισμα.
Homilia in divites. Ομιλία προς τους πλουτούντας. (PG 31, σελ. 277 – 304).
Homilia in illud: Attende tibi ipsi. Εις το, «πρόσεχε σεαυτώ». (PG 31, σελ. 197 – 217).
Homilia in principium proverbiorum. Ομιλία ΙΒ’. Εις την αρχήν των παροιμιών. (PG 31, σελ. 385 – 424).
Homilia in Psalmum CXV. Εις τον ριε’ Ψαλμόν. (PG 30, σελ. 104 – 116).
Homilia in Psalmum CXXXII. Εις τον ρλβ’ Ψαλμόν. (PG 30, σελ. 116 – 117).
Homilia in Psalmum XXXVII. Εις τον λζ’ Ψαλμόν. Διδασκαλία εξομολογήσεως. Ψαλμός τω Δαβίδ εις ανάμνησιν. (PG 30, σελ. 81 – 104).
Homiliae in hexaemeron. Ομιλίαι Θ’ εις την Εξαήμερον. (PG 29b, σελ. 4 – 208).
Homiliae super Psalmos. Ομιλία εις τον πρώτον Ψαλμόν. (PG 29b, σελ. 209 – 493).
In Barlaam martyrem. Ομιλία ΙΖ’. Εις Βαρλαάμ μάρτυρα. (PG 31, σελ. 484 – 489).
In ebriosos. Ομιλία ΙΔ’. Κατά μεθυόντων. (PG 31, σελ. 444 – 464).
In Gordium martyrem. Ομιλία ΙΗ’. Εις Γόρδιον τον μάρτυρα. (PG 31, σελ. 489 – 508).
In illud: In principio erat verbum. Ομιλία Ις’. Εις το, «Εν αρχή ην ο Λόγος». (PG 31, σελ. 472 – 481.
In Mamantem martyrem. Ομιλία ΚΓ’. Εις τον άγιον μάρτυρα Μάμαντα. (PG 31, σελ. 589 – 600).
In Psalmum XXVIII. Εις κη’ Ψαλμόν. Προσκυνήσατε τῷ Κυρίῳ ἐν αὐλῇ ἁγίᾳ αὐτοῦ. (PG 30, σελ. 72 – 81).
In quadraginta martyres Sebastenses. Ομιλία ΙΘ’. Εἰς τούς ἁγίους τεσσαράκοντα μάρτυρας. (PG 31, σελ. 508 – 525).
In sanctam Christi generationem. Ομιλία εις την αγίαν του Χριστού Γέννησιν. (PG 31, σελ. 1.457 – 1.476).
Oratio pro inimicis et amicis. Προσευχή για τους εχθρούς και τους φίλους.
Orationes sive exorcismi. Ευχαί ήτοι εξορκισμοί του Μεγάλου Βασιλείου. Προς τους πάσχοντας υπό δαιμόνων, και εκάστην ασθένειαν. (PG 31, σελ. 1.677 – 1.681).
Poenae in monachos delinquentes. Επιτίμια (α-ια’). (PG 31, σελ. 1.305 – 1.308).
Prologus 3 (prooemium in regulas brevius tractatas). Προοίμιον των κατ’ επιτομήν όρων. (PG 31, σελ. 1.080).
Prologus 4 (prooemium in asceticum magnum). Όροι κατά πλάτος. Προοίμιον. (PG 31, σελ. 889 – 901).
Prologus 5 (sermo asceticus). Λόγος ασκητικός. (PG 31, σελ. 881 – 888).
Prologus 6 (prooemium ad Hypotyposin). Προοίμιον εις υποτύπωσιν.
Prologus 7 (de judicio dei). Προοίμιον. Περί κρίματος Θεού. (PG 31, σελ. 653 – 676).
Prologus 8 (de fide). Περί πίστεως. (PG 31, σελ. 677 – 692).
Quod deus non est auctor malorum. Ομιλία, ότι ουκ εστιν αίτιος των κακών ο Θεός. (PG 31, σελ. 329 – 353).
Quod rebus mundanis adhaerendum non sit. Ομιλία ΚΑ’. Περί τοῦ μη προσηλῶσθαι τοῖς βιωτικοῖς, και περί τοῦ γενομένου ἐμπρησμοῦ ἔξωθεν τῆς Ἐκκλησίας. (PG 31, σελ. 540 – 564).
Regulae morales. Πίναξ των ηθικών κανόνων. (PG 31, σελ. 692 – 869).
Sermo 10 (praevia institutio ascetica). Ασκητικά. Ασκητική προδιατύπωσις. (PG 31, σελ. 620 – 625).
Sermo 11 (sermo asceticus et exhortatio de renuntiatione mun). Λόγος ασκητικός, και παραίνεσις περί ἀποταγῆς βίου, και τελειώσεως πνευματικῆς. (PG 31, σελ. 625 – 648).
Sermo 12 (de ascetica disciplina). Λόγος περί ασκήσεως, πῶς δεῖ κοσμεῖσθαι τον μοναχόν. (PG 31, σελ. 648 – 652).
Sermo 13 (sermo asceticus). Λόγος ασκητικός. (PG 31, σελ. 869 – 881).
Sermo 14 (De fide). Περί πίστεως.
Sermo 15 (De vita monastica). Λόγος εἰς τό πῶς δεῖ εἶναι τον μοναχόν.
Sermo 16 (De calumnia). Περί λοιδορίας.
Sermo de contubernalibus. Λόγος περί των συνεισάκτων. (PG 30, σελ. 812 – 828).
Sermo ob sacerdotum instructionem. Λόγος περί καταστάσεως ιερέων. (PG 31, σελ. 1.685 – 1.688).
Sermo ob sacerdotum instructionem_. Παραγγελία προς ιερείς γ’. Περί της θείας χάριτος. (PG 31, σελ. 1.685 – 1.688).
Sermones de moribus a Symeone Metaphrasta collecti. Ηθικοί λόγοι ΚΔ’. Εκλεχθέντες διά Συμεών του μαγίστρου και λογοθέτου. Εκ πασῶν τῶν πραγματειῶν τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Βασιλείου ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας. (PG 32, σελ. 1.116 – 1.381).
Ομιλία εις την Εξαήμερον. Ομιλίαι Θ’ εις την Εξαήμερον. (PG 29b, σελ. 4 – 208).
Ομιλία ΚΒ’. Προς τους νέους. Όπως αν εξ Ελληνικών ωφέλοιντο λόγων. (PG 31, σελ. 564 – 589). http://www.sophia-ntrekou.gr/2018/01/megas-vasileios.html
Έρευνα, συλλογή, επιμέλεια: by Sophia Ntrekou.gr
Άγιος Βασίλειος ο Μέγας
Fresco of Basil the Great in the Meister
der Sophien-Kathedrale von Ohrid
Επίσκοπος, επιστήμονας, δάσκαλος,
Επίσκοπος, επιστήμονας, δάσκαλος,
θεολόγος, υπερασπιστής των αδικουμένων!
Υπήρξε σοφός θεολόγος και πραγματικός δάσκαλος.
Αγωνίστηκε με πάθος για να ανακουφίσει
τη δυστυχία των συνανθρώπων του.
Για την προσφορά του στην Εκκλησία και τον άνθρωπο
τιμάται σε ολόκληρο τον κόσμο ως Άγιος.
O Μ. Βασίλειος είχε πολλά χαρίσματα και
σπουδαίες ικανότητες, τις οποίες
χρησιμοποίησε για να ωφελήσει τον
συνάνθρωπό του και να δυναμώσει το
έργο της Εκκλησίας.
Ο Μέγας Βασίλειος έγραψε πολλές
ευχές για τη Θεία Λειτουργία.
Άγιος Βασίλειος ο Μέγας ο Καππαδόκης
Ο Μέγας Βασίλειος είναι τόσο γνωστός όσο λίγοι Άγιοι της Εκκλησίας μας, αλλά και τόσο παρεξηγημένος όσο ελάχιστοι. Ενώ ήταν ένας ασκητής Επίσκοπος, ο οποίος εκοιμήθη σε ηλικία μόλις 49 ετών, τον παρουσιάζουν σαν ασπρομάλλη γέροντα, καλοζωϊσμένο, ντυμένο με τα κόκκινα και άσπρα χρώματα μιας μεγάλης πολυεθνικής εταιρείας. Ο άγιος Βασίλειος είναι ένας από τους μεγαλύτερους αστέρες του νοητού στερεώματος της Εκκλησίας, που έλαμψε τον 4ο αιώνα μ. Χ. και εξακολουθεί να λάμπει, να φωτίζει και να μιλά στις καρδιές όλων εκείνων που ζητούν τις πρεσβείες του και μελετούν τα συγγράμματά του.
Ο πραγματικός Αη Βασίλης
Πώς ήταν; Ας δούμε τι μας λένε οι αρχαίοι συγγραφείς μας. Ήταν πολύ ψηλός και πολύ αδύνατος, είχε σκούρο δέρμα και χλωμό, είχε επίσης κοντά μαλλιά και μακριά μαύρα γενιά που πέρα διέκρινες λευκές τρίχες, είχε μακριά μύτη και τα φρύδια του ήταν τοξοειδή, τα μάτια του ήταν σκούρα και η ματιά του βαθειά και ερευνητική, το μέτωπό του ήταν μεγάλο και ήταν μονίμως ζαρωμένο έμοιαζε δηλαδή με άνθρωπο που συνεχώς σκεπτόταν, είχε προβλήματα με την υγεία του και υπέφερε από το πραγματικά ανυπόφορο κρύο και γενικά βαρύ χειμώνα της Καππαδοκίας. Ας δούμε όμως πότε και που έζησε και ποιά ήταν η οικογένειά του. (αναλυτικότερα εδώ)
Ο Μέγας ανάμεσα στους Αγίους Βασίλειος, γεννήθηκε περί το 329 μ.Χ. στην Νεοκαισάρεια του Πόντου. Η οικογένεια του ήταν στ’ αλήθεια μια οικογένεια Αγίων, είχε παππού μάρτυρα, τα αδέλφια του Γρηγόριος ήταν επίσκοπος Νύσσης και Πέτρος επίσκοπος Σεβαστείας και ο ίδιος επίσκοπος Καισαρείας, οι αδελφές του ήταν όλες αφιερωμένες στον Θεό, με πρώτη την αγία και σοφή Μακρίνα, που ήταν αυτή που επηρέασε τον άγιο να στραφεί στην χριστιανική πίστη. Ο Ναυκράτιος ένας άλλος αδελφός του ασκήτευε στην έρημο του Πόντου και πέθανε μόλις 27 χρόνων. Τον πατέρα του τον έλεγαν και αυτόν Βασίλειο και ήταν ρήτορας, δηλαδή δικηγόρος, ενώ τη μητέρα του την έλεγαν Εμμέλεια και ήταν πολύ σοφή και αγία γυναίκα. Η οικογένεια του Αγίου Βασιλείου είχε 11 παιδιά (5 αγόρια – 6 κορίτσια) και όλοι διακρίθηκαν στου Χριστού την πίστη.
Σπουδές και διακονία στην Εκκλησία
Ο μικρός Βασίλειος έμαθε τα χριστιανικά γράμματα από τον ίδιο τον πατέρα του τον Βασίλειο, αλλά ζήτησε να σπουδάσει και την αρχαία ελληνική παιδεία. Έτσι ο Άγιος πήγε στην Κωνσταντινούπολη, διότι εκεί ήταν τότε πολλοί σοφοί, αλλά κάτι περισσότερο αναζητώντας ο Βασίλειος, έφτασε τελικά στην Αθήνα, όπου βρίσκονταν οι κορυφαίοι. Τότε μάλιστα σπούδαζαν στην Αθήνα ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο Ιουλιανός ο παραβάτης, ο σοφιστής Λιβάνιος και άλλοι. Εκεί σπούδασε γεωμετρία, αστρονομία, φιλοσοφία, ιατρική, ρητορική και γραμματική. Οι σπουδές του διήρκησαν τεσσεράμισι χρόνια. Η ασκητική του ζωή ξεκίνησε ήδη από τα χρόνια όπου φοιτούσε στην Αθήνα. Υπόδειγμα αρετής εκεί ο Βασίλειος, όσο έμεινε, περνώντας με σωφροσύνη και εγκράτεια τόση, ώστε και αυτός ο σπουδαίος δάσκαλός στην αρχαία φιλοσοφία, ο Εύβουλος, λέγεται ότι έγινε μαζί του Χριστιανός! Κατά την διάρκεια αυτών των ετών, ο Άγιος Βασίλειος και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ανέπτυξαν μεγάλη και ισχυρή φιλία. Ταυτόχρονα με τις σπουδές τους, είχαν ιεραποστολική δράση. Διοργάνωναν χριστιανικές συγκεντρώσεις, στις οποίες ανέλυαν θρησκευτικά ζητήματα. Ίδρυσαν επίσης και τον πρώτο φοιτητικό χριστιανικό σύλλογο.
Επέστρεψε στην Καισαρεία το καλοκαίρι του 356 μ.Χ. και συνεχίζοντας την παράδοση του πατέρα του, έγινε καθηγητής της ρητορικής. Το 358 μ.Χ. βαπτίζεται Χριστιανός, και αποφασίζει να αφιερώσει τον εαυτό του στην ασκητική πολιτεία. Αποσύρθηκε λοιπόν σε ένα κτήμα της οικογενείας του στον Πόντο. Χαρακτηριστικό της μεγαλοψυχίας του είναι, ότι μετά την βάπτιση του δώρισε στους φτωχούς και στην εκκλησία το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους ξεκινά ένα οδοιπορικό σε γνωστά κέντρα ασκητισμού της Ανατολής, Αίγυπτο, Παλαιστίνη, Συρία και Μεσοποταμία, επιθυμώντας να συναντήσει πολλούς ασκητές και μοναχούς για να γνωρίσει τον τρόπο ζωής τους. Όταν γύρισε στο Πόντο από το ταξίδι αυτό, μοίρασε και την υπόλοιπη περιουσία του και αποσύρθηκε στο κτήμα του επιθυμώντας να ζήσει πλέον ως μοναχός. Εκεί έγραψε τους: «Κανονισμούς δια τον Μοναχικόν βίον», κανόνες που ρυθμίζουν τη ζωή στα μοναστήρια μέχρι τις μέρες μας. Με την υψηλή του κατάρτιση στην ορθόδοξη πίστη και τον ασκητικό, θαυμαστό του βίο, η φήμη του Αγίου Βασιλείου εξαπλώθηκε με τον καιρό σε όλη την Καππαδοκία.
Στην Αντιόχεια χειροτονήθηκε Διάκονος από τον εκεί Πατριάρχη. Στην πατρίδα του την Καισαρεία χειροτονήθηκε Ιερέας το 364 μ.Χ. και όταν εκοιμήθη ο Μητροπολίτης Ευσέβιος, συνάχθηκαν οι επίσκοποι της επαρχίας και χειροτόνησαν τον Άγιο Βασίλειο Αρχιερέα και ποιμένα τους! Ήταν το 370 μ.Χ., ο Βασίλειος βρισκόταν σε ηλικία 41 ετών.
Επίσκοπος πλέον, ο Άγιος Βασίλειος αντιμετώπισε την προσπάθεια του Αυτοκράτορα Ουάλη να επιβάλει τον Ομοιανισμό (ρεύμα του Αρειανισμού). Στην περιφέρεια της δικής του ποιμαντικής ευθύνης είχε να αντιμετωπίσει την έντονη παρουσία του αρειανικού στοιχείου και άλλων κακοδοξιών. Από τις επιστολές του φαίνονται οι προσπάθειες που κατέβαλε για την ανάδειξη άξιων κληρικών, καθώς και για την πιστή εφαρμογή των ιερών κανόνων από όλους τους πιστούς και φανερώνεται επίσης η ποιμαντική φροντίδα στα αποκομμένα και περιθωριοποιημένα μέλη της Εκκλησίας.
Στην οικουμενική Εκκλησία ο Μέγας Βασίλειος ουσιαστικά αναλαμβάνει τα πνευματικά ηνία από το Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος γηραιός πλέον, αποσύρεται από την ενεργό δράση. Εργάζεται συνεχώς για την επικράτηση των ορθόδοξων χριστιανικών αρχών και υπερασπίζεται με σθένος το δογματικό προσανατολισμό της Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας.
Το έργο του
Ας δούμε όμως γιατί ο Αγιος Βασίλειος έμεινε ως Μέγας στην ιστορία. Πρώτα πρώτα μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς δεν κράτησε τίποτα για τον εαυτό του. Από πολύ νέος γύμναζε τον εαυτό του στο πνεύμα και τον έβαζε σε σκληραγωγίες, και όπως λένε, άλλο δρόμο δεν γνώριζε εκτός αυτόν που οδηγούσε στο πανεπιστήμιο και στην εκκλησία. Σε μεγάλες επιδημίες που ταλαιπωρούσαν τον λαό αυτός ήταν παρών και βοηθούσε σωματικά και ψυχικά διδάσκοντας την πίστη του Χριστού. Ο Αγιος Βασίλειος ήταν πολύ αυστηρός με αυτούς που ξέφευγαν από την σωστή πίστη, έλεγε και έγραφε την αλήθεια θαρραλέα και μάλιστα δεν δίστασε να ελέγξει ακόμη και αυτοκράτορες. Με το κύρος που τον διέκρινε αγωνίσθηκε με σθένος εναντίον των αιρέσεων και συνέβαλε τα μέγιστα στο να διαφυλαχθή ανόθευτη η πίστη και αναλλοίωτη η μέθοδος θεραπείας και ο τρόπος σωτηρίας του ανθρώπου.
Ο Μ. Βασίλειος, εκτός των άλλων θαυμάσιων και θείας εμπνεύσεως έργων του, έγραψε και την εκτενή και κατανυκτική Θεία Λειτουργία, που, μετά την επικράτηση της συντομότερης Θείας Λειτουργίας του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, τελείται 10 φορές το χρόνο: την 1η Ιανουαρίου (όπου γιορτάζεται και η μνήμη του), τις πέντε Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής, τις παραμονές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων, τη Μεγ. Πέμπτη και το Μέγ. Σάββατο.
Ο Άγιος έγραψε πολλά για την καθοδήγηση των χριστιανών, ίδρυσε μοναστήρια, όπου αρκετοί μαθητές του αφιερώθηκαν στον Θεό. Είναι δε γνωστός στους πολλούς κυρίως για την κοινωνική του δράση, η οποία όμως αποτελεί καρπό της νηπτικής του ζωής.
Ο Άγιος Βασίλειος, βοηθούσε πάντοτε τους αδικημένους και κουρασμένους, τους πεινασμένους και τους αρρώστους, ανεξάρτητα από το γένος, τη φυλή και το θρήσκευμα. Ίδρυσε και καθιέρωσε τη διανομή αγαθών -τρόφιμα ρούχα, χρήματα και κάθε είδους βοήθεια σε φτωχές οικογένειες άπορους κ.λπ.
Το πιο σπουδαίο του έργο ήταν η οργάνωση της ελεημοσύνης και φιλανθρωπίας στην επαρχία του, έφτιαξε κοντά στην Καισάρεια μια ολόκληρη πόλη από φιλανθρωπικά ιδρύματα, γηροκομεία, νοσοκομεία, πτωχοκομεία, ξενοδοχεία, ορφανοτροφεία κ.α. Η πόλη αυτή ονομάσθηκε «Βασιλειάδα». Φανταστείτε τι ανακούφιση θα ένιωθαν τότε οι φτωχοί, τα ορφανά, οι γέροι, οι ταξιδιώτες, η Καισάρεια είχε γίνει μια μεγάλη οικογένεια με πατέρα τον Άγιο Βασίλειο τον επίσκοπό της.
Η “Βασιλειάδα”, που αποτελεί, δια μέσου των αιώνων, πρότυπο έργο ανθρωπιάς και κοινωνικής προσφοράς, είναι δημιούργημα της γλυκύτατης καρδιάς του, της πεπληρωμένης από την χάρη του Παναγίου Πνεύματος, καρπός του οποίου είναι η αγάπη. Η ανιδιοτελής αγάπη, που τον “εξανάγκαζε” να φθάνη μέχρι το σημείο να περιθάλπη και τους λεπρούς, μάλιστα δε να τους περιποιείται ο ίδιος προσωπικά και το πιο παράδοξο, να ασπάζεται και τις πληγές τους με την ίδια ευλάβεια που ασπαζόταν την εικόνα του Χριστού και των Αγίων. Για να κατανοηθή το μέγεθος της αγάπης και της θυσίας του πρέπει να σημειωθή ότι η λέπρα την εποχή εκείνη ήταν ανίατη και μεταδοτική ασθένεια και ότι οι λεπροί ζούσαν μακριά από τις πόλεις, διωγμένοι και απομονωμένοι χωρίς την φροντίδα κανενός. Τον αγαπούσαν τόσο πολύ που στην κηδεία του σημειώθηκαν λιποθυμίες!
Η θεολογική προσφορά του
Ο Μέγας Βασίλειος είναι ένας από τους σημαντικότερους δογματικούς θεολόγους του Χριστιανισμού, με σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη του Τριαδολογικού δόγματος. Διακήρυξε την ενότητα της Αγίας Τριάδος ως μιας ουσίας και προχώρησε στον προσδιορισμό του υποστατικού διαχωρισμού των Προσώπων της. Κάθε υπόσταση διακρίνεται από ορισμένους τρόπους ύπαρξης και μεμονωμένα χαρακτηριστικά (ιδιώματα): ο Πατέρας είναι αγέννητος, ο Υιός γεννηθείς αχρόνως και το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται υπό του Πατρός.
Στο έργο τόνισε επίσης τη σημασία της διάκρισης μεταξύ ουσίας και ενεργειών του Θεού. Μεταξύ του άκτιστου Θεού και του κτιστού κόσμου υπάρχει οντολογικό χάσμα, που αποκλείει την κατ’ ουσία κοινωνία και σχέση μεταξύ τους. Ο Θεός καθίσταται αντιληπτός στον κόσμο διά των ενεργειών του. Το ότι ο κόσμος διατηρείται στο “είναι” οφείλεται στη δημιουργική, συνεκτική και ζωοποιό ενέργεια του Θεού.
Κεφαλαιώδης ήταν και η συμβολή του στην αξιολόγηση της θύραθεν παιδείας μέσα στη χριστιανική Εκκλησία. Μελετητής ο ίδιος και γνώστης της ελληνικής φιλοσοφίας, τη χρησιμοποιεί ως όργανο επεξεργασίας και διατύπωσης των θεολογικών του αντιλήψεων. Η φιλοσοφία, κατά τον Βασίλειο, πρέπει να μελετάται υπό το νέο χριστιανικό πρίσμα. Δεν απορρίπτει τη μελέτη των κλασσικών γραμμάτων, αντίθετα προτρέπει στη χρήση τους ως ένδυμα της χριστιανικής θρησκευτικής διδασκαλίας.
Στον τομέα του μοναχισμού ανέλαβε δράση θέτοντάς τον υπό τον έλεγχο της εκκλησιαστικής ηγεσίας και εισήγαγε την ομολογία της αφιέρωσης στον Θεό και της ένταξης στην αδελφότητα, η οποία προέβλεπε αγαμία, υπακοή και ακτημοσύνη. Επίσης έθεσε την πνευματικότητα του μοναχισμού στη σταθερή βάση της Αγίας Γραφής και τοποθέτησε τους μοναχούς στη γραμμή του κοινού βίου και της οργανωμένης δράσης.
Το συγγραφικό έργο του
Τα έργα του κατατάσσονται σε τέσσερεις κατηγορίες:
Δογματικά συγγράμματα.
α) «Ανατρεπτικός του Απολογητικού του δυσσεβούς Ευνομίου». Αποτελείται από τρία βιβλία και καταφέρεται ενάντια του αρχηγού των Ανομοίων Ευνομίου.
β) «Προς Αμφιλόχιον, περί του Αγίου Πνεύματος». Επιστολική πραγματεία προς τον επίσκοπο Ικονίου Αμφιλόχιο σχετικά με το Άγιο Πνεύμα.
Ασκητικά συγγράμματα.
α) «Τα Ηθικά». Συλλογή 80 ηθικών κανόνων.
β) «Όροι κατά πλάτος». Περιέχει 55 κεφάλαια με θέμα γενικές αρχές του μοναχισμού.
γ) «Όροι κατ’ επιτομήν». Περιέχει 313 κεφάλαια που αναφέρονται στην καθημερινή ζωή των μοναχών.
δ) «Περί πίστεως».
ε) «Περί κρίματος».
στ) «Περί της εν παρθενία αληθούς αφθορίας». Έργο σχετικό με την παρθενική ζωή.
Ομιλίες.
Ορισμένες από τις ομιλίες του είναι:
α) «Εις την Εξαήμερον». Συλλογή 9 ομιλιών με θέμα τη δημιουργία του κόσμου.
β) «Εις του Ψαλμούς». Συλλογή 18 ομιλιών με αφορμή το περιεχόμενο των Ψαλμών του Δαυίδ.
γ) «Περί του ουκ έστιν αίτιος του κακού ο Θεός».
δ) «Περί πίστεως».
ε) «Κατά Σαβελλιανών, Αρείου και Ανομοίων».
στ) «Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων». Το διασημότερο από τα κείμενα του Βασιλείου, στο οποίο πραγματοποιεί προσπάθεια γεφύρωσης μεταξύ χριστιανικής και κλασσικής παιδείας.
ζ) «Προτρεπτικός εις το άγιον βάπτισμα».
η) «Εις το πρόσεχε σεαυτώ».
θ) «Προς Πλουτούντας».
ι) «Εν λιμώ και αυχμώ».
ια) «Εις την μάρτυρα Ιουλίτταν και περί ευχαριστίας».
Επιστολές.
Σώζονται 365 επιστολές με το όνομα του Μεγάλου Βασιλείου, που καλύπτουν την εικοσαετία από την επιστροφή του στην Καισάρεια από την Αθήνα έως και το θάνατό του.
Η κοίμησή του
Καταπονημένος από την μεγάλη δράση που ανέπτυξε σε τόσους πολλούς τομείς, ο Άγιος Βασίλειος ο Μέγας παραδίδει το πνεύμα στο Θεό την 1η Ιανουαρίου του 379 μ.Χ. σε ηλικία 49 ετών. Ο θάνατός του βυθίζει στο πένθος όχι μόνο το ποίμνιό του αλλά και όλο το χριστιανικό κόσμο της Ανατολής. Στην κηδεία του συμμετέχει και ένα πλήθος ανομοιογενές από άποψη θρησκευτικής και εθνικής διαφοροποιήσεως. Το υψηλής σημασίας θεολογικό και δογματικό του έργο καθώς και η λειτουργική και πρωτότυπη ανθρωπιστική του δράση, είναι η μεγάλη παρακαταθήκη που μας άφησε. Η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την 1ην Ιανουαρίου.
Από το 1081 μ.Χ. ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Μαυρόπους (ο από Ευχαΐτων) θέσπισε έναν κοινό εορτασμό των Τριών Ιεραρχών, Βασιλείου του Μεγάλου, Ιωάννη του Χρυσοστόμου και Γρηγορίου του Θεολόγου, στις 30 Ιανουαρίου, ως προστατών των γραμμάτων και της παιδείας.
Ο Άγιος στα 48 χρόνια που έζησε, έκαμε τόσα πολλά για τους ανθρώπους που η ιστορία τον ονόμασε ΜΕΓΑ όσο ακόμα ζούσε. Αυτός ήταν ο Αη Βασίλης από την Καισαρεία που πάντα θα ζει μέσα στις καρδιές μας και θα μας θυμίζει με το έργο του ότι πρέπει να είμαστε όλοι εμείς οι άνθρωποι μικροί και μεγάλοι αγαπημένοι.
Το έθιμο της βασιλόπιτας
Μια φορά και έναν καιρό ζούσε ένας βασιλιάς του Βυζαντίου που ήταν συμμαθητής του Αγίου Βασιλείου και τον έλεγαν Ιουλιανό. Ο Ιουλιανός αγαπούσε την φιλοσοφία και τους ψεύτικους θεούς και μισούσε τον Χριστιανισμό. Ο Άγιος Βασίλειος δεν του χαρίσθηκε γι' αυτό και ο Βασιλιάς ζητούσε αφορμή να τον ταπεινώσει. Όταν το Βυζάντιο κήρυξε τον πόλεμο στην Περσία, ο Ιουλιανός πέρασε με τον στρατό του από την Καισαρεία. Τότε διέταξε να φορολογήσουν όλη την επαρχία και τα χρήματα αυτά θα τα έπαιρνε επιστρέφοντας για την Κωνσταντινούπολη. Έτσι, οι κάτοικοι αναγκάσθηκαν να δώσουν ό,τι είχε ο καθένας χρυσαφικά νομίσματα κ.λπ.
Όμως ο Ιουλιανός σκοτώθηκε άδοξα σε μια μάχη στον πόλεμο με τους Πέρσες, έτσι δεν ξαναπέρασε ποτέ από την Καισάρεια. Τότε ο Άγιος Βασίλης έδωσε εντολή και από τα μαζεμένα χρυσαφικά τα μισά να δοθούν στους φτωχούς, ένα μικρό μέρος κράτησε για τις ανάγκες των ιδρυμάτων της Βασιλειάδος, και τα υπόλοιπα τα μοίρασε στους κατοίκους με ένα πρωτότυπο τρόπο:
- έδωσε εντολή να ζυμώσουν ψωμιά και σε κάθε ψωμί, έβαλε από ένα νόμισμα ή χρυσαφικό μέσα, κατόπιν τα μοίρασε στα σπίτια, έτσι τρώγοντας οι κάτοικοι τα ψωμιά όλο και κάτι έβρισκαν μέσα. Έτσι, γεννήθηκε το έθιμο της πίτας που ονομάσθηκε βασιλόπιτα.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος α’.
Εἰς πᾶσαν την γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου, ὡς δεξαμένην τον λόγον σου· δι’ οὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας, την φύσιν τῶν ὄντων ἐτράνωσας, τα τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσμησας. Βασίλειον ἱεράτευμα, Πάτερ Ὅσιε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὥφθης βάσις ἄσειστος τῇ Ἐκκλησίᾳ, νέμων πᾶσιν ἄσυλον, την κυριότητα βροτοῖς, ἐπισφραγίζων σοῖς δόγμασιν, Οὐρανοφάντορ Βασίλειε Ὅσιε.
Μεγαλυνάριον.
Τον οὐρανοφάντορα τοῦ Χριστοῦ, μύστην τοῦ Δεσπότου, τον φωστῆρα τον φαεινόν, τον ἐκ Καισαρείας, και Καππαδόκων χώρας, Βασίλειον τον μέγαν, πάντες τιμήσωμεν.
19 Ιανουαρίου τιμάται ή ανάμνηση του μεγάλου θαύματος στη Νίκαια, όταν ο Μέγας Βασίλειος με την προσευχή του άνοιξε τις πόρτες της Καθολικής Εκκλησίας και την έδωσε στους Ορθοδόξους.
Σοῦ την φωνήν, ἔδει παρεῖναι Βασίλειε, τοῖς ἐγχειρεῖν ἐθέλουσι, τοῖς ἐγκωμίοις σου, ἀλλὰ Πάτερ συγγνώμων, γενόμενος την χάριν, νέμοις ἀφθόνως ἡμῖν.
Το ἐμπαθές, σκίρτημα τῆς τυραννούσης σαρκός, φιλοσοφίας ἔρωτι, ἐπαιδαγώγησας· διό ἐν ἀκηράτοις, αὐλίζῃ βασιλείοις, Πάτερ Βασίλειε.
Τῶν ἀρετῶν, σὺ τὴν τραχεῖαν βαδίσας ὁδόν, ἐπὶ τὴν λείαν ἔφθασας, και ἀστασίαστον, την οὐράνιον βάσιν, και πᾶσιν ἀνεδείχθης, τύπος Βασίλειε.
Τά τῆς ψυχῆς, πάθη χρησίμως Βασίλειε, ἅμα δὲ και τοῦ σώματος, ἐν τῷ τοῦ Πνεύματος, περιέτεμες ξίφει· σαυτὸν δε, τῷ Δεσπότῃ, θῦμα προσήνεγκας.
Σύ γεγονώς, μύστης ἀρρήτων Βασίλειε, το του Χριστοῦ βασίλειον, ἐμυσταγώγησας, Ἱεράτευμα Πάτερ, σαφῶς το τῆς Τριάδος, φῶς ἀπαστράψας ἡμῖν.
Πηγές, Βιβλιογραφία:
1. Μ. Βασιλείου, Ομιλία ρηθείσα εν λιμώ και αυχμώ &8. Πρόκειται για τη μεγάλη πείνα του 367/8 και ο Άγιος απευθύνεται στους πλούσιους κατοίκους της πόλεως)
2. Μ. Βασιλείου, Ότι ουκ έστιν αίτιος των κακών ο Θεός, &9)
3. Ποίημα Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ - Τῌ Α' ΤΟΥ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ
2. Μ. Βασιλείου, Ότι ουκ έστιν αίτιος των κακών ο Θεός, &9)
3. Ποίημα Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ - Τῌ Α' ΤΟΥ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ
4. Σοφά Λόγια από τον Άγιο Βασίλειο τον Μέγα. imverias.blogspot.gr, Γραφείο Τύπου Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας,Ναούσης και Καμπανίας
5. Συναξαριστής Μεγάλου Βασιλείου by Geron Nektarios o Agioreitis on Scribd: geron-nektarios-o-agioritis.blogspot.gr και από «Δρόμοι της Πίστης – Ψηφιακή Πατρολογία» που επιμελήθηκε το Εργαστήριο Διαχείρισης Πολιτισμικής Κληρονομιάς του Τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
5. Συναξαριστής Μεγάλου Βασιλείου by Geron Nektarios o Agioreitis on Scribd: geron-nektarios-o-agioritis.blogspot.gr και από «Δρόμοι της Πίστης – Ψηφιακή Πατρολογία» που επιμελήθηκε το Εργαστήριο Διαχείρισης Πολιτισμικής Κληρονομιάς του Τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
• Εκκλησίας της Ελλάδος, www.ecclesia.gr
• Θρησκευτικά Ε' Δημοτικού, ebooks.edu.gr
• www.catichisis.gr, Συνοδική Επιτροπή Χριστιανικής Αγωγής της Νεότητος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος
• Ελληνική Πατρολογία, Patrologia Graeca - Κλειδί Πατρολογίας ανά συγγραφέα - Κλειδί Πατρολογίας ανά τόμο
• Θρησκευτικά Ε' Δημοτικού, ebooks.edu.gr
• www.catichisis.gr, Συνοδική Επιτροπή Χριστιανικής Αγωγής της Νεότητος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος
• Ελληνική Πατρολογία, Patrologia Graeca - Κλειδί Πατρολογίας ανά συγγραφέα - Κλειδί Πατρολογίας ανά τόμο
• Έρευνα, συλλογή, επιμέλεια: www.sophia-ntrekou.gr
Θεματολογία για τον Μέγα Βασίλειο
στην Αέναη επΑνάσταση
- Ορθόδοξη θεολογία και επιστήμη (Οι θέσεις του Μ. Βασιλείου για την θεολογία και την επιστήμη) (αναφορά)
- Ταξιδέψτε στο θαυμαστό τόπο της Καππαδοκίας από τον υπολογιστή σας (Εικόνες και Βίντεο) [Ο Μέγας Βασίλειος ή Άγιος Βασίλης επίσκοπος της Καισαρείας στην Καππαδοκία]
Ελληνική Πατρολογία
4ος αιώνας Τόμοι 29-32: Βασίλειος Καισαρείας ο Μέγας
Κλειδί Πατρολογίας Migne, Τόμος 31ος (PG 31).
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ, ΤΟΜΟΣ 31ος (PG 31).
——————————————————————————————————
Άγιος Βασίλειος Καισαρείας, ο Μέγας.
——————————————————————————————————
Προοίμιον. (λατινιστί). (PG 31, σελ. 9 – 162).
ΟΜΙΛΙΑΙ
(Ομιλία Α’). Περί νηστείας Λόγος Α’. (PG 31, σελ. 164 – 184).
(Ομιλία Β’). Περί νηστείας Λόγος Β’. (PG 31, σελ. 185 – 197).
(Ομιλία Γ’). Ομιλία εις το, «πρόσεχε σεαυτώ» . (PG 31, σελ. 197 – 217).
(Ομιλία Δ’). Περί ευχαριστίας. Λόγος. (PG 31, σελ. 217 – 237).
(Ομιλία Ε’). Εις την μάρτυρα Ιουλίτταν, και εις τα λειπόμενα της προλεχθείσης ομιλίας της περί ευχαριστίας. (PG 31, σελ. 237 – 261).
(Ομιλία ς’). Εις το ρητόν του κατά Λουκάν Ευαγγελίου· «καθελώ μου τας αποθήκας, και μείζονας οικοδομήσω» και περί πλεονεξίας. (PG 31, σελ. 261 – 277).
(Ομιλία Ζ’). Ομιλία προς τους πλουτούντας. (PG 31, σελ. 277 – 304).
(Ομιλία Η’). Ομιλία ρηθείσα εν λιμώ και αυχμώ. (PG 31, σελ. 304 – 328).
(Ομιλία Θ’). Ομιλία, ότι ουκ εστιν αίτιος των κακών ο Θεός. (PG 31, σελ. 329 – 353).
Ομιλία Ι’. Κατά οργιζομένων. (PG 31, σελ. 353 – 372).
★ (Κι εδώ σε νεοελληνική απόδοση Ο Θυμός η Οργή και η Θεραπεία τους)
Ομιλία ΙΑ’. Περί φθόνου. (PG 31, σελ. 372 – 385).
Ομιλία ΙΒ’. Εις την αρχήν των παροιμιών. (PG 31, σελ. 385 – 424).
Ομιλία ΙΓ’. Προτρεπτικὴ εἰς τὸ ἅγιον βάπτισμα. (PG 31, σελ. 424 – 444).
Ομιλία ΙΔ’. Κατά μεθυόντων. (PG 31, σελ. 444 – 464).
Ομιλία ΙΕ’. Περὶ πίστεως. (PG 31, σελ. 464 – 472).
Ομιλία Ις’. Εις το, «Εν αρχή ην ο Λόγος» . (PG 31, σελ. 472 – 481).
Ομιλία ΙΖ’. Εις Βαρλαάμ μάρτυρα. (PG 31, σελ. 484 – 489).
Ομιλία ΙΗ’. Εις Γόρδιον τον μάρτυρα. (PG 31, σελ. 489 – 508).
Ομιλία ΙΘ’. Εἰς τοὺς ἁγίους τεσσαράκοντα μάρτυρας. (PG 31, σελ. 508 – 525).
Ομιλία Κ’. Περί ταπεινοφροσύνης. (PG 31, σελ. 525 – 540).
Ομιλία ΚΑ’. Περὶ τοῦ μὴ προσηλῶσθαι τοῖς βιωτικοῖς, καὶ περὶ τοῦ γενομένου ἐμπρησμοῦ ἔξωθεν τῆς Ἐκκλησίας. (PG 31, σελ. 540 – 564).
Ομιλία ΚΒ’. Προς τους νέους. Όπως αν εξ Ελληνικών ωφέλοιντο λόγων. (PG 31, σελ. 564 – 589).
Ομιλία ΚΓ’. Εις τον άγιον μάρτυρα Μάμαντα. (PG 31, σελ. 589 – 600).
Ομιλία ΚΔ’. Κατὰ Σαβελλιανῶν, καὶ Ἀρείου, καὶ τῶν Ἀνομοίων. (PG 31, σελ. 600 – 617).
Ασκητικά. Ασκητική προδιατύπωσις. (PG 31, σελ. 620 – 625).
Λόγος ασκητικός, καὶ παραίνεσις περὶ ἀποταγῆς βίου, καὶ τελειώσεως πνευματικῆς. (PG 31, σελ. 625 – 648).
Λόγος περί ασκήσεως, πῶς δεῖ κοσμεῖσθαι τὸν μοναχόν. (PG 31, σελ. 648 – 652).
Προοίμιον. Περί κρίματος Θεού. (PG 31, σελ. 653 – 676).
Περί πίστεως. (PG 31, σελ. 677 – 692).
ΗΘΙΚΑ (PG 31, σελ. 692 – 869).
Πίναξ των ηθικών κανόνων. (PG 31, σελ. 692 – 700).
ΑΡΧΗ ΤΩΝ ΗΘΙΚΩΝ
Λόγος ασκητικός. (PG 31, σελ. 869 – 881).
Λόγος ασκητικός. (PG 31, σελ. 881 – 888).
ΟΡΟΙ ΚΑΤΑ ΠΛΑΤΟΣ
Προοίμιον. (PG 31, σελ. 889 – 901).
Κεφάλαια των κατά πλάτος όρων. (PG 31, σελ. 901 – 905).
ΟΡΟΙ ΚΑΤΑ ΠΛΑΤΟΣ (κατ’ ερώτησιν και απόκρισιν). (PG 31, σελ. 905 – 1.052).
Ομιλία ΙΑ’. Περί φθόνου. (PG 31, σελ. 372 – 385).
Ομιλία ΙΒ’. Εις την αρχήν των παροιμιών. (PG 31, σελ. 385 – 424).
Ομιλία ΙΓ’. Προτρεπτικὴ εἰς τὸ ἅγιον βάπτισμα. (PG 31, σελ. 424 – 444).
Ομιλία ΙΔ’. Κατά μεθυόντων. (PG 31, σελ. 444 – 464).
Ομιλία ΙΕ’. Περὶ πίστεως. (PG 31, σελ. 464 – 472).
Ομιλία Ις’. Εις το, «Εν αρχή ην ο Λόγος» . (PG 31, σελ. 472 – 481).
Ομιλία ΙΖ’. Εις Βαρλαάμ μάρτυρα. (PG 31, σελ. 484 – 489).
Ομιλία ΙΗ’. Εις Γόρδιον τον μάρτυρα. (PG 31, σελ. 489 – 508).
Ομιλία ΙΘ’. Εἰς τοὺς ἁγίους τεσσαράκοντα μάρτυρας. (PG 31, σελ. 508 – 525).
Ομιλία Κ’. Περί ταπεινοφροσύνης. (PG 31, σελ. 525 – 540).
Ομιλία ΚΑ’. Περὶ τοῦ μὴ προσηλῶσθαι τοῖς βιωτικοῖς, καὶ περὶ τοῦ γενομένου ἐμπρησμοῦ ἔξωθεν τῆς Ἐκκλησίας. (PG 31, σελ. 540 – 564).
Ομιλία ΚΒ’. Προς τους νέους. Όπως αν εξ Ελληνικών ωφέλοιντο λόγων. (PG 31, σελ. 564 – 589).
Ομιλία ΚΓ’. Εις τον άγιον μάρτυρα Μάμαντα. (PG 31, σελ. 589 – 600).
Ομιλία ΚΔ’. Κατὰ Σαβελλιανῶν, καὶ Ἀρείου, καὶ τῶν Ἀνομοίων. (PG 31, σελ. 600 – 617).
ΑΣΚΗΤΙΚΑ
Ασκητικά. Ασκητική προδιατύπωσις. (PG 31, σελ. 620 – 625).
Λόγος ασκητικός, καὶ παραίνεσις περὶ ἀποταγῆς βίου, καὶ τελειώσεως πνευματικῆς. (PG 31, σελ. 625 – 648).
Λόγος περί ασκήσεως, πῶς δεῖ κοσμεῖσθαι τὸν μοναχόν. (PG 31, σελ. 648 – 652).
Προοίμιον. Περί κρίματος Θεού. (PG 31, σελ. 653 – 676).
Περί πίστεως. (PG 31, σελ. 677 – 692).
ΗΘΙΚΑ (PG 31, σελ. 692 – 869).
Πίναξ των ηθικών κανόνων. (PG 31, σελ. 692 – 700).
ΑΡΧΗ ΤΩΝ ΗΘΙΚΩΝ
- Όρος Α’. Ὅτι δεῖ τοὺς πιστεύοντας τῷ Κυρίῳ μετανοῆσαι πρῶτον, κατὰ τὸ κήρυγμα Ἰωάννου, καὶ αὐτοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ· χεῖρον γὰρ τῶν πρὸ τοῦ Εὐαγγελίου κατακριθέντων οἱ νῦν μὴ μετανοοῦντες κατακρίνονται.
- Όρος Β’. Ὅτι ἀδύνατον δουλεῦσαι Θεῷ τὸν καὶ τοῖς ἀλλοτρίοις τῆς θεοσεβείας ἐπιμιγνύμενον πράγμασιν.
- Όρος Γ’. Ὅτι πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολὴ ἐν τῷ νόμῳ ὑπὸ τοῦ Κυρίου ἐμαρτυρήθη, ἀγαπᾷν τὸν Θεὸν ἐξ ὅλης τῆς καρδίας· καὶ δευτέρα, ἀγαπᾷν τὸν πλησίον ὡς ἑαυτόν.
- Όρος Δ’. Ὅτι τιμᾷ καὶ δοξάζει τὸν Θεὸν ὁ τὸ θέλημα αὐτοῦ ἐργαζόμενος· ἀτιμάζει δὲ, ὁ παραβαίνων αὐτοῦ τὸν νόμον.
- Όρος Ε’. Ὅτι δεῖ, παντὸς μίσους πρὸς πάντας καθαρεύοντα, καὶ τοὺς ἐχθροὺς ἀγαπᾷν· ὑπὲρ δὲ τῶν φίλων τὴν ψυχὴν τιθέναι, ὅταν χρεία καλῇ, τοιαύτην ἔχοντα ἀγάπην, οἵαν ἔσχε πρὸς ἡμᾶς ὁ Θεὸς, καὶ ὁ Χριστὸς αὐτοῦ.
- Όρος ς’. Ὅτι δεῖ ἀφόβως καὶ ἀνεπαισχύντως παῤῥησιάζεσθαι ἐν τῇ ὁμολογίᾳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν λόγων αὐτοῦ.
- Όρος Ζ’. Ὅτι, κἂν δοκῇ τις ὁμολογεῖν τὸν Κύριον, καὶ ἀκούῃ τῶν λόγων αὐτοῦ, ἀπειθῇ δὲ ταῖς ἐντολαῖς αὐτοῦ, κατακέκριται, κἂν ἐν χαρίσμασι πνευματικοῖς διά τινα οἰκονομίαν γενέσθαι συγχωρηθῇ.
- Όρος Η’. Ὅτι οὐ δεῖ διακρίνεσθαι καὶ διστάζειν ἐπὶ τοῖς ὑπὸ τοῦ Κυρίου λεγομένοις, ἀλλὰ πεπληροφορῆσθαι πᾶν ῥῆμα Θεοῦ ἀληθὲς εἶναι καὶ δυνατὸν, κἂν ἡ φύσις μάχηται. Ἐνταῦθα γὰρ καὶ ὁ ἀγὼν τῆς πίστεως.
- Όρος Θ’. Ὅτι οὐ δεῖ ἀμελεῖν τῆς τῶν ἐπιβαλλόντων γνώσεως· μετὰ προσοχῆς δὲ τῶν τοῦ Κυρίου λόγων ἀκούοντα συνιέναι, καὶ ποιεῖν τὸ θέλημα αὐτοῦ.
- Όρος Ι’. Ὅτι τέλος ἁμαρτίας θάνατος.
- Όρος ΙΑ’. Ὅτι οὐ δεῖ καταφρονεῖν κριμάτων Θεοῦ, ἀλλὰ φοβεῖσθαι, κἂν μὴ παραυτίκα τὴν ἀνταπόδοσιν ἔχῃ.
- Όρος ΙΒ’. Ὅτι πᾶσα ἀντιλογία, κἂν ἐκ φιλικῆς καὶ εὐλαβοῦς διαθέσεως γένηται, ἀπαλλοτριοῖ τοῦ Κυρίου τὸν ἀντιλέγοντα· πᾶν δὲ ῥῆμα Κυρίου μετὰ πάσης πληροφορίας καταδέχεσθαι δεῖ.
- Όρος ΙΓ’. Ὅτι δεῖ νήφειν ἀεὶ, καὶ ἕτοιμον εἶναι ἐν τῇ σπουδῇ τῶν κατορθωμάτων τοῦ Θεοῦ, γνωρίζοντα τῆς ἀναβολῆς τὸ ἐπικίνδυνον.
- Όρος ΙΔ’. Ὅτι οὐ δεῖ τὰ ἀνοίκεια μιγνύναι, ἀλλ’ ἑκάστου τῶν γινομένων ἢ λεγομένων τὸν ἴδιον καιρὸν γνωρίζειν.
- Όρος ΙΕ’. Ὅτι οὐ δεῖ τοῖς ἄλλων κατορθώμασιν ἐλπίζοντα, τῶν καθ’ ἑαυτὸν ἀμελεῖν.
- Όρος Ις’. Ὅτι οὐδὲν ὠφελοῦνται οἱ συζῶντες τοῖς ἀρέσκουσι τῷ Θεῷ, καὶ τὸ ἑαυτῶν φρόνημα μὴ κατορθοῦντες, κἂν κατὰ τὸ φαινόμενον σώζωσι τὴν πρὸς αὐτοὺς ὁμοιότητα.
- Όρος ΙΖ’. Ὅτι δεῖ, τὸν ἐνεστῶτα καιρὸν ἀπὸ τῶν δεδηλωμένων ἡμῖν παρὰ τῆς Γραφῆς ἰδιωμάτων γνωρίζοντας, ὁποῖός ἐστιν, ἐστοχασμένως τούτου τὰ καθ’ ἑαυτοὺς διατιθέναι.
- Όρος ΙΗ’. Ὅτι δεῖ τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ οὕτω ποιεῖν, ὡς ὁΚύριος προσέταξεν. Ὁ γὰρ περὶ τὸν τρόπον τῆς ἐργασίας διαπταίων, κἂν δόξῃ ποιεῖν τὴν ἐντολὴν, ἀδόκιμός ἐστι παρὰ τῷ Θεῷ.
- Όρος ΙΘ’. Ὅτι οὐ δεῖ ἐμποδίζειν τῷ ποιοῦντι θέλημα Θεοῦ, εἴτε κατ’ ἐντολὴν Θεοῦ, εἴτε κατὰ λόγον ἀκολουθοῦντα τῇ ἐντολῇ· οὔτε μὴν ποιοῦντα ἀνέχεσθαι τῶν κωλυόντων, κἂν γνήσιοι ὦσιν, ἀλλ’ ἐπιμένειν τῇ κρίσει.
- Όρος Κ’. Ὅτι δεῖ τοὺς πιστεύοντας τῷ Κυρίῳ βαπτίζεσθαι εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς, καὶ τοῦ Υἱοῦ, καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
- Όρος ΚΑ’. Ὅτι ἀναγκαία καὶ πρὸς αὐτὴν τὴν αἰώνιον ζωὴν ἡ μετάληψις τοῦ σώματος καὶ αἵματος τοῦ Χριστοῦ.
- Όρος ΚΒ’. Ὅτι ἡ ἐργασία τῆς ἁμαρτίας ἀπαλλοτριοῖ τοῦ Κυρίου, καὶ προσοικειοῖ τῷ διαβόλῳ.
- Όρος ΚΓ’. Ὅτι ὁ ἄκων ἑλκόμενος ὑπὸ ἁμαρτίας ὀφείλει γνωρίζειν ἑαυτὸν ὑφ’ ἑτέρας προενυπαρχούσης κρατούμενον ἁμαρτίας, ᾗ ἑκὼν δουλεύων, ἄγεται λοιπὸν ὑπ’ αὐτῇ καὶ ἐφ’ ἃ μὴ θέλει.
- Όρος ΚΔ’. Ὅτι οὐ δεῖ ψεύδεσθαι, ἀλλ’ ἀληθεύειν ἐν παντί.
- Όρος ΚΕ’. Ὅτι οὐ δεῖ ζητήσεις ἀνωφελεῖς ἢ ἐμφιλονείκους ποιεῖσθαι.
- Όρος Κς’. Ὅτι δεῖ πᾶν ῥῆμα ἢ πρᾶγμα πιστοῦσθαι τῇ μαρτυρίᾳ τῆς θεοπνεύστου Γραφῆς εἰς πληροφορίαν μὲν τῶν ἀγαθῶν, ἐντροπὴν δὲ τῶν πονηρῶν.
- Όρος ΚΖ’. Ὅτι οὐ δεῖ τοῖς ἀλλοτρίοις τῆς τοῦ Κυρίου διδασκαλίας ἐξομοιοῦσθαι· μιμεῖσθαι δὲ τὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἁγίους αὐτοῦ κατὰ τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν παρ’ αὐτοῦ δύναμιν.
- Όρος ΚΗ’. Ὅτι οὐ δεῖ ἁπλῶς, οὐδὲ ἀνεξετάστως ὑπὸ τῶν ὑποκρινομένων τὴν ἀλήθειαν συναρπάζεσθαι· ἀπὸ δὲ τοῦ δεδομένου ἡμῖν παρὰ τῆς Γραφῆς χαρακτῆρος γνωρίζειν ἕκαστον.
- Όρος ΚΘ’. Ὅτι δεῖ ἕκαστον διὰ τῶν οἰκείων ἔργων πιστοῦσθαι τὸ ἑαυτοῦ ἐπάγγελμα.
- Όρος Λ’. Ὅτι οὐ δεῖ τὰ ἅγια τῇ ἐπιμιξίᾳ τῶν πρὸς τὴν κοινὴν χρείαν καθυβρίζειν.
- Όρος ΛΑ’. Ὅτι οὐ δεῖ τὰ τοῖς ἀνακειμένοις τῷ Θεῷ ἀφωρισμένα εἰς ἑτέρους ἀναλίσκειν, εἰ μή τι ἂν ἐκ τοῦ περισσεύματος.
- Όρος ΛΒ’. Ὅτι δεῖ τὰ ἐπιβάλλοντα ἑκάστῳ εὐγνωμόνως ἀποδιδόναι.
- Όρος ΛΓ’. Ὅτι οὐ δεῖ σκανδαλίζειν.
- Όρος ΛΔ’. Ὅτι δεῖ τύπον τῶν καλῶν προκεῖσθαι τοῖς ἄλλοις, ἕκαστον ἐν τῷ ἰδίῳ μέτρῳ.
- Όρος ΛΕ’. Ὅτι οἱ τὸν καρπὸν τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐν τινι ὁρῶντες πανταχού τὸ ὁμαλὸν τῆς θεοσεβείας σώζοντα, καὶ μὴ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι ἀνατιθέντες, ἀλλὰ τῷ ἐναντίῳ ἐπιφημίζοντες, εἰς αὐτὸ τὸ ἅγιον Πνεῦμα βλασφημοῦσιν.
- Όρος Λς’. Ὅτι τοὺς φυλάσσοντας τὸν τύπον τῆς τοῦ Κυρίου διδασκαλίας μετὰ πάσης σπουδῆς καὶ τιμῆς δέχεσθαι δεῖ εἰς δόξαν αὐτοῦ τοῦ Κυρίου· ὁ δὲ μὴ ἀκούσας, μηδὲ δεξάμενος, κατακρίνεται.
- Ομιλία ΛΖ’. Ὅτι ἡ κατὰ δύναμιν, κἂν ᾖ ἐν τοῖς ἐλαχίστοις, προθυμία εὐπρόσδεκτός ἐστι τῷ Θεῷ, κἂν παρὰ γυναικῶν ᾖ.
- Όρος ΛΗ’. Ὅτι δεῖ τὸν Χριστιανὸν καὶ τὴν εἰς τοὺς ἀδελφοὺς δεξίωσίν ἀθόρυβον καὶ λιτοτέραν ποιεῖσθαι.
- Όρος ΛΘ’. Ὅτι οὐ δεῖ εὐμετάθετον εἶναι, ἀλλὰ ἑδραῖον ἐν τῇ πίστει, καὶ ἀμετάθετον ἀπὸ τῶν ἐν Κυρίῳ καλῶν.
- Όρος Μ’. Ὅτι οὐ δεῖ ἑτεροδιδασκαλούντων ἀνέχεσθαι, κἂν σχηματίζωνται πρὸς ἀπάτην ἢ ἔλεγχον τῶν ἀβεβαίων.
- Όρος ΜΑ’. Ὅτι δεῖ πᾶν τὸ σκανδαλίζον ἐκκόπτειν, κἂν οἰκειότατόν τι καὶ ἀναγκαιότατον εἶναι δοκῇ.
- Όρος ΜΒ’. Ὅτι οὐ δεῖ νομίζειν ἐπὶ καταλύσει τοῦ νόμου καὶ τῶν προφητών τὸν Κύριον ἐληλυθέναι, ἀλλ’ ἐπὶ πληρώσει καὶ προσθήκῃ τῶν τελειοτέρων.
- Όρος ΜΓ’. Ὅτι ὡς νόμος τὰς πράξεις ἀπαγορεύει τὰς φαύλας, οὕτω τὸ Εὐαγγέλιον αὐτὰ τὰ κεκρυμμένα πάθη τῆς ψυχῆς.
- Όρος ΜΔ’. Ὅτι ὁ ζυγὸς τοῦ Χριστοῦ χρηστὸς, καὶ τὸ φορτίον αὐτοῦ ἐλαφρόν ἐστιν εἰς ἀνάπαυσιν τῶν καταδεχομένων· πάντα δὲ τὰ ἀλλότρια τῆς κατὰ τὸ Εὐαγγέλιον διδασκαλίας βαρέα καὶ φορτικά.
- Όρος ΜΕ’. Ὅτι ἀδύνατον καταξιωθῆναι βασιλείας οὐρανῶν τοὺς μὴ παιδίων πρὸς ἄλληλα ἰσοτιμίαν ἐν ἀλλήλοις μιμουμένους.
- Όρος Μς’. Ὅτι ἐξ ἀντιπαραθέσεως τῆς ἐπὶ τοῖς ἐλάττοσι φυλαττομένης ἀκολουθίας τὴν ἐπὶ τοῖς μείζοσι σπουδὴν ἀπαιτούμεθα.
- Όρος ΜΖ’. Ὅτι οὐ δεῖ θησαυρίζειν ἑαυτῷ ἐπὶ τῆς γῆς, ἀλλ’ ἐν οὐρανῷ· καὶ τις ὁ τρόπος τοῦ ἐν οὐρανῷ θησαυρίζειν.
- Όρος ΜΗ’. Ὅτι δεῖ ἐλεήμονα καὶ εὐμετάδοτον εἶναι· κατηγοροῦνται γὰρ οἱ μὴ τοιούτοι.
- Όρος ΜΘ’. Ὅτι οὐ χρὴ δικάζεσθαι οὐδὲ περὶ αὐτῶν τῶν πρὸς τὴν ἀναγκαίαν σκέπην τῷ σώματι περικειμένων.
- Όρος Ν’. Ὅτι δεῖ συμβιβάζειν καὶ ἑτέρους εἰς εἰρήνην τὴν ἐν Χριστῷ.
- Όρος ΝΑ’. Ὅτι δεῖ πρότερον ἑαυτὸν διορθοῦσθαι ἐφ’ ᾡτινιοῦν ἐλαττώματι, καὶ τότε ἑτέρῳ ἐγκαλεῖν.
- Όρος ΝΒ’. Ὅτι οὐ χρὴ ἀδιαφορεῖν ἐπὶ τοῖς ἁμαρτάνουσι, λυπεῖσθαι δὲ καὶ πενθεῖν ἐπ’ αὐτοῖς.
- Όρος ΝΓ’. Ὅτι οὐ δεῖ τὸν Χριστιανὸν μνησικακεῖν, ἀλλ’ ἀπὸ καρδίας ἀφιέναι τοῖς εἰς αὐτὸν ἡμαρτηκόσιν.
- Όρος ΝΔ’. Ὅτι οὐ δεῖ κρίνειν ἀλλήλους ἐπὶ τοῖς ὑπὸ τῆς Γραφῆς συγκεχωρημένοις.
- Όρος ΝΕ’. Ὅτι δεῖ εἰδέναι καὶ ὁμολογεῖν παντὸς ἀγαθοῦ τὴν χάριν, καὶ αὐτῶν τῶν ὑπὲρ Χριστοῦ παθημάτων τὴν ὑπομονὴν παρὰ Θεοῦ ὑπάρχειν.
- Όρος Νς’. Ὅτι δεῖ προσκαρτερεῖν ταῖς προσευχαῖς καὶ ταῖς ἀγρυπνίαις.
- Όρος ΝΖ’. Ὅτι οὐ δεῖ μεγαλοφρονεῖν ἐφ’ ἑαυτῷ ἐν τοῖς κατορθώμασι, καὶ ἐξουθενεῖν τοὺς λοιπούς.
- Όρος ΝΗ’. Ὅτι οὐ δεῖ νομίζειν δωρεὰν Θεοῦ διὰ χρημάτων ἢ καὶ δι’ ἄλλης τινὸς ἐπινοίας κτᾶσθαι.
- Όρος ΝΘ’. Ὅτι οὐ δεῖ τὸν Χριστιανὸν προσπάσχειν τῇ ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων δόξῃ, οὔτε ἀντέχεσθαι τιμῆς ὑπερβαλλούσης, ἀλλὰ καὶ διορθοῦσθαι τοὺς οὕτω τιμῶντας, ἢ πλέον περὶ αὐτοῦ φρονοῦντας.
- Όρος Ξ’. Ὅτι, τῶν χαρισμάτων τοῦ Πνεύματος διαφόρων ὑπαρχόντων, καὶ οὔτε ἑνὸς δυναμένου τὰ πάντα ὑποδέξασθαι, οὔτε πάντων τὸ αὐτὸ, δεῖ σωφρόνως καὶ εὐχαρίστως ἕκαστον ἐμμένειν τῷ δεδομένῳ, καὶ συμφωνεῖν ἀλλήλοις τοὺς πάντας ἐν ἀγάπῃ Χριστοῦ, ὥσπερ μέλη ἐν σώματι· ὥστε τὸν ὑποβεβηκότα ἐν τοῖς χαρίσμασι συγκρίσει τοῦ ὑπερέχοντος αὐτῷ μὴ ἀπογινώσκειν, μήτε μὴν τὸν μείζονα καταφρονεῖν τοῦ ἐλάττονος. Οἱ γὰρ διαμεμερισμένοι καὶ διαστασιάζοντες καταλύσεως ἄξιοι.
- Όρος ΞΑ’. Ὅτι οὐ δεῖ ἐξουθενεῖν τοὺς συνεργοῦντας τὴν χάριν τοῦ Κυρίου, εἰς τὴν εὐτέλειαν αὐτῶν ἀφορῶντας. Ἐν τούτοις γὰρ μάλιστα εὐδοκεῖ ὁ Θεός.
- Όρος ΞΒ’. Ὅτι τοὺς πιστεύσαντας τῷ Θεῷ, καὶ βαπτισθέντας, εὐθὺς παρασκευάζεσθαι δεῖ πρὸς τοὺς πειρασμοὺς, καὶ παρ’ αὐτῶν τῶν οἰκείων, μέχρι θανάτου. Ὁ γὰρ μὴ οὕτως ἑτοιμασάμενος, αἰφνίδιον τῆς περιστάσεως καταλαβούσης, εὐκόλως διασαλεύεται.
- Όρος ΞΓ’. Ὅτι οὐ δεῖ τὸν Χριστιανὸν φοβεῖσθαι, καὶ ἀγωνιᾷν ἐν ταῖς περιστάσεσι, μετεωριζόμενον ἀπὸ τῆς ἐν Θεῷ πεποιθήσεως· θαῤῥεῖν δὲ, ὡς τοῦ Κυρίου παρόντος, καὶ τὰ κατ’ αὐτὸν οἰκονομοῦντος, καὶ πρὸς πάντας ἐνδυναμοῦντος, καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος διδάσκοντος μέχρι καὶ ἀποκρίσεως τῆς πρὸς τοὺς ὑπεναντίους.
- Όρος ΞΔ’. Ὅτι δεῖ χαίρειν πᾶν ὁτιοῦν πάσχοντα μέχρι θανάτου ἕνεκεν τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου καὶ τῶν ἐντολῶν αὐτοῦ.
- Όρος ΞΕ’. Ὅτι δεῖ καὶ ἐν αὐτῇ τῇ ἐξόδῳ προσεύχεσθαι τὰ πρέποντα.
- Όρος Ξς’. Ὅτι οὐ δεῖ ἐγκαταλιμπάνειν τοὺς ὑπὲρ εὐσεβείας ἀγωνιζομένους.
- Όρος ΞΖ’. Ὅτι τῶν πληροφορίαν ἐχόντων τῆς ἐκ νεκρῶν ἀναστάσεως, ἀλλότριον τὸ λυπεῖσθαι ἐπὶ τοῖς κεκοιμημένοις.
- Όρος ΞΗ’. Ὅτι οὐ δεῖ τὰ ἰδιώματα τοῦ αἰῶνος τούτου καὶ μετὰ τὴν ἀνάστασιν προσδοκᾷν, ἀλλὰ ἀγγελικὸν καὶ ἀπροσδεῆ βίον εἰδέναι ἐν τῷ μέλλοντι αἰῶνι.
- Όρος ΞΘ’. Ὅσα κατὰ συνάφειαν ἀπαγορεύονται, καὶ ἀπόφασιν δέχεται ἀπειλῆς.
- Όρος Ο’. Ὅτι δεῖ τοὺς ἐγκεχειρισμένους τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου μετὰ δεήσεως καὶ εὐχῆς καθίστασθαι, εἴτε διακόνους, εἴτε πρεσβυτέρους, ἀνεγκλήτους, καὶ δοκίμους τὸν πρότερον βίον.
- Όρος ΟΑ’. Ὅσα κατὰ συνάφειαν εἴρηται περὶ ἐπισκόπων καὶ πρεσβυτέρων.
- Όρος ΟΒ’. Περὶ ἀκροατῶν. Ὅτι δεῖ τῶν ἀκροατῶν τοὺς πεπαιδευμένους τὰς Γραφὰς, δοκιμάζειν τὰ παρὰ τῶν διδασκάλων λεγόμενα· καὶ τὰ μὲν σύμφωνα ταῖς Γραφαῖς δέχεσθαι, τὰ δὲ ἀλλότρια ἀποβάλλειν· καὶ τοὺς τοιούτοις διδάγμασιν ἐπιμένοντας ἀποστρέφεσθαι σφοδρότερον.
- Όρος ΟΓ’. Ὅτι οὐ δεῖ ἄνδρα ἀπὸ γυναικὸς, ἢ γυναῖκα ἀπὸ ἀνδρὸς χωρίζεσθαι, εἰ μή τις ἂν ἐπὶ πορνείᾳ ἁλῷ, ἢ εἰς τὴν θεοσέβειαν κωλύηται.
- Όρος ΟΔ’. Ὅτι δεῖ τὴν χήραν, τὴν ἰσχυροτέρῳ τῷ σώματι χρωμένην, ἐν φροντίδι καὶ σπουδῇ διάγειν, μεμνημένην τῶν ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου εἰρημένων, καὶ τῇ Δορκάδι μεμαρτυρημένω
- Όρος ΟΕ’. Ὅτι χρὴ τοὺς δούλους ὑπακούειν τοῖς κατὰ σάρκα κυρίοις εἰς δόξαν Θεοῦ μετὰ πάσης εὐνοία· ἐν οἷς ἂν ἐντολὴ Θεοῦ οὐ λύηται.
- Όρος Ος’. Ὅτι δεῖ τὰ τέκνα τιμᾷν τοὺς γονεῖς, καὶ ὑπακούειν ἐν πᾶσιν αὐτοῖς, ἐν οἷς ἂν ἐντολὴ Θεοῦ μὴ ἐμποδίζηται.
- Όρος ΟΖ’. Ὅτι δεῖ τὰς παρθένους ἀπηλλάχθαι πάσης μερίμνης τοῦ ἐνεστῶτος αἰῶνος, πρὸς τὸ δύνασθαι ἀπερι σπάστως τῷ Θεῷ εὐχαριστεῖν κατά τε νοῦν καὶ σῶμα, ἐπ’ ἐλπίδι τῆς βασιλείας τῶν οὐρα νῶν.
- Όρος ΟΗ’. Ὅτι οὐκ ἔξεστι τοῖς στρατευομένοις διασείειν ἢ συκοφαντεῖν.
- Όρος ΟΘ’. Ὅτι δεῖ τοὺς ἄρχοντας ἐκδίκους εἶναι τῶν δικαιωμάτων τοῦ Θεοῦ.
- Όρος Π’. Ποταποὺς εἶναι βούλεται ὁ λόγος τοὺς Χριστιανοὺς, ὡς μαθητὰς Χριστοῦ, πρὸς μόνα τυπουμένους, ἃ βλέπουσιν ἐν αὐτῷ, ἢ ἀκούουσι παρ’ αὐτοῦ.
Λόγος ασκητικός. (PG 31, σελ. 869 – 881).
Λόγος ασκητικός. (PG 31, σελ. 881 – 888).
ΟΡΟΙ ΚΑΤΑ ΠΛΑΤΟΣ
Προοίμιον. (PG 31, σελ. 889 – 901).
Κεφάλαια των κατά πλάτος όρων. (PG 31, σελ. 901 – 905).
ΟΡΟΙ ΚΑΤΑ ΠΛΑΤΟΣ (κατ’ ερώτησιν και απόκρισιν). (PG 31, σελ. 905 – 1.052).
- Ερώτησις αʹ. Περὶ τάξεως καὶ ἀκολουθίας τῆς ἐν ταῖς ἐντολαῖς τοῦ Κυρίου.
- Ερώτησις βʹ. Περὶ τῆς πρὸς Θεὸν ἀγάπης, καὶ ὅτι κατὰ φύσιν ἐν ἀνθρώποις ἡ πρὸς τὰς ἐντολὰς τοῦ Κυρίου ῥοπὴ καὶ δύναμις.
- Ερώτησις γʹ. Περὶ τῆς τῶν πλησίον ἀγάπης.
- Ερώτησις δʹ. Περὶ φόβου Θεοῦ.
- Ερώτησις εʹ. Περὶ τοῦ κατὰ διάνοιαν ἀμετεωρίστου.
- Ερώτησις ςʹ. Ὅτι ἀναγκαῖον τὸ ἰδιάζειν.
- Ερώτησις ζʹ. Περὶ τοῦ δεῖν τοῖς ὁμόφροσι πρὸς τὸν σκοπὸν τῆς πρὸς Θεὸν εὐαρεστήσεως συζῇν· καὶ ὅτι δύσκολον ὁμοῦ καὶ ἐπικίνδυνον τὸ μονάζειν.
- ηʹ Περὶ ἀποταγῆς.
- Ερώτησις θʹ. Περὶ τοῦ μὴ δεῖν τοῖς κατὰ σάρκα οἰκείοις προσαφιέναι τὰ ἑαυτῷ διαφέροντα.
- Ερώτησις ιʹ. Περὶ τοῦ τίνας δεῖ τῶν προσιόντων τῇ κατὰ Θεὸν ζωῇ προσδέχεσθαι, καὶ πότε, ἢ πῶς.
- Ερώτησις ιαʹ. Περὶ δούλων.
- Ερώτησις ιβʹ. Ὅπως χρὴ τοὺς ἐν συζυγίᾳ προσδέχεσθαι.
- Ερώτησις ιγʹ. Ὅτι χρήσιμον τοῖς εἰσαγομένοις καὶ τὸ διὰ σιωπῆς γυμνάσιον.
- Ερώτησις ιδʹ. Περὶ τῶν ἑαυτοὺς τῷ Θεῷ καθομολογησαμένων, εἶτα τὴν ὁμολογίαν ἀθετεῖν ἐπιχειρούντων.
- Ερώτησις ιεʹ. Περὶ παίδων προσλήψεως καὶ ἀγωγῆς, καὶ περὶ ὁμολογίας παρθένων.
- Ερώτησις ιςʹ. Περὶ ἐγκρατείας.
- Ερώτησις ιζʹ. Ὅτι δεῖ καὶ γέλωτος ἐγκρατῶς ἔχειν.
- Ερώτησις ιηʹ. Ὅτι δεῖ πάντων τῶν παρατιθεμένων ἡμῖν ἀπογεύεσθαι.
- Ερώτησις ιθʹ. Τί τὸ μέτρον τῆς ἐγκρατείας.
- Ερώτησις κʹ. Τίς ὁ τρόπος τῆς ἐν βρώμασι δεξιώσεως.
- Ερώτησις καʹ. Πῶς δεῖ περὶ τὰς καθέδρας καὶ τὰς κατακλίσεις ἐν τῷ καιρῷ τῶν ἀρίστων ἢ δείπνων ἔχειν.
- Ερώτησις κβʹ. Τί τὸ πρέπον ἔνδυμα Χριστιανῷ.
- Ερώτησις κγʹ. Περὶ τῆς ζώνης.
- Ερώτησις κδʹ. Περὶ τοῦ τρόπου τῆς μετ’ ἀλλήλων διαγωγῆς.
- Ερώτησις κεʹ. Ὅτι φοβερὸν τὸ κρῖμα τῷ προεστῶτι μὴ ἐλέγχοντι τοὺς ἁμαρτάνοντας.
- Ερώτησις κςʹ. Περὶ τοῦ πάντα καὶ τὰ κρυπτὰ τῆς καρδίας ἀνατίθεσθαι τῷ προεστῶτι.
- Ερώτησις κζʹ. Ὅτι δεῖ καὶ τὸν προεστῶτα ὑπομιμνήσκεσθαι παρὰ τῶν προεχόντων ἐν τῇ ἀδελφότητι, εἴποτε σφαλῇ.
- Ερώτησις κηʹ. Πῶς χρὴ διακεῖσθαι τοὺς πάντας περὶ τὸν ἀπειθῆ.
- Ερώτησις κθʹ. Περὶ τοῦ μετὰ ἐπάρσεως ἢ γογγυσμοῦ ἐργαζομένου.
- Ερώτησις λʹ. Ποταπῇ διαθέσει χρὴ τῶν ἀδελφῶν ἐπιμελεῖσθαι τὸν προεστῶτα.
- Ερώτησις λαʹ. Ὅτι δεῖ καταδέχεσθαι τὴν παρὰ τοῦ προεστῶτος ὑπηρεσίαν.
- Ερώτησις λβʹ. Πῶς δεῖ πρὸς τοὺς κατὰ σάρκα οἰκείους διακεῖσθαι.
- Ερώτησις λγʹ. Τίς ὁ τρόπος τῆς πρὸς ἀδελφὸν συντυχίας.
- Ερώτησις λδʹ. Ποταποὺς χρὴ εἶναι τοὺς τὰ πρὸς τὴν χρείαν οἰκονομοῦντας ἐν τῇ ἀδελφότητι.
- Ερώτησις λεʹ. Εἰ χρὴ ἐν τῇ αὐτῇ κώμῃ πλείονας ἀδελφότητας συγκροτεῖσθαι.
- Ερώτησις λςʹ. Περὶ τῶν ἀναχωρούντων ἀπὸ ἀδελφότητος.
- Ερώτησις λζʹ. Εἰ δεῖ προφάσει τῶν προσευχῶν καὶ τῆς ψαλμῳδίας ἀμελεῖν τῶν ἔργων, καὶ ποῖοι καιροὶ τῆς προσευχῆς ἐπιτήδειοι, καὶ πρῶτον εἰ χρὴ ἐργάζεσθαι.
- Ερώτησις ληʹ. Ποῖαι τέχναι τῷ ἐπαγγέλματι ἡμῶν ἁρμόζουσιν.
- Ερώτησις λθʹ. Πῶς χρὴ ποιεῖσθαι τῶν ἐκ τῆς ἐργασίας τὴν διάπρασιν, καὶ πῶς ἀποδημεῖν.
- Ερώτησις μʹ. Περὶ τῶν ἐν ταῖς συνόδοις πραγματειῶν.
- Ερώτησις μαʹ. Περὶ αὐθεντίας καὶ ὑπακοῆς.
- Ερώτησις μβʹ. Ποίῳ σκοπῷ καὶ ποίᾳ διαθέσει ἐργάζεσθαι δεῖ τοὺς ἐργαζομένους.
- Ερώτησις μγʹ. Ὁποίους εἶναι χρὴ τοὺς προεστῶτας, καὶ πῶς ἄγειν τοὺς συνόντας.
- Ερώτησις μδʹ. Τίσιν ἐπιτρέπειν χρὴ τὰς ἀποδημίας, καὶ πῶς ἐπανιόντας αὐτοὺς ἀνακρίνειν.
- Ερώτησις μεʹ. Ὅτι χρὴ μετὰ τὸν προεστῶτα καὶ ἄλλον εἶναί τινα τὸν δυνάμενον ἐν ἀπουσίᾳ ἢ ἀσχολίᾳ ἐκείνου τῶν ἀδελφῶν ἐπιμελεῖσθαι.
- Ερώτησις μςʹ. Περὶ τοῦ μὴ συγκρύπτειν ἁμάρτημα ἀδελφῷ, ἢ ἑαυτῷ.
- Ερώτησις μζʹ. Περὶ τῶν μὴ καταδεχομένων τὰ παρὰ τοῦ προεστῶτος τυπούμενα.
- Ερώτησις μηʹ. Ὅτι οὐ δεῖ περιεργάζεσθαι τὰς οἰκονομίας τοῦ προεστῶτος, τῷ δὲ ἰδίῳ προσέχειν ἔργῳ.
- Ερώτησις μθʹ. Περὶ τῶν ἀμφισβητουμένων ἐν τῇ ἀδελφότητι.
- Ερώτησις νʹ. Πῶς χρὴ ἐπιτιμᾷν τὸν προεστῶτα.
- Ερώτησις ναʹ. Πῶς δεῖ διορθοῦσθαι τὸ πλημμέλημα τοῦ ἡμαρτηκότος.
- Ερώτησις νβʹ. Μετὰ ποίας διαθέσεως καταδέχεσθαι δεῖ τὰ ἐπιτίμια.
- Ερώτησις νγʹ. Πῶς οἱ τῶν τεχνῶν διδάσκαλοι διορθώσονται τοὺς παῖδας πταίοντας.
- Ερώτησις νδʹ. Περὶ τοῦ τοὺς προεστῶτας τῆς ἀδελφότητος ἀλλήλοις τὰ καθ’ ἑαυτοὺς ἀνατίθεσθαι.
- Ερώτησις νεʹ. Εἰ τοῖς ἐκ τῆς ἰατρικῆς κεχρῆσθαι κατὰ σκοπόν ἐστι τῆς ευσεβείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΤΩΝ ΚΑΤ’ ΕΠΙΤΟΜΗΝ. (PG 31, σελ. 1.052 – 1.305).
- αʹ. Εἰ ἔξεστιν ἢ συμφέρει τινὶ ἑαυτῷ ἐπιτρέπειν, καὶ ποιεῖν ἢ λέγειν ἃ νομίζει καλὰ, ἄνευ τῆς μαρτυρίας τῶν θεοπνεύστων Γραφῶν.
- βʹ. Ποίαν ὁμολογίαν ἀπαιτεῖσθαι δεῖ παρ’ ἀλλήλων τοὺς ἐπὶ τὸ αὐτὸ ζῇν κατὰ Θεὸν βουλομένους.
- γʹ. Τὸν ἁμαρτάνοντα πῶς ἐπιστρέψομεν, ἢ μὴ ἐπιστρέφοντα πῶς ἔχειν χρή.
- δʹ Ἐάν τις καὶ εἰς τὰ μικρὰ ἁμαρτήματα στενοχωρῇ τοὺς ἀδελφοὺς, λέγων ὅτι, Ὀφείλετε μετανοῆσαι, μήποτε καὶ αὐτὸς ἄσπλαγχνός ἐστι, καὶ τὴν ἀγάπην καταλύει.
- εʹ. Πῶς ὀφείλει τις μετανοῆσαι ἐφ’ ἑκάστῳ ἁμαρτήματι.
- ςʹ. Ὁ λόγῳ ὁμολογῶν μετανοεῖν, τὸ δὲ ἁμάρτημα μὴ διορθούμενος, ποταπός ἐστιν.
- ζʹ. Τί τὸ κρῖμα τῶν ἐκδικούντων τοὺς ἁμαρτάνοντας.
- ηʹ. Τὸν μετανοοῦντα γνησίως πῶς προσδέχεσθαι χρή.
- θʹ Πρὸς τὸν ἀμετανόητα ἁμαρτάνοντα πῶς διατεθῶμεν.
- ιʹ. Ψυχὴ ἐν ἁμαρτίαις πολλαῖς ταλαιπωρήσασα μετὰ ποταποῦ φόβου καὶ ποταπῶν δακρύων ὀφείλει ἀναχωρῆσαι τῶν ἁμαρτημάτων.
- ιαʹ. Πῶς κατορθοῖ τις τὸ μῖσος πρὸς τὰ ἁμαρτήματα.
- ιβʹ. Πῶς πληροφορηθῇ ἡ ψυχὴ, ὅτι ἀφῆκεν αὐτῇ ὁ Θεὸς τὰ ἁμαρτήματα.
- ιγʹ. Εἰ χρὴ τὸν μετὰ τὸ βάπτισμα ἐξαμαρτήσαντα ἀπογινώσκειν τῆς ἑαυτοῦ σωτηρίας, ἐν πλήθει κακῶν εὑρεθέντα· ἢ ἕως ποίου μέτρου ἁμαρτιῶν ἐπελπίζειν χρὴ τῇ τοῦ Θεοῦ φιλανθρωπίᾳ διὰ τῆς μετανοίας.
- ιδʹ. Ἐκ ποίων καρπῶν ὀφείλει δοκιμάζεσθαι ἡ ἀληθὴς μετάνοια.
- ιεʹ. Τί ἐστι τὸ, Ποσάκις ἁμάρτῃ εἰς ἐμὲ ὁ ἀδελφός μου, καὶ ἀφήσω αὐτῷ.
- ιςʹ. Διὰ τί ποτὲ μὲν ἡ ψυχὴ καὶ μὴ σπουδάζουσα, αὐτομάτως σχεδὸν ἐμπεσόντος πόνου, κατανύσσεται, ποτὲ δὲ ἄπονος οὕτως ἐστὶν, ὡς καὶ βιαζομένη κατανυγῆναι μὴ δύνασθαι.
- ιζʹ. Ἐάν τις κατὰ νοῦν μνημονεύσῃ τοῦ φαγεῖν, εἶτα καταγνῷ ἑαυτοῦ, εἰ καὶ οὗτος ὡς μεριμνήσας ἐγκληθήσεται.
- ιηʹ. Εἰ χρὴ ἐν ἀδελφότητι τῷ ἐξαμαρτήσαντί ποτε φροντίδα τινὰ ἐγχειρίζειν μετὰ πολλὴν ἄσκησιν· καὶ εἰ χρὴ, ποίαν ταύτην.
- ιθʹ. Ἐάν τις ὑποπτεύηται ἐπὶ ἁμαρτήματι, προφανῶς δὲ τοῦτο μὴ ποιῇ, εἰ δεῖ αὐτὸν ἐπιτηρεῖν, ἵνα καὶ ἐφευρεθῇ ὃ ὑποπτεύεται.
- κʹ. Εἰ χρὴ τὸν ἐν ἁμαρτίαις ἐξετασθέντα φεύγειν τὴν πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους κοινωνίαν, ἢ καὶ πρὸς τοὺς κακῶς ζῶντας διακρίνεσθαι.
- καʹ. Πόθεν ὁ μετεωρισμὸς καὶ οἱ διαλογισμοί· καὶ πῶς αὐτοὺς διορθωσόμεθα.
- κβʹ. Πόθεν αἱ νυκτεριναὶ φαντασίαι αἱ ἀπρεπεῖς γίνονται.
- κγʹ. Ἕως ποίων ῥημάτων ἡ ἀργολογία κρίνεται.
- κδʹ. Τί ἐστι λοιδορία.
- κεʹ. Τί ἐστι καταλαλιά.
- κςʹ. Ὁ καταλαλῶν ἀδελφοῦ, ἢ ἀκούων καταλαλοῦντος, καὶ ἀνεχόμενος, τίνος ἐστὶν ἄξιος.
- κζʹ. Ἐὰν δὲ τοῦ προεστῶτος καταλαλήσῃ, πῶς αὐτῷ προσέξομεν.
- κηʹ. Περὶ τοῦ θρασυτέρᾳ φωνῇ καὶ ῥήμασι θρασέσιν ἀποκρινομένου.
- κθʹ. Ποίῳ τρόπῳ δυνηθῇ τις μὴ ὀργίζεσθαι.
- λʹ. Πῶς ἐκκόψομεν τὸ πάθος τῆς ἐπιθυμίας τῆς κακῆς.
- λαʹ. Εἰ καθόλου γελᾷν οὐκ ἔξεστιν.
- λβʹ. Ὁ ἄκαιρος καὶ ἄμετρος νυσταγμὸς πόθεν, καὶ πῶς αὐτὸν ἀποθώμεθα.
- λγʹ. Πῶς ἐλέγχεται ὁ ἀνθρωπάρεσκος.
- λδʹ. Πῶς φύγῃ τις τὸ πάθος τῆς ἀνθρωπαρεσκείας.
- λεʹ. Πῶς γνωρίζεται ὁ ὑπερήφανος, ἢ πῶς θεραπεύεται.
- λςʹ. Εἰ χρὴ τιμὴν ἐπιζητεῖν.
- λζʹ. Ὁ ὀκνηρὸς πρὸς τὴν ἐντολὴν ποίῳ τρόπῳ σπουδὴν δυνηθῇ ἀναλαβεῖν.
- ληʹ. Ἐὰν ἐπιταχθῇ ἀδελφὸς, καὶ ἀντείπῃ, ὕστερον δὲ ἀφ’ ἑαυτοῦ ἀπέλθῃ.
- λθʹ. Ἐὰν δὲ ὑπακούσας τις γογγύσῃ.
- μʹ. Ἐὰν δὲ ἀδελφὸς ἀδελφὸν λυπήσῃ, πῶς ὀφείλει διορθώσασθαι.
- μαʹ. Ἐὰν δὲ μὴ ἀνέχηται ἀπολογήσασθαι.
- μβʹ. Ἐὰν δὲ ἀπολογουμένου τοῦ λυπήσαντος, μὴ θέλῃ διαλλαγῆναι ὁ λυπηθείς.
- μγʹ. Πῶς ὀφείλει τις προσέχειν τῷ εἰς προσευχὴν ἐξυπνίζοντι.
- μδʹ. Ἐὰν δὲ στυγνάσῃ ὁ ἐξυπνισθεὶς εἰς εὐχὴν, ἢ καὶ ὀργισθῇ, τίνος ἐστὶν ἄξιος.
- μεʹ. Περὶ τοῦ ἀμελοῦντος τῆς γνώσεως τῶν τοῦ Θεοῦ θελημάτων, ἵνα μὴ πλέον κολασθῇ, ὡς γνοὺς καὶ μὴ ποιήσας.
- μςʹ. Ὁ ἑτέρου ἀνεχόμενος εἰς τὸ ποιῆσαι ἁμαρτίαν, εἰ ἔνοχός ἐστι τῆς ἁμαρτίας.
- μζʹ. Εἰ δεῖ τοῖς ἁμαρτάνουσιν ἐφησυχάζειν.
- μηʹ. Ἡ πλεονεξία μέχρι τίνος κρίνεται.
- μθʹ. Τί ἐστι τὸ περπερεύεσθαι.
- νʹ. Ἐάν τις τὰ μὲν πολυτελέστερα τῆς ἐσθῆτος ἀπωθῆται, αὐτὸ δὲ τὸ εὐτελὲς, εἴτε ἱμάτιον, εἴτε ὑπόδημα, οἱονεὶ θέλῃ ἵνα πρέπῃ αὐτῷ, εἰ ἁμαρτάνει, ἢ ποῖον πάθος νοσεῖ.
- ναʹ. Τί ἐστι Ῥακά.
- νβʹ. Τίς ὁ κενόδοξος, καὶ τίς ὁ ἀνθρωπάρεσκος.
- νγʹ. Τίς ἐστιν ὁ μολυσμὸς τῆς σαρκός· καὶ τίς ὁ μο λυσμὸς τοῦ πνεύματος· καὶ πῶς αὐτῶν καθαρεύσομεν· ἢ τίς ὁ ἁγιασμὸς, καὶ πῶς αὐτὸν κτησόμεθα.
- νδʹ. Τι ἐστι φιλαυτία, καὶ πῶς γνωρίσει ἑαυτὸν ὁ φίλαυτος.
- νεʹ. Ποία διαφορὰ πικρίας καὶ θυμοῦ, καὶ ὀργῆς, καὶ παροξυσμοῦ.
- νςʹ Τίς ἐστιν ὁ ὑψηλόφρων, καὶ τίς ὁ ἀλαζὼν, καὶ τίς ὁ ὑπερήφανος· τίς δὲ ὁ τετυφωμένος, καὶ ὁ πεφυσιωμένος.
- νζʹ. Ἐάν τις ἐλάττωμα ἔχῃ ἀδιόρθωτον, καὶ συνεχέστερον καταγινωσκόμενος βλάπτηται, εἰ συμφέρει μᾶλλον ἐπαφιέναι αὐτῷ.
- νηʹ. Ὁ κατ’ ἐπιτήδευσιν ψευσάμενος κρίνεται μόνον, ἢ καὶ ὁ κατὰ ἄγνοιάν τι παρὰ τὸ ἀληθὲς ἀπολύτως φθεγξάμενος.
- νθʹ. Ἐὰν ἐνθυμηθῇ τις ποιῆσαι μόνον τι, καὶ μὴ ποιήσῃ, εἰ καὶ οὗτος ὡς ψεύστης κρίνεται.
- ξʹ. Περὶ τοῦ προπετῶς ὁρισαμένου πρᾶξαί τι τῶν μὴ ἀρεσκόντων Θεῷ.
- ξαʹ. Ἐάν τις μήτε ἐργάζεσθαι δύνηται, μήτε τοὺς ψαλμοὺς μαθεῖν βούληται.
- ξβʹ. Τί ἐὰν ποιήσῃ τις, ὡς κρύψας τὸ τάλαντον, κατακρίνεται.
- ξγʹ. Τί ἐὰν ποιήσῃ τις, κατακρίνεται ὡς ἐκεῖνοι οἱ γογγύσαντες κατὰ τῶν ἐσχάτων.
- ξδʹ. Τί ἐστι τὸ σκανδαλίσαι, καὶ πῶς αὐτὸ φυλαξόμεθα.
- ξεʹ. Πῶς τὴν ἀλήθειαν ἐν ἀδικίᾳ τις κατέχει.
- ξςʹ. Τί ἐστιν ἔρις, καὶ τί ἐστιν ἐριθεία.
- ξζʹ. Τί ἐστιν ἀκαθαρσία, καὶ τί ἐστιν ἀσέλγεια.
- ξηʹ. Τί ἴδιον θυμοῦ, καὶ τί ἴδιον ἀγανακτήσεως εὐλόγου.
- ξθʹ. Περὶ τοῦ μήτε ἔλαττον ἐσθίοντος τῶν λοιπῶν, μήτε σῶμα ἔχοντος κατεῤῥιμμένον, καὶ ἀδυναμίαν εἰς τὸ ἔργον ὀδυρομένου.
- οʹ. Τὸν παραχρώμενον τοῖς ἱματίοις ἢ ὑποδήμασι πῶς δεῖ μετέρχεσθαι.
- οαʹ. Εἰσί τινες οἱ πρὸ τοῦ πλείονος τὸ ἡδύτερον τῶν ἐδεσμάτων ἐπιζητοῦντες, ἄλλοι δὲ τὸ πλεῖον μᾶλλον ἢ τὸ ἡδὺ διὰ τὸν κόρον θέλουσιν· πῶς οὖν ἀμφοτέρους πληροφορεῖν χρή.
- οβʹ. Περὶ τοῦ ἐν ἀδελφότητι ἀσέμνως περὶ τὴν μετάληψιν ἀναστρεφομένου, καὶ λαβρότερον ἐσθίοντος.
- ογʹ. Περὶ τοῦ μὴ ἐν ἐπιθυμίᾳ τῆς τοῦ ἀδελφοῦ διορθώσεως ἐλέγχοντος τὸν ἁμαρτάνοντα, ἀλλ’ ἐν πάθει τῆς ἑαυτοῦ ἐκδικήσεως.
- οδʹ. Περὶ τῶν ἐξερχομένων ἐκ τῆς ἀδελφότητος, καὶ μονήρη βίον ζῇν προαιρουμένων.
- οεʹ. Εἰ παντὸς ἁμαρτήματος, εἴτε κατὰ νοῦν, εἴτε κατὰ λόγον, εἴτε κατὰ πρᾶξιν, τὸν Σατανᾶν αἴτιον λέγειν δεῖ.
- οςʹ. Εἰ χρὴ οἰκονομίᾳ δῆθεν χρησίμου τινὸς ψεύδεσθαι.
- οζʹ. Τί ἐστι δόλος, καὶ τί ἐστι κακοήθεια.
- οηʹ. Ἐφευρεταὶ κακῶν τίνες εἰσίν.
- οθʹ. Ἐάν τις συνεχῶς ἑαυτοῦ ἐπιλαμβάνηται, ὅτι σκληρῶς προσφέρεται τῷ ἀδελφῷ, πῶς διορθωθήσεται.
- πʹ. Πόθεν ἐπισυμβαίνει τὸ ὥσπερ τῇ διανοίᾳ ἐπιλείπειν λογισμοὺς ἀγαθοὺς, καὶ μερίμνας ἀρεσκούσας τῷ Θεῷ.
- παʹ. Εἰ χρὴ ἴσως ἐπιτιμᾷν τοῖς εὐλαβέσι καὶ τοῖς ἀδιαφόροις.
- πβʹ. Ἐὰν συμβῇ τὴν πρεσβυτέραν ἁμαρτῆσαι τὸ αὐτὸ τῇ νεωτέρᾳ, εἰ τῷ αὐτῷ ὑπόκειται ἐπιτιμίῳ.
- πγʹ. Ἐάν τις, πολλὰ κατορθῶν, ἐν ἑνὶ μόνῳ διαπταίῃ, πῶς αὐτὸν παρέλθωμεν.
- πδʹ. Περὶ τοῦ ἦθος ἔχοντος θορυβοποιὸν καὶ ταραχῶδες.
- πεʹ. Εἰ χρὴ ἔχειν τι ἴδιον ἐν ἀδελφότητι.
- πςʹ. Ἐὰν δὲ λέγῃ τις ὅτι, Οὔτε λαμβάνω παρὰ τῆς ἀδελφότητος, οὔτε δίδωμι, ἀλλὰ τοῖς ἐμοῖς ἀρκοῦμαι· τί δεῖ πρὸς τὸν τοιούτον παραφυλάξαι.
- πζʹ. Εἰ ἔξεστιν ἑκάστῳ τὸ παλαιὸν αὐτοῦ ἱμάτιον δοῦναι ὅπου ἐὰν θέλῃ εἰς ἐντολήν.
- πηʹ. Τίς ἐστιν ἡ μέριμνα ἡ βιωτική.
- πθʹ. Ἐπειδὴ γέγραπται, Λύτρον ψυχῆς ἀνδρὸς ὁ ἴδιος πλοῦτος, ἡμῖν δὲ οὐ προεχώρησε τοῦτο, τί ποιήσομεν;
- Ϟʹ. Εἰ ἔξεστι νυκτερινὸν ἱμάτιον ἔχειν, εἴτε τρίχινον εἴτε ἀλλοῖον.
- Ϟαʹ. Ἐὰν ἀδελφὸς, ἴδιον οὐκ ἔχων οὐδὲν, αἰτηθῇ παρά τινος αὐτὸ ὃ φορεῖ, τί ὀφείλει ποιῆσαι, μάλιστα δὲ ἐὰν γυμνὸς ᾖ ὁ αἰτήσας.
- Ϟβʹ. Τοῦ Κυρίου προστάσσοντος πωλεῖν τὰ ὑπάρχοντα, τι διανοούμενον χρὴ τοῦτο ποιεῖν.
- Ϟγʹ. Τὸν ἅπαξ ἀποκτησάμενον, καὶ ἴδιον μηδὲν ἔχειν ἐπαγγειλάμενον, ποίᾳ διανοίᾳ κεχρῆσθαι δεῖ τοῖς πρὸς τὸ ζῇν ἀναγκαίοις, οἷον ἐσθῆτι καὶ τροφῇ.
- Ϟδʹ. Περὶ τοῦ καταλιπόντος φόρους, καὶ ἀδελφότητι προσελθόντος.
- Ϟεʹ Εἰ συμφέρει τοῖς ἄρτι προσερχομένοις εὐθὺς τὰ ἀπὸ τῶν Γραφῶν ἐκμανθάνειν.
- Ϟςʹ. Εἰ δεῖ παντὶ τῷ βουλομένῳ ἐπιτρέπειν γράμματα μανθάνειν, ἢ ἀναγνώσμασι προσέχειν.
- Ϟζʹ. Ἐὰν λέγῃ τις ὅτι, Θέλω παρ’ ὑμῖν ὀλίγον χρόνον ὠφεληθῆναι, εἰ δεῖ αὐτὸν προσδέχεσθαι.
- Ϟηʹ. Ποταπὸν φρόνημα ὀφείλει ἔχειν ὁ προεστὼς, ἐν οἷς ἐπιτάσσει, ἢ διατάσσεται.
- Ϟθʹ. Ποταπῇ διαθέσει δεῖ ἐπιτιμᾷν τὸν ἐπιτιμῶντα.
- ρʹ. Τοὺς ἔξωθεν ἐρχομένους καὶ προσαιτοῦντας πῶς ἀπολύσομεν.
- ραʹ. Περὶ τοῦ ἐγχειριζομένου τὴν οἰκονομίαν, καὶ περὶ τῶν προσαιτούντων.
- ρβʹ. Περὶ τοῦ ἐξερχομένου ἀπὸ ἀδελφότητος, καθ’ ὃν δήποτε λόγον.
- ργʹ. Ἐπειδὴ συμβαίνει εἴς τινα καὶ αὐτὸν ὀλισθαίνειν τὸν πρεσβύτερον, εἰ δέοι αὐτὸν ἐλέγχεσθαι.
- ρδʹ. Πῶς χρὴ τὰς φροντίδας ἐγχειρίζειν τοῖς ἀδελφοῖς.
- ρεʹ. Εἰ χρὴ τοὺς εἰσερχομένους εἰς ἀδελφότητα εὐθέως τέχνας μανθάνειν.
- ρςʹ. Ποίοις ἐπιτιμίοις κεχρῆσθαι δεῖ ἐν ἀδελφότητι.
- ρζʹ. Περὶ τοῦ λέγοντος ἐπιθυμίαν ἔχειν συζῇν τῇ ἀδελφότητι.
- ρηʹ. Εἰ χρὴ τὸν προεστῶτα ἐκτὸς τῆς προεστώσης λαλεῖν ἀδελφῇ τινι τὰ πρὸς οἰκοδομὴν τῆς πίστεως.
- ρθʹ. Εἰ χρὴ τὸν προεστῶτα μετὰ τῆς προεστώσης πυκνῶς διαλέγεσθαι.
- ριʹ. Εἰ χρὴ, ἐξομολογουμένης ἀδελφῆς τῷ πρεσβυτέρῳ, καὶ τὴν πρεσβυτέραν παρεῖναι.
- ριαʹ. Εἰ, τοῦ πρεσβυτέρου γενέσθαι τι προστάξαντος ἐν ταῖς ἀδελφαῖς παρὰ γνῶσιν τῆς πρεσβυτέρας, εὐλόγως ἀγανακτεῖ ἡ πρεσβυτέρα.
- ριβʹ. Ἐάν τις προσέλθῃ τῷ κατὰ Θεὸν βίῳ, εἰ ἀκόλουθόν ἐστι τὸν προεστῶτα ἄνευ γνώμης τῶν ἀδελφῶν τὸν τοιοῦτον προσδέχεσθαι.
- ριγʹ. Εἰ δύναται ὁ φροντίδα ψυχῶν ἐγκεχειρισμένος φυλάξαι τὸ, Ἐὰν μὴ στραφῆτε, καὶ γένησθε ὡς τὰ παιδία.
- ριδʹ. Εἰ δεῖ παντὶ τῷ ἐπιτάσσοντι καὶ οἱῳδηποτοῦν ὑπακούειν.
- ριεʹ. Πῶς ὑπακούειν ἀλλήλοις χρή.
- ριςʹ. Μέχρι πόσου ὑπακούειν χρή.
- ριζʹ. Ὁ μὴ πληροφορούμενος ἐν τοῖς καθ’ ἡμέραν πρὸς τὴν προκειμένην ἐντολὴν ἐπιτάγμασι, τέχνην δὲ μαθεῖν ἐπιζητῶν, ποῖον πάθος νοσεῖ, καὶ εἰ χρὴ αὐτοῦ ἀνέχεσθαι.
- ριηʹ. Ὁ σπουδαῖος εἰς τὴν ἐντολὴν, καὶ ἐργαζόμενος οὐχ ὃ ἐπιτάσσεται, ἀλλ’ ὃ αὐτὸς θέλει, ποῖον μισθὸν ἔχει.
- ριθʹ. Εἰ ἔξεστιν ἑκάστῳ παραιτεῖσθαι τὸ ἐγχειρισθὲν ἔργον, καὶ ἄλλο ἐπιζητεῖν.
- ρκʹ. Εἰ δεῖ ἀπιέναι που χωρὶς ὑπομνήσεως τοῦ προεστῶτος.
- ρκαʹ. Εἰ ἔξεστι παραιτεῖσθαι τὰ βαρύτερα τῶν ἔργων.
- ρκβʹ. Ἐάν τις, ἐπιτιμηθεὶς εὐλογίαν μὴ λαβεῖν, λέγῃ ὅτι, Ἐὰν μὴ λάβω εὐλογίαν, οὐκ ἐσθίω· εἰ δεῖ αὐτὸν ἀνέχεσθαι.
- ρκγʹ. Ἐάν τις λυπῆται μὴ ἐπιτρεπόμενος ποιεῖν ὃ μὴ δύναται ἐπιτηδείως ποιεῖν, εἰ χρὴ αὐτοῦ ἀνέχεσθαι.
- ρκδʹ. Εἰ δεῖ μετὰ αἱρετικῶν ἢ μετὰ Ἑλλήνων εὑρεθέντα που συνεσθίειν αὐτοῖς, ἢ ἀσπάζεσθαι αὐτούς.
- ρκεʹ. Τὸν πιστευόμενον ἔργον, καὶ ποιοῦντά τι χωρὶς ὑπομνήσεως παρὰ τὸ διατεταγμένον αὐτῷ, εἰ δεῖ ἔχειν τὸ ἔργον.
- ρκςʹ. Πῶς ἄν τις μὴ ἡττηθείη τῆς ἐν βρώμασι φιληδονίας.
- ρκζʹ. Λέγουσί τινες, ὅτι ἀδύνατόν ἐστι μὴ ὀργισθῆναι ἄνθρωπον.
- ρκηʹ. Τῷ θέλοντι ἐγκρατεύεσθαι ὑπὲρ δύναμιν, ὥστε καὶ εἰς τὴν προκειμένην ἐντολὴν ἐμποδίζεσθαι, εἰ δεῖ συγχωρεῖν.
- ρκθʹ. Περὶ τοῦ πολλὰ νηστεύοντος, ἐν δὲ τῇ μεταλήψει μὴ δυναμένου ἀνέχεσθαι τοῦ βρώματος.
- ρλʹ. Πῶς χρὴ νηστεύειν, ὅταν χρεία γένηται νηστείας.
- ρλαʹ. Ὁ μὴ μεταλαμβάνων ὅθεν οἱ ἀδελφοὶ ἐσθίουσιν, ἀλλ’ ἕτερον ἐπιζητῶν, εἰ καλῶς ποιεῖ.
- ρλβʹ. Ὁ λέγων ὅτι, Βλάπτει με τοῦτο, καὶ λυπούμενος ἐὰν ἄλλο μὴ δοθῇ, τί ἐστιν.
- ρλγʹ. Ἐὰν δὲ καὶ γογγύσῃ διὰ βρῶμα.
- ρλδʹ. Ἐὰν δὲ καὶ ὀργισθεὶς παραιτῆται λαβεῖν τὰ πρὸς τὴν χρείαν.
- ρλεʹ Εἰ χρὴ τὸν κάμνοντα αὐτὸν ἐπιζητῆσαι πλέον τι τῆς συνηθείας.
- ρλςʹ. Εἰ ἀναγκαῖον πάντας συνάγεσθαι ἐν τῇ ὥρᾳ τοῦ ἀρίστου, καὶ τὸν ἀπολιμπανόμενον, καὶ μετὰ τὸ ἄριστον ἐρχόμενον, πῶς παρέλθωμεν.
- ρλζʹ. Εἰ καλόν ἐστι τὸ κρῖναι ἐπὶ τοσόνδε, εἰ τύχοι, χρόνον ἀποσχέσθαι τοῦδέ τινος τοῦ βρώματος ἢ τοῦ πόματος.
- ρληʹ. Εἰ χρὴ ἐν ἀδελφότητί τινα πλέον τῶν ἄλλων νηστεύειν.
- ρλθʹ. Τῆς νηστείας ἐπιτεινομένης, ἀτονώτεροι γινόμεθα εἰς τὸ ἔργον. Τί οὖν χρὴ μᾶλλον; Ἐμποδίζειν τῷ ἔργῳ διὰ τὴν νηστείαν, ἢ παρορᾷν ἐκείνην διὰ τὸ ἔργον;
- ρμʹ. Ἐάν τις μὴ ἐγκρατεύηται περὶ τὰ βλαβερὰ τῶν βρωμάτων, μεταλαμβάνων δὲ ἀφειδῶς κακώσει περιπέσῃ, εἰ χρὴ αὐτοῦ ἐπιμέλειαν ποιεῖσθαι.
- ρμαʹ. Εἰ δεῖ ξένους ἐνευρίσκεσθαι τοῖς ἐργαστηρίοις.
- ρμβʹ. Εἰ χρὴ τοὺς τεχνίτας δέχεσθαι παρά τινος ἔργον, ἄνευ γνώμης τοῦ προεστῶτος.
- ρμγʹ. Πῶς ὀφείλουσιν ἐπιμελεῖσθαι οἱ ἐργαζόμενοι τῶν πεπιστευμένων αὐτοῖς σκευῶν.
- ρμδʹ. Ἐὰν δέ τις ἐξ ἀμελείας ἀπολέσῃ τι, ἢ ἐκ καταφρονήσεως παραχρήσηται.
- ρμεʹ. Ἐὰν δὲ ἀφ’ ἑαυτοῦ χρήσῃ τινὶ ἢ λάβῃ.
- ρμςʹ. Ἐὰν δὲ, καὶ συνεχούσης χρείας, ὁ προεστὼς ἐπιζητήσῃ παρ’ ἑαυτοῦ σκεῦος, καὶ ἀντείπῃ.
- ρμζʹ. Ὁ περὶ τὸ ἔργον τοῦ κελλαρίου ἢ τοῦ μαγείρου, ἢ περί τι ἄλλο τοιοῦτον ἀσχολούμενος, ἐὰν μὴ φθάσῃ παρεῖναι τῷ κανόνι τῆς ψαλμῳδίας καὶ τῆς προσευχῆς, εἰ μηδὲν ζημιοῦται τὴν ψυχήν.
- ρμηʹ. Ποῖον μέτρον ἐξουσίας ἔχει ἐν τῇ οἰκονομίᾳ ὁ πιστευθεὶς τὴν φροντίδα τοῦ κελλαρίου.
- ρμθʹ. Τί τὸ κρῖμα τοῦ οἰκονομοῦντος, ἐάν τι κατὰ προσωποληψίαν ἢ φιλονεικίαν ποιήσῃ.
- ρνʹ. Ἐὰν δὲ ἀμελήσας μὴ δῷ τῷ ἀδελφῷ τὰ πρὸς τὴν χρείαν.
- ρναʹ Εἰ ἔξεστι τῷ ὑπηρετοῦντι μετὰ φωνῆς μείζονος λαλεῖν.
- ρνβʹ. Περὶ τοῦ ὑπὲρ δύναμιν κάμνοντος ἐν τῇ ὑπηρεσίᾳ.
- ρνγʹ. Ἡ τὰ ἔρια πιστευθεῖσα πῶς αὐτὰ ὀφείλει ἔχειν.
- ρνδʹ. Ἐὰν συμβῇ ὀλίγους ὄντας ἀδελφοὺς, καὶ πλείοσιν ἀδελφαῖς ἐξυπηρετουμένους, εἰς ἀνάγκην ἐμπίπτειν τοῦ διίστασθαι ἀπ’ ἀλλήλων διαμεριζομένους πρὸς τὰ ἔργα, εἰ ἀκίνδυνόν ἐστι τὸ τοιοῦτον.
- ρνεʹ. Πῶς δεῖ προσφέρεσθαι τοῖς ἐν τῷ ξενοδοχείῳ ἀῤῥώστοις.
- ρνςʹ. Τὸν πεπιστευμένον φροντίδα ἤτοι κελλαρίου, ἢ ἄλλου τινὸς τοιούτου, εἰ δεῖ πάντοτε ἔχειν τὴν φροντίδα, ἢ καὶ ἐναλλάσσεσθαι.
- ρνζʹ. Ποταπῇ διαθέσει ὀφείλει τις δουλεύειν Θεῷ.
- ρνηʹ. Ποταπῇ διαθέσει ὀφείλει δέχεσθαί τις τὸ ἐπιτίμιον.
- ρνθʹ. Ὁ λυπούμενος κατὰ τοῦ ἐπιτιμήσαντος αὐτῷ ποταπός ἐστιν.
- ρξʹ. Μετὰ ποίας διαθέσεως ὀφείλομεν ὑπηρετεῖν τοῖς ἀδελφοῖς.
- ρξαʹ. Μετὰ ποταπῆς ταπεινώσεως ὀφείλει τις δέχεσθαι τὴν ὑπηρεσίαν παρὰ τοῦ ἀδελφοῦ.
- ρξβʹ. Ποταπὴν ἐν ἀλλήλοις ἔχειν δεῖ τὴν ἀγάπην.
- ρξγʹ. Ποίῳ τρόπῳ δυνηθῇ τις κατορθῶσαι τὴν πρὸς τὸν πλησίον ἀγάπην.
- ρξδʹ. Τί ἐστι τὸ, Μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε.
- ρξεʹ. Πῶς γνωρίσει τις, εἰ ζήλῳ Θεοῦ κινεῖται κατὰ τοῦ ἁμαρτάνοντος ἀδελφοῦ, ἢ ὀργίζεται.
- ρξςʹ. Μετὰ ποίας διαθέσεως ὑπακούειν δεῖ τῷ εἰς ἔργον τῆς ἐντολῆς κατεπείγοντι.
- ρξζʹ. Ποταπὴ ὀφείλει εἶναι ἡ ψυχὴ, ὅτε ὅλως κατηξιώθη ἐν τῷ ἔργῳ τοῦ Θεοῦ καταληφθῆναι.
- ρξηʹ. Μετὰ ποταπῆς διαθέσεως δεῖ λαμβάνειν ἱμάτιον ἢ ὑπόδημα, οἷον ἂν ᾖ.
- ρξθʹ. Ἐὰν ἀδελφὸς νεώτερος ἐπιταχθῇ διδάξαι τι τὸν πρεσβύτερον καθ’ ἡλικίαν, πῶς αὐτῷ προσενεχθήσεται.
- ροʹ. Εἰ δεῖ ἴσως προσέχειν τῷ πλεῖον κατορθοῦντι, καὶ τῷ ἔλαττον.
- ροαʹ. Ἐὰν δὲ λυπῆται ὁ ἐλάττων, προτιμωμένου τοῦ εὐλαβεστέρου.
- ροβʹ. Ποταπῷ φόβῳ, ἢ ποίᾳ πληροφορίᾳ, ἢ ποίᾳ διαθέσει μεταλάβωμεν τοῦ σώματος τοῦ Κυρίου.
- ρογʹ Εἰ δεῖ ἐν τῇ ὥρᾳ τῆς κατ’ οἶκον ψαλμῳδίας λαλιάν τινα γίνεσθαι.
- ροδʹ. Πῶς δυνηθῇ τις ἐνδιαθέτως καὶ μετὰ προθυμίας ποιεῖν τὰς ἐντολὰς τοῦ Κυρίου.
- ροεʹ. Πῶς φαίνεται ὁ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν κατὰ τὴν ἐντολὴν τοῦ Κυρίου.
- ροςʹ. Τίνες εἰσὶν οἱ ἐχθροὶ, οὓς ἀγαπᾷν προσετάχθη μεν.
- ροζʹ. Πῶς ὀφείλουσιν οἱ δυνατοὶ τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν.
- ροηʹ. Τί ἐστι τὸ ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζειν.
- ροθʹ. Πῶς δύναταί τις ἄνευ ἀγάπης πίστιν κτήσασθαι τοσαύτην, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἢ τὰ ὑπάρχοντα πάντα δοῦναι πτωχοῖς, ἢ παραδοῦναι τὸ ἑαυτοῦ σῶμα, ἵνα καυθῇ.
- ρπʹ. Μετὰ ποταπῆς διαθέσεως καὶ προσοχῆς ὀφείλομεν ἀκούειν τῶν ἐν τῷ καιρῷ τῆς μεταλήψεως παραναγινωσκομένων ἡμῖν.
- ρπαʹ. Ἐὰν ὦσιν ἀδελφότητες πλησίον ἀλλήλων, καὶ ἡ μὲν πτωχεύει, ἡ δὲ ἑτέρα περὶ τὴν κοινωνίαν δυσχερεστέρα ᾖ, πῶς δεῖ τὴν πτωχεύουσαν πρὸς τὴν μὴ μεταδιδοῦσαν διατίθεσθαι.
- ρπβʹ. Ἐκ ποίων καρπῶν δοκιμάζεσθαι ὀφείλει ὁ συμπαθῶς ἐλέγχων τὸν ἁμαρτάνοντα.
- ρπγʹ. Ἐὰν συμβῇ τινας ἐν ἀδελφότητι ζῶντας διαφωνῆσαι πρὸς ἀλλήλους, εἰ ἀκίνδυνόν ἐστιν ἀγάπης ένεκεν συμπεριφέρεσθαι τοῖς τοιούτοις.
- ρπδʹ. Πῶς δυνηθῇ τις, καὶ ὅτε παρακαλεῖ, καὶ ὅτε ἐλέγχει, μὴ μόνον σπουδάζειν ἐπιστημόνως λαλῆσαι, ἀλλὰ καὶ τὴν διάθεσιν τὴν ὀφειλομένην σώζειν πρός τε τὸν Θεὸν καὶ πρὸς ἐκείνους οἷς λαλεῖ.
- ρπεʹ. Ἐάν τις ἐν διαλέξει συνδιατιθεμένους ὁρῶν τοὺς ἀκούοντας χαίρῃ, πῶς γνωρίσει ἑαυτὸν, εἰ διαθέσει ἀγαθῇ χαίρει, ἢ πάθει τινὶ ἰδίῳ.
- ρπςʹ. Ὑπὲρ ποταπῶν φίλων τιθέναι τὴν ψυχὴν ὀφείλομεν.
- ρπζʹ. Εἰ χρὴ παρὰ τῶν κατὰ σάρκα οἰκείων δέχεσθαί τι ἕκαστον.
- ρπηʹ. Πῶς ἴδωμεν τοὺς ποτὲ συνοίκους ἡμῶν, ἢ συγγενεῖς εἰσερχομένους.
- ρπθʹ. Ἐὰν δὲ καὶ παρακαλῶσιν ἡμᾶς θέλοντες ἀγαγεῖν εἰς τὰ ἴδια.
- ρϞʹ. Εἰ δεῖ ἐλεεῖν τοὺς κατὰ σάρκα οἰκείους, ἐπιθυμοῦντας τὴν σωτηρίαν αὐτῶν.
- ρϞαʹ. Τίς ἐστιν ὁ πραΰς.
- ρϞβʹ. Τις ἐστιν ἡ λύπη ἡ κατὰ Θεὸν, καὶ τίς ἡ τοῦ κόσμου.
- ρϞγʹ Ποία ἐν Χριστῷ χαρά.
- ρϞδʹ. Ποῖον πένθος ἀναλάβωμεν, ἵνα καταξιωθῶμεν τοῦ μακαρισμοῦ.
- ρϞεʹ. Πῶς πάντα εἰς δόξαν Θεοῦ ποιεῖ τις.
- ρϞςʹ. Πῶς ἐσθίει τις, καὶ πίνει εἰς δόξαν Θεοῦ.
- ρϞζʹ. Πῶς ποιήσει ἡ δεξιὰ ἵνα μὴ γινώσκῃ ἡ ἀριστερά.
- ρϞηʹ. Τί ἐστι ταπεινοφροσύνη, καὶ πῶς αὐτὴν κατορθώσομεν.
- ρϞθʹ. Πῶς ἄν τις προθυμηθείη καὶ πρὸς κινδύνους ὑπὲρ τῆς ἐντολῆς τοῦ Κυρίου παραβουλεύεσθαι.
- σʹ. Οἱ προκάμνοντες ἐν τῷ ἔργῳ τοῦ Θεοῦ, πῶς δύνανται ὠφελεῖν τοὺς ἄρτι προσερχομένους.
- σαʹ. Πῶς κατορθοῖ τις ἐν τῇ προσευχῇ τὸ ἀμετεώριστον.
- σβʹ. Εἰ δυνατὸν κατορθῶσαι ἐν παντὶ καὶ πάντοτε τὸ ἀμετεώριστον.
- σγʹ. Τῶν κατ’ ἐντολὴν τοῦ Κυρίου κατορθωμάτων πότερον ἓν μέτρον ἐστὶν ἐν πᾶσιν, ἢ ὁ μὲν πλεῖον ἔχοι, ὁ δὲ ἔλαττον.
- σδʹ. Πῶς καταξιοῦταί τις Πνεύματος ἁγίου γενέσθαι μέτοχος.
- σεʹ. Τίνες εἰσὶν οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι.
- σςʹ. Τοῦ Κυρίου παραγγέλλοντος, μὴ μεριμνᾷν τί φάγωμεν, ἢ τί πίωμεν, ἢ τί περιβαλώμεθα· μέχρι τίνος ἐστὶν ἡ ἐντολὴ, ἢ πῶς κατορθοῦται.
- σζʹ Τίνι λόγῳ δεῖ ἐργάζεσθαι.
- σηʹ. Εἰ καλόν ἐστι τὸ καθόλου σιγὴν ἀσκεῖν.
- σθʹ Πῶς δυνηθῶμεν φοβηθῆναι τὰ κρίματα τοῦ Θεοῦ.
- σιʹ. Τίς ἐστιν ἡ ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου παραδεδομένη καταστολὴ κοσμία.
- σιαʹ. Τί τὸ μέτρον τῆς πρὸς Θεὸν ἀγάπης.
- σιβʹ. Πῶς κατορθοῦται ἡ πρὸς Θεὸν ἀγάπη.
- σιγʹ. Τίνα ἐστὶ τὰ γνωρίσματα τῆς πρὸς Θεὸν ἀγάπης.
- σιδʹ. Χρηστότης καὶ ἀγαθωσύνη τίνι διαφέρουσιν ἀλλήλων.
- σιεʹ. Τίς ἐστιν ὁ ὑπὸ τοῦ Κυρίου μακαριζόμενος εἰρηνοποιός.
- σιςʹ. Ἐν τίνι στραφῆναι δεῖ καὶ γενέσθαι ὡς τὰ παιδία.
- σιζʹ. Πῶς δεξώμεθα τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ὡς παιδίον.
- σιηʹ. Ποίαν σύνεσιν αἰτεῖν παρὰ τοῦ Θεοῦ ὀφείλομεν.
- σιθʹ. Ἐὰν εὐεργετηθῶμεν παρά τινος, πῶς δυνηθῶμεν καὶ τῷ Κυρίῳ τὴν ὀφειλομένην εὐχαριστίαν καθαρὰν καὶ ὁλόκληρον ἀποδοῦναι, καὶ τὴν πρὸς τὸν εὐεργέτην ἐπιστημόνως πληρῶσαι.
- σκʹ. Εἰ παντὶ τῷ βουλομένῳ ἀδελφαῖς συντυγχάνειν ἐπιτρέπειν χρή.
- σκαʹ. Τοῦ Κυρίου διδάσκοντος προσεύχεσθαι μὴ εἰσελθεῖν εἰς πειρασμὸν, εἰ δεῖ προσεύχεσθαι μὴ περιπεσεῖν ὀδύναις σωματικαῖς.
- σκβʹ. Τίς ἐστιν ὁ ἀντίδικος ἑκάστου ἡμῶν, ἢ καὶ πῶς αὐτῷ εὐνοήσομεν.
- σκγʹ. Ὁ θέλων διά τινα λόγον ἀρέσκοντα Θεῷ νηστεῦσαι, ἐπειδὴ καὶ ὡς οὐ θέλει φαίνεται τοῖς ἀνθρώποις, τί ποιήσει.
- σκδʹ. Εἰ καὶ νῦν οἱ μὲν ἀπὸ τῆς πρώτης ὥρας ἐργάζονται, οἱ δὲ ἀπὸ τῆς ἑνδεκάτης, καὶ τίνες εἰσὶν οὗτοι.
- σκεʹ. Τοῦ Κυρίου εἰπόντος· Ὅπου ἐὰν ὦσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν· πῶς τούτου καταξιωθῆναι δυνηθῶμεν.
- σκςʹ. Τοῦ Ἀποστόλου λέγοντος· Λοιδορούμενοι, εὐλογοῦμεν· βλασφημούμενοι, παρακαλοῦμεν· πῶς ὀφείλει εὐλογεῖν ὁ λοιδορούμενος, ἢ τί παρακαλεῖν ὁ βλασφημούμενος.
- σκζʹ. Εἰ χρὴ ἕκαστον ἀνατίθεσθαι καὶ ἑτέροις ἃ φρονεῖ, ἢ ἐν πληροφορίᾳ τοῦ ἀρέσκοντος Θεῷ γενόμενον, παρ’ ἑαυτῷ κατέχειν.
- σκηʹ Εἰ ἐπὶ παντὶ πράγματι πληροφορεῖν χρὴ τὸ θέλημα τῶν σκανδαλιζομένων, ἢ ἔστι τινὰ, ἀφ’ ὧν οὐ δεῖ προσποιεῖσθαι, κἄν τινες σκανδαλίζωνται.
- σκθʹ. Εἰ χρὴ τὰς ἀπηγορευμένας πράξεις ἀνεπαισχυντότερον ἐξαγορεύειν πᾶσιν, ἢ τισὶ, καὶ ποίοις τούτοις.
- σλʹ. Τί ἐστι λατρεία, καὶ τίς ἐστιν ἡ λογικὴ λατρεία.
- σλαʹ. Ἐὰν ἀδελφὸς πονηρεύηται εἰς ἐμὲ, καὶ ἐχθραίνῃ μοι, ἢ ἐνίοτε καὶ ἱερεὺς, εἰ ἔξεστί μοι τὰς δεδομένας περὶ ἐχθρῶν ἐντολὰς καὶ ἐπ’ αὐτοῦ φυλάσσειν.
- σλβʹ. Ἐάν τις ἀδικηθεὶς ὑπό τινος μηδενὶ ἀνάθηται λόγῳ μακροθυμίας καὶ ἀνεξικακίας, δόξῃ δὲ τῷ Θεῷ ἀποδιδόναι τὸ κρῖμα, εἰ κατὰ Κύριον ποιεῖ.
- σλγʹ. Ἐκ πάντων τῶν κατορθωμάτων ἐὰν ἓν λείπῃ τινὶ, εἰ διὰ τοῦτο οὐ σώζεται. σλδʹ. Πῶς τὸν θάνατόν τις τοῦ Κυρίου καταγγελεῖ.
- σλεʹ. Εἰ συμφέρει πολλὰ ἐκμανθάνειν παρὰ τῶν Γραφῶν.
- σλςʹ. Ὅσοι κατηξιώθησαν τὰ τέσσαρα Εὐαγγέλια ἐκμαθεῖν, πῶς ὀφείλουσι τὴν χάριν δέξασθαι.
- σλζʹ. Ποταπὴ ψυχὴ κατευθύνεται πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
- σληʹ. Εἰ δυνατόν ἐστι τὸ ἀδιαλείπτως ψάλλειν, ἢ ἀναγινώσκειν, ἢ σπουδαιολογεῖσθαι περὶ τῶν ῥημάτων τοῦ Θεοῦ, καὶ διάστημα μὴ γίνεσθαι καθόλου, διὰ τὴν ἐπισυμβαίνουσάν τισιν ἀνάγκην τῶν ῥυπαρωτέρων τοῦ σώματος χρειῶν.
- σλθʹ. Τίς ὁ θησαυρὸς ὁ ἀγαθὸς, καὶ τίς ὁ πονηρός.
- σμʹ. Κατὰ τί πλατεῖα ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς εἴρηται ἡ ἀπάγουσα εἰς ἀπώλειαν.
- σμαʹ. Πῶς στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωὴν, καὶ πῶς δι’ αὐτῆς τις εἰσέρχεται.
- σμβʹ. Τί ἐστι τὸ, Τῇ φιλαδελφίᾳ εἰς ἀλλήλους φιλόστοργοι.
- σμγʹ. Τί βούλεται λέγων ὁ Ἀπόστολος· Ὀργίζεσθε καὶ μὴ ἁμαρτάνετε· ὁ ἥλιος μὴ ἐπιδυέτω ἐπὶ τῷ παροργισμῷ ὑμῶν· καίτοιγε ἀλλαχοῦ εἰπών· Πᾶσα πικρία, καὶ θυμὸς, καὶ ὀργὴ ἀρθήτω ἀφ’ ὑμῶν.
- σμδʹ. Τι ἐστι τὸ, Δότε τόπον τῇ ὀργῇ.
- σμεʹ. Τίς ἐστιν ὁ φρόνιμος ὡς ὁ ὄφις, καὶ ἀκέραιος ὡς ἡ περιστερά.
- σμςʹ Τί ἐστιν· Ἡ ἀγάπη οὐκ ἀσχημονεῖ.
- σμζʹ. Τί ἐστιν ἡ ἐν Κυρίῳ καύχησις, καὶ τίς ἡ ἀπηγορευμένη.
- σμηʹ. Εἰ Κύριος δίδωσι σοφίαν, καὶ ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ γνῶσις καὶ σύνεσις· καὶ εἰ διὰ τοῦ Πνεύματος ᾧ μὲν δίδοται λόγος σοφίας, ἄλλῳ δὲ λόγος γνώσεως, πῶς ἐγκαλεῖ τοῖς μαθηταῖς ὁ Κύριος ὅτι, Ἀκμὴν καὶ ὑμεῖς ἀσύνετοί ἐστε· καὶ ὁ Ἀπόστολος αἰτιᾶταί τινας ὡς ἀσυνέτους.
- σμθʹ. Τί ἐστι τὸ ὅσιον, καὶ τί ἐστι τὸ δίκαιον.
- σνʹ Πῶς δίδωσί τις τὸ ἅγιον τοῖς κυσὶν, ἢ βάλλει τοὺς μαργαρίτας ἔμπροσθεν τῶν χοίρων· ἢ πῶς συμβαίνει τὸ ἐπιφερόμενον· Μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.
- σναʹ. Πῶς ποτὲ μὲν ἀπαγορεύει ὁ Κύριος βαστάζειν βαλάντιον καὶ πήραν εἰς ὁδὸν, ποτὲ δὲ λέγει· Ἀλλὰ νῦν ὁ ἔχων βαλάντιον ἀράτω ὁμοίως καὶ πήραν· καὶ ὁ μὴ ἔχων πωλησάτω τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ, καὶ ἀγορασάτω μάχαιραν.
- σνβʹ. Τίς ἐστιν ὁ ἄρτος ὁ ἐπιούσιος, ὃν δίδοσθαι ἡμῖν καθ’ ἡμέραν προσεύχεσθαι ἐδιδάχθη μεν.
- σνγʹ. Τί ἐστι τὸ τάλαντον, καὶ πῶς αὐτὸ πολυπλασιάσομεν.
- σνδʹ. Τί ἐστιν ἡ τράπεζα, ἐφ’ ᾗ ἔδει σε, φησὶν ὁ Κύριος, βαλεῖν τὸ ἀργύριον.
- σνεʹ. Ποῦ ἀπελθεῖν προσετάχθη ὁ ἀκούσας, Ἆρον τὸ σὸν, καὶ ὕπαγε.
- σνςʹ. Τίς ἐστιν ὁ μισθὸς ὃν λαμβάνουσι καὶ οὗτοι ὁμοίως τοῖς ἐσχάτοις.
- σνζʹ. Τίνες εἰσὶν ἄχυρον κατακαιόμενον πυρὶ ἀσβέστῳ.
- σνηʹ. Τίς ἐστιν ὁ ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου καταγινωσκόμενος, ὅτι Θέλων ἐν ταπεινοφροσύνῃ καὶ θρησκείᾳ, καὶ τὰ ἑξῆς.
- σνθʹ. Τίς ἐστιν ὁ ζέων τῷ πνεύματι.
- σξʹ. Τοῦ Ἀποστόλου λέγοντος ποτὲ μὲν, Μὴ γίνεσθε ἄφρονες· ποτὲ δὲ, Μὴ γίνεσθε φρόνιμοι παρ’ ἑαυτοῖς· εἰ δυνατὸν μὴ εἶναι φρόνιμον παρ’ ἑαυτῷ τὸν μὴ ἄφρονα.
- σξαʹ. Πῶς αἰτήσαντές τινα καὶ αὐτοὶ οἱ ἅγιοι οὐκ ἔλαβον παρὰ τοῦ Κυρίου.
- σξβʹ. Τίς ἐστιν ἡ διαφορὰ πτωχείας καὶ πενίας· καὶ πῶς ἀληθεύει ὁ Δαβὶδ λέγων· Ἐγὼ δὲ πτωχός εἰμι καὶ πένης.
- σξγʹ. Τί βούλεται διδάξαι ὁ Κύριος διὰ τῶν ὑποδειγμάτων, οἷς ἐπιφέρει τὸ, Οὕτως οὖν πᾶς ἐξ ὑμῶν, ὃς οὐκ ἀποτάσσεται πᾶσι τοῖς ἑαυτοῦ ὑπάρχουσιν, οὐ δύναταί μου εἶναι μαθητής.
- σξδʹ. Τὸ εἰλικρινὲς τί ἐστιν.
- σξεʹ. Εἰ πρὸς μόνους τοὺς ἱερεῖς εἴρηται τὸ, Ἐὰν προσφέρῃς τὸ δῶρόν σου ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον, καὶ τὰ ἑξῆς.
- σξςʹ. Τί ἐστι τὸ ἅλας, ὃ προσέταξεν ἔχειν ὁ Κύριος.
- σξζʹ. Εἰ ὁ μέν τις δαρήσεται πολλὰς, ὁ δὲ ὀλίγας· πῶς λέγουσί τινες μὴ εἶναι τέλος τῆς κολάσεως τοῖς κολαζομένοις.
- σξηʹ. Κατὰ ποῖον νοῦν λέγονταί τινες υἱοὶ ἀπειθείας καὶ τέκνα ὀργῆς.
- σξθʹ. Ἐπειδὴ γέγραπται· Ποιοῦντες τὰ θελήματα τῆς σαρκὸς καὶ τῶν διανοιῶν, εἰ ἄλλα μὲν τὰ σαρκὸς θελήματα, ἄλλα δὲ τῶν διανοιῶν· καὶ ποῖα ταῦτα.
- σοʹ. Τί ἐστιν, Ἀπορούμενοι, ἀλλ’ οὐκ ἐξαπορούμενοι.
- σοαʹ. Εἰ πάντων ὅσα ἥμαρτέ τις διὰ τῆς ἐλεημοσύνης τὸν καθαρισμὸν εὑρίσκει.
- σοβʹ. Ἐπειδὴ πρόσταγμά ἐστι τοῦ Κυρίου μὴ μεριμνᾷν περὶ τῆς αὔριον, πῶς ὑγιῶς τὸ πρόσταγμα νοήσομεν.
- σογʹ. Τί ἄν τις ποιήσας βλασφημεῖ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον.
- σοδʹ. Πῶς γίνεταί τις ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ μωρός.
- σοεʹ. Εἰ δύναται ἐγκόψαι πρόθεσιν ἁγίου ὁ Σατανᾶς.
- σοςʹ. Τί ἐστι τὸ ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου εἰρημένον· Εἰς τὸ δοκιμάζειν ὑμᾶς τί τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τὸ ἀγαθὸν, καὶ εὐάρεστον, καὶ τέλειον.
- σοζʹ. Ποῖόν ἐστι τὸ ταμιεῖον, εἰς ὃ εἰσελθεῖν τὸν προσευχόμενον προστάσσει ὁ Κύριος.
- σοηʹ. Πῶς τὸ πνεῦμά τινος προσεύχεται, ὁ δὲ νοῦς αὐτοῦ ἄκαρπός ἐστιν.
- σοθʹ. Τί ἐστι τὸ, Ψάλατε συνετῶς.
- σπʹ. Τίς ἐστιν ὁ καθαρὸς τῇ καρδίᾳ.
- σπαʹ. Τὴν μὴ θέλουσαν ψᾶλαι εἰ χρὴ ἀναγκάζεσθαι.
- σπβʹ. Τίνες εἰσὶν οἱ λέγοντες· Ἐφάγομεν ἐνώπιόν σου, καὶ ἐπίομεν, καὶ ἀκούοντες· Οὐκ οἶδα ὑμᾶς.
- σπγʹ. Εἰ ὁ ποιῶν τὸ θέλημά τινος, κοινωνός ἐστιν ἐκείνου.
- σπδʹ. Ἐὰν πτωχεύσῃ ἀδελφότης διὰ περίστασιν νόσων, εἰ ἀδιάκριτόν ἐστι παρ’ ἑτέρων λαμβάνειν τὰ πρὸς τὴν χρείαν· καὶ εἰ χρὴ, παρὰ τίνων λήψεται.
- σπεʹ. Εἰ χρὴ ἀδελφότητα μετὰ ἀδελφότητος πραγματευομένην τὴν ἀξίαν τιμὴν τοῦ είδους περιεργάζεσθαι.
- σπςʹ. Εἰ δεῖ τὸν ἐν ἀδελφότητι ζῶντα, καὶ ἀσθενείᾳ σωματικῇ περιπεσόντα, εἰς ξενοδοχεῖον ἀπαγαγεῖν.
- σπζʹ. Τίνες εἰσὶν ἄξιοι καρποὶ τῆς μετανοίας.
- σπηʹ. Ὁ θέλων ἐξομολογήσασθαι τὰς ἁμαρτίας αὐτοῦ, εἰ πᾶσιν ἐξομολογεῖσθαι ὀφείλει καὶ τοῖς τυχοῦσιν, ἢ τίσιν.
- σπθʹ. Ὁ μετανοήσας ἐπὶ ἁμαρτήματι, καὶ πάλιν εἰς τὸ αὐτὸ ἐμπεσὼν ἁμάρτημα, τί ποιήσει.
- σϞʹ. Πῶς περισσεύει τις ἐν τῷ ἔργῳ Κυρίου πάντοτε.
- σϞαʹ. Τίς ἐστιν ὁ συντετριμμένος κάλαμος, ἢ τὸ τυφόμενον λίνον· καὶ πῶς τις τὸ μὲν οὐ κατεάξει, τὸ δὲ οὐ σβέννυσιν.
- σϞβʹ. Εἰ χρὴ ἐν ἀδελφότητι παιδίων βιωτικῶν εἶναι διδάσκαλον.
- σϞγʹ Πῶς δεῖ προσφέρεσθαι τοῖς τὰ μείζονα τῶν ἁμαρτημάτων παραιτουμένοις, τὰ δὲ μικρὰ ἀδια φόρως ποιοῦσιν.
- σϞδʹ. Ἐκ ποίας αἰτίας ἐκπίπτει τις τῆς διηνεκοῦς μνήμης τοῦ Θεοῦ.
- σϞεʹ. Ἐκ ποίων σημείων γνωρίζεται ὁ μετέωρος.
- σϞςʹ. Πῶς πληροφορηθῇ η ψυχὴ, ὅτι τῶν ἁμαρτημάτων καθαρεύει.
- σϞζʹ. Πῶς ἀπὸ τῶν ἁμαρτημάτων ἐπιστρέφειν χρή.
- σϞηʹ. Εἰ τὰ καλὰ κατ’ ἰδίαν ἀρέσκειαν ποιεῖν ὁ λόγος συγχωρεῖ.
- σϞθʹ. Πῶς πληροφορηθῇ η ψυχὴ ἀποστῆναι τῆς φιλοδοξίας.
- τ'. Τίς ὁ τρόπος τῆς ἐπιστροφῆς, ὅτι περὶ ἀοράτου ἐστὶν ὁ λόγος.
- ταʹ. Ἐὰν δὲ εἴπῃ, ὅτι οὐ καταγινώσκει μου τὸ συνειδός.
- τβʹ. Εἰ χρὴ ἀπὸ τῆς οἰκονομίας διδόναι τοῖς ἐνδεέσι τῶν ἔξωθεν.
- τγʹ. Εἰ χρὴ τοῖς παρὰ πάντων λεγομένοις ὑπακούειν ἐν ἀδελφότητι.
- τδʹ. Εἰ ὑπὲρ τῶν παραδεδομένων τῇ ἀδελφότητι παρὰ τῶν οἰκείων θελόντων διδόναι τι χρὴ δέχεσθαι.
- τε'. Εἰ δεῖ λαμβάνειν παρά τῶν ἔξωθεν, ἤτοι κατὰ χάριν φιλίας, ἢ προκατειλημμένης συγγενείας.
- τς'. Μετά ποίου τρόπου το ἀμετεώριστον κατορθοῦται.
- τζʹ. Εἰ χρὴ ἐξ ἐφημερίας ἀπάρχεσθαι τῆς ψαλμῳδίας ἢ τῆς προσευχῆς.
- τηʹ. Εἰ χρὴ τὸν διδόντα τι ἐν ἀδελφότητι ἀμείβεσθαι· καὶ εἰ κατ’ ἀναλογίαν τοῦ δόματος ποιεῖσθαι τὴν ἀντίδοσιν.
- τθ'. Εἰ τῶν συνήθων καὶ κατὰ φύσιν γινομένων τινὶ, χρὴ τολμᾷν εἰς κοινωνίαν τῶν ἁγίων παρέρχεσθαι.
- τ'. Εἰ χρὴ εἰς κοινὸν οἶκον προσκομιδὴν γίνεσθαι.
- τια'. Εἰ χρὴ εἰς ἐπίσκεψιν ἀπέρχεσθαι, ἐπιζητούντων τινῶν.
- τιβ'. Εἰ χρὴ τοὺς ἐπισκεπτομένους λαϊκοὺς προτρέπεσθαι εἰς εὐχήν.
- τιγ'. Εἰ χρὴ ἐργάζεσθαι ἐπισκεπτομένων τινῶν.
Poenae in monachos delinquentes. Επιτίμια (α-ια’). (PG 31, σελ. 1.305 – 1.308).
Epitimia. Επιτίμια (ιβ’ – ξ’). (PG 31, σελ. 1.308 – 1.313).
Epitimia in canonicas. Επιτίμια εις τας κανονικάς. (PG 31, σελ. 1.313 – 1.316).
Constitutiones asceticae. Ασκητικαί διατάξεις, προς τους εν κοινοβίω και κατά μόνας ασκούντας. (PG 31, σελ. 1.321 – 1.428).
Homilia de spiritu sancto. Ομιλία περί του αγίου Πνεύματος. (PG 31, σελ. 1.429 – 1.437).
Homilia dicta in Lacisis. Ομιλία ρηθείσα εν Λαζικοίς. (PG 31, σελ. 1.437 – 1.457).
In sanctam Christi generationem. Ομιλία εις την αγίαν του Χριστού Γέννησιν. (PG 31, σελ. 1.457 – 1.476).
Homilia de paenitentia. Ομιλία περί μετανοίας. (PG 31, σελ. 1.476 – 1.488).
Adversus eos qui per calumniam. Πρὸς τοὺς συκοφαντοῦντας ἡμᾶς, ὅτι τρεῖς θεοὺς λέγομεν. (PG 31, σελ. 1.488 – 1.496).
Orationes sive exorcismi. Ευχαί ήτοι εξορκισμοί του Μεγάλου Βασιλείου. Προς τους πάσχοντας υπό δαιμόνων, και εκάστην ασθένειαν. (PG 31, σελ. 1.677 – 1.681).
Sermo ob sacerdotum instructionem. Λόγος περί καταστάσεως ιερέων. (PG 31, σελ. 1.685 – 1.688).
Homilia de misericordia et judicio. Περί ελέους και κρίσεως. (PG 31, σελ. 1.705 – 1.713).
Consolatoria ad aegrotum. Ομιλία παραμυθητική ασθενούντι. (PG 31, σελ. 1.713 – 1.721).
—
Sermo de contubernalibus. Λόγος περί των συνεισάκτων. (PG 30, σελ. 812 – 828).
Prologus 3 (prooemium in regulas brevius tractatas). Προοίμιον των κατ’ επιτομήν όρων. (PG 31, σελ. 1.080).
Canon 96 (De haereticis). Περί αιρετικών (κανών) Ϟς'. Ερώτησις ρκδ’. Εἰ δεῖ μετὰ αἱρετικῶν ἢ μετὰ ἑλλήνων (ἢ ἰουδαίων) κατὰ συντυχίαν εὑρεθέντα που συνεσθίειν ἢ ἀσπάζεσθαι αὐτούς. (PG 31, σελ. 1.165 – 1.168).
Sermo ob sacerdotum instructionem. Παραγγελία προς ιερείς γ’. Περί της θείας χάριτος. (PG 31, σελ. 1.685 – 1.688).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου